Θέτονται ζητήματα όταν καταπιάνεσαι με δίσκο ενός ανθρώπου με τον οποίον μπορεί να μη μοιράζεσαι βαθιά οικειότητα, μα σίγουρα σε συνδέει μία κάποιου είδους προσωπική (ή, στην προκειμένη, και κοινή επαγγελματική) σχέση –όταν τέλος πάντων το όποιο προσωπικό μπαίνει στη σχέση κριτή και κρινόμενου. Είναι, αν μη τι άλλο, εύκολο να πέσεις σε παγίδες. Παρά ταύτα, έχοντας παραστεί σε ζωντανή εμφάνιση των Στυλιανός Τζιρίτας UNIT και έχοντας εκτιμήσει δεόντως τους τρόπους με τους οποίους «προσπαθούν να μετουσιώσουν τις αστικές νευρώσεις σε ηχητικά πεδία» (όπως γράφουν σε κάποιο δελτίο Τύπου), δέχθηκα ευχαρίστως να ασχοληθώ με τούτη την κυκλοφορία.
Μετά από εκείνη την ηχητική παράσταση, σκεφτόμουν λοιπόν πως δύσκολα θα μπορούσε να εκφραστεί καλύτερα το μουσικό αποτέλεσμα (η αξία της πένας του Στυλιανού άλλωστε δεν τίθεται εν αμφιβόλω –σίγουρα όχι από εδώ). Πραγματικά, έτσι ακριβώς βίωνες τα επί σκηνής διαδραματιζόμενα: οι ιστορίες που έπλαθε ο Τζιρίτας είχαν εμφυτευμένη την αστική νεύρωση παράλληλα με τις υπαρξιακής, θεολογικής ή συνειδησιακής υφής απολήξεις, ενώ η μουσική του κουαρτέτου –κάπου ανάμεσα σε noise και free jazz– όταν δεν έπαιρνε τον πρωταγωνιστικό ρόλο, παρείχε την ιδανική συνοδεία.
Τούτη η κυκλοφορία όμως είναι κατά τι διαφορετική. Καταρχάς, κυκλοφορεί σε κασέτα –ορθώς δε συνοδεύεται από γουόκμαν (ορθώς γιατί φαντάζομαι πως πολλοί, όπως η αφεντιά μου, έχουμε σχεδόν ξεχάσει την έννοια του κασετοφώνου). Όπερ σημαίνει πως αναγκαστικά στο κουαρτέτο –το οποίο αποτελείται από κιθάρα (Στέλιος Εφεντάκης), μπάσο (Βαγγέλης Κουτσιούρης), μαγνητοταινίες (Θωμάς Χαβαλές), κλαρινέτο και φωνή (Στυλιανός Τζιρίτας)– προστίθεται και ο παράγοντας θόρυβος. Είναι από τις φορές που το μέσον (η κασέτα), μπορεί να μην είναι ακριβώς το μήνυμα, μα σίγουρα αυτό κατοικεί εντός του.
Η διαφορά στην οποία αναφερόμουν, πάντως, έγκειται στο ότι ο λόγος δείχνει εδώ να παραγκωνίζεται. Πρωταρχική σημασία λαμβάνουν οι αυτοσχεδιασμοί της μουσικής φόρμας: ένα μείγμα θορύβων (εδώ εντάσσεται και το μέσον ως μέρος ή φορέας του μηνύματος), παύσεων, λαρυγγισμών στο κλαρινέτο (μερικές δε φορές και στο άλτο σαξόφωνο του πρώην UNIT, Χρήστου Χριστόπουλου) και παρεμβολών από μαγνητοταινίες (σε κανονικούς ή «fast forward» χρόνους), που διατρέχει ιλιγγιωδώς τον ωφέλιμο χρόνο της πρώτης πλευράς της κασέτας, τιτλοφορούμενης ως Ασ(σ)εμπλάζ. Ο λόγος εμφανίζεται μεν, είναι όμως ασθενικός σε ένταση για να διαπεράσει τα παραπάνω και να γίνει καταληπτός. Η φωνητική μπορεί να μην εξαλείφεται –καθώς δεν λείπουν οι λαρυγγιστικοί βρυχηθμοί ή η εν γένει χρησιμοποίηση της φωνής ως ένα ακόμα μέσο αυτοσχεδιασμού (ενδιαφέρον σε αυτό το επίπεδο αποτελεί το ότι κάποιες φορές βρίσκεσαι να αναρωτιέσαι αν ό,τι ακούς είναι μπάσες νότες του πνευστού ή ανθρώπινη φωνή)– φρονώ όμως ότι χάνεται ένα ισχυρό «όπλο» της μπάντας, η δύναμη δηλαδή της γραφής του Τζιρίτα. Από την άλλη βέβαια, μου φαίνεται ως ένας από τους σκοπούς της μπάντας να μην κινείται με σταθερές και μόνιμα «όπλα», αλλά να τα βρίσκει στην πορεία της αυτοσχεδιαστικής ή συνθετικής πράξης –αυτό δεν νοείται ως αυτοσχεδιασμός άλλωστε;
Ένα είδους «ακαδημαϊκό» ενδιαφέρον βρήκα και στη δεύτερη πλευρά της κασέτας, όπου παρουσιάζεται εκτενώς η εμμονή του Θωμά Χαβαλέ με τις ραδιοφωνικές συχνότητες. Όπως ο τίτλος καταδεικνύει, ο Χαβαλές «παίζει» Σόλο Βραχέα, ήτοι επιχειρεί να συνθέσει σε σώμα και να επινοήσει μία λογική αλληλουχία ανάμεσα σε βραχέα παράσιτα και αδύναμες ραδιοφωνικές συχνότητες, ξεφεύγοντας από τη λογική της «μουσικής» και εμπίπτοντας στο γενικότερο πεδίο του ήχου. Πού μπαίνουν τα σύνορα βέβαια –πού δηλαδή ο ήχος γίνεται μουσική– ή ακόμα κι αν είναι θεμιτός ένας τέτοιος διαχωρισμός, είναι ένα ζήτημα το οποίο μπορεί να τραβήξει σε δυσθεώρητο μάκρος…
Τα αποσπάσματα συνθέσεων που παρουσιάζονται στο Ασ(σ)εμπλάζ/Σόλο Βραχέα των Στυλιανός Τζιρίτας UNIT και Θωμά Χαβαλέ (ηχογράφημα-συρραφή διαφόρων ηχογραφήσεων του τελευταίου έτους και κάτι), δένουν κατά έναν περίεργο τρόπο με το φορμάτ: ο θόρυβος είναι δομικός από όποια πλευρά κι αν το κοιτάξεις. Σε στιγμές σε κάνει να αποζητάς την καθαρότητα άλλων (ψηφιακών) φορμάτ, αν όμως το σκεφτείς λίγο καλύτερα, εάν το αποτέλεσμα μεταφερόταν σε CD, θα είχαμε κάτι διαφορετικό. Είπαμε άλλωστε, το μέσον λειτουργεί ως μέρος του μηνύματος κι αυτό είναι ευκρινές. Αν πάντως κάτι αξίζει τονισμού ως κατακλείδα, είναι το εύρος των ζωηρών αυτοσχεδιασμών της μπάντας.
Συμφωνώντας έτσι με μία ρήση του Eric Dolphy («όταν ακούς μουσική αφού έχει τελειώσει, έχει φύγει στον αέρα, δεν μπορείς να τη συλλάβεις ξανά»), νομίζω πως η δυναμική των Στυλιανός Τζιρίτας UNIT –ως οχήματος αυτοσχεδιασμού– αποτυπώνεται ισχυρότερα στις ζωντανές τους εμφανίσεις. Δίχως να είμαι σίγουρος πως αυτό δηλώνει κάτι επί της ουσίας…
Υ.Γ.: Επειδή, όντας μαλωμένος από τα μικράτα μου με τον σωστό συγχρονισμό, καθυστέρησα παροιμιωδώς το συγκεκριμένο κείμενο, θεωρώ πρέπον να αναφέρω ότι το Ασ(σ)εμπλάζ/Σόλο Βραχέα σύντομα θα αποτελεί την… προηγούμενη κυκλοφορία της μπάντας, καθώς οι Στυλιανός Τζιρίτας UNIT αναμένεται οσονούπω να εκδώσουν καινούργια δουλειά.