“I feel like anything could happen” τραγουδάει η Kylie Minogue στο “Magic” που ξεκινάει τον νέο της δίσκο. Δεν την πιστεύω. Για τους ίδιους λόγους που δεν πίστευα τους Black Eyed Peas όταν έλεγαν ότι “I gotta feeling that tonight's gonna be a good night”.
Με εκπλήσσει δυσάρεστα το πόσο επιφανειακή αποδείχθηκε η φετινή ενασχόληση της Kylie Minogue με τη σημειολογία της disco. Πίστευα πως ένα αιώνια φρέσκο κορίτσι σαν την Kylie, η οποία έχει απενοχοποιήσει την ανάλαφρη χαριτωμενιά και έχει τιμήσει το περήφανα απροβλημάτιστο groove, θα έπαιρνε περισσότερο στα «σοβαρά» ακόμη και την «επιφανειακή» διάσταση του είδους που έθρεψε την καριέρα της μέσα στα χρόνια. Και φυσικά στη διαδρομή αυτού του φόρου τιμής θα είχε την ευκαιρία να ξεφαντώσει αχαλίνωτα και γοητευτικά. Τελικά, το tribute της γλυκύτατης Αυστραλής στο εν λόγω μουσικό είδος, έμεινε στα προσχήματα και αποδείχθηκε τόσο κοινότοπο όσο και η selfie ενός κοριτσιού στο Instagram με vintage, απαστράπτουσα εμφάνιση και με το hashtag: #ilovedisco.
Τα κομμάτια στην 15η δουλειά της Kylie Minogue νομίζεις ότι αναφλέγονται αν ξεφύγουν από την πίστα και βγουν στο πρωινό φως. Υπάρχουν βέβαια και ευχάριστα τραγούδια, που εκπέμπουν κύματα αυθεντικής euro disco ευφορίας. Πρόκειται για ένα άλμπουμ που το πάνω χέρι το έχει η ουδετερότητα της ροδομάγουλης girly pop, με αποτέλεσμα να μην πλησιάζει τα επίπεδα των ανάλογων φετινών προτάσεων της Jessie Ware και της Róisín Murphy, αλλά να τείνει περισσότερο στη Β’ εθνική της Dua Lipa.
Το καλύτερο κομμάτι είναι το “Last Chance” που αναβιώνει την ατμόσφαιρα του "Voulez Vous" των ABBA. Μια χαρά είναι και το “Ι Love It”, στο οποίο η Kylie προσπαθεί να ανέβει στα τακούνια της Diana Ross, αλλά και το “Where Does the DJ Go?” στο οποίο συμπεριφέρεται σαν ναζιάρα μπουμπού, που όμως έχει κατακτημένη εμπειρία στο μικρόφωνο, παραμένει στιλάτη και δεν ψάχνει απλά αφορμές για να ξεβρακωθεί. Υπάρχουν και άχαρες στιγμές όπως το “Dance Floor Darling”, το οποίο ακούγεται σαν demo που έγραψε η Madonna το 1983 και τελικά έμεινε έξω από το ντεμπούτο της.
Τα τραγούδια του Disco θέλουν ψυχαναγκαστικά να ασχοληθείς μαζί τους, χωρίς να προσφέρουν ικανοποιητικούς λόγους. Νιώθεις πως δεν είναι απλά εκεί για όσους ενδιαφέρονται να τα ακολουθήσουν, αλλά όταν δεν τα ακούει κανείς, θέλουν να κλείσουν τη μύτη τους και να σκάσουν από μοναξιά.
Πώς να συναινέσεις, όμως, στην κοινοτοπία, όταν η παραγωγή ισορροπεί στη λεπτή γραμμή που χωρίζει την αληθινή σύνθεση από το εξαρτώμενο από την εικόνα καταναλωτικό προϊόν; Το υλικό σκορπάει χαμόγελα εδώ κι εκεί, αλλά δεν προσφέρεται για ιδιωτικές ακροάσεις. Η Kylie Minogue είχε τις προϋποθέσεις να μας στείλει νοερά στο Studio 54 και σε μέρη που δεν έχουμε επισκεφτεί. Αντ’ αυτού επένδυσε σε τεχνοκρατικούς ήχους και εν τέλει, κερδισμένοι θα βγουν μόνο κάποιοι επαγγελματίες των extended club mix.