Είναι Κυριακή βράδυ και μόλις έχω ανεβάσει είκοσι Instagram stories. Στέλνω στον Θωμά Γουναρόπουλο «Συγγνώμη για το σπαμ, μου μένουν άλλες δύο». Στην τελευταία ιστορία, ο ίδιος ο επιμελητής του φετινού Αγοραφοβικού Φεστιβάλ με το λογότυπο του alter ego του, Metaman, φωτεινό στο background κι ένα μοναδικό προβολέα πάνω του. «Ευχαριστούμε, εις το επανιδείν» γράφω – και το εννοώ.

Ας τα πιάσουμε όμως από την αρχή. Είναι Παρασκευή, 20 Σεπτέμβρη και αφήνω πίσω μου βιαστικά τον Κλαρκ Κέντ (aka, την πρωινή δουλειά) για να γίνω σούπερ-κάτι. Φοράω γκλίτερ και κουμπώνω τα σκουλαρίκια μου στο ταξί, χαζεύοντας το πρόγραμμα της πρώτης ημέρας του ΑΦΦ24. «Στο Πλύφα, παρακαλώ». Ο χώρος γνώριμος από πέρυσι, με γεμίζει ζεστασιά και ενθουσιασμό. Τα scratches της DJ Pitsouni στην αυλή έχουν ήδη δώσει τον τόνο ενός δυναμικού διημέρου, και ο Στέλιος Λαλούσης στην Μεγάλη Αίθουσα 7Α μοιράζεται ψηφιακές αφηγήσεις από μεγαλουπόλεις. Συγκρατήστε, εδώ, τους αριθμούς των αιθουσών – θα πάμε και θα έρθουμε δεκάδες φορές. 

Στις οκτώ, η Μικρή Αίθουσα 7Γ κοκκινίζει από συναισθήματα και την παρουσία του Evripidis and his Tragedies. Μικρές ποπ τραγωδίες που θα μπορούσαν να είχαν σκηνοθετηθεί από τον Xavier Dolan ξετυλίγονται μπροστά μας ενώ ο Ευριπίδης τυλίγεται με τα καλώδια, σαν να τον έχει καταραστεί η δική του μάγισσα, όπως μας λέει. Τυλίγεται και χορεύει νωχελικά, με μεταφέρει σε ένα μπαρ που κλείνει στο κέντρο της Αθήνας, είναι τέσσερις το πρωί και δεν έχουμε τίποτα να κρύψουμε. Ενώ χάνομαι σε σκέψεις και μελωδίες, παρατηρώ δύο κορίτσια, όχι μεγαλύτερα από οκτώ χρονών, που κάθονται στο πάτωμα αγκαλιασμένα. «Είχα υποσχεθεί στον εαυτό μου πως δεν θα κλάψω», στέλνω στο plus one μου βουρκωμένη, για να μου απαντήσει «Μπαίνω τώρα στο μετρό». «Μα θα χάσεις την Καλλιόπη Μητροπούλου, το είδωλο», απαντάω, και πηγαίνω γρήγορα στην Αυλή, με τις τελευταίες νότες της "Καντίνας" του Ευριπίδη να με χαϊδεύουν στην πλάτη.

Εκεί, τα Echo Tides ξεκινούν το σετ τους με ακυκλοφόρητο κομμάτι, και ήδη από το δεύτερο ρεφρέν τραγουδάω «Άλλες φορές δεν έχεις σήμα εσύ, άλλες φορές δεν έχω μπαταρία». Νομίζω πως είναι ίσως η τέταρτη φορά που βλέπω ζωντανά το αγαπημένο συγκρότημα, κι αυτή τη φορά η αύρα τους είναι σαφώς πιο ροκ, εν όψει μάλλον του επικείμενου νέου δίσκου τους. Τραγουδάμε και χορεύουμε το Ανδρομέδα FM και το ολοκαίνουριο single «Βροχή», και κοιτάζω με παράπονο τους φίλους που έχω συναντήσει στο πλήθος. Παράπονο από αυτό που έχεις όταν πρέπει να τελειώσουν οι καλύτερες διακοπές ή ένα βράδυ που λαχτάρησες πολύ, όμως στην 7Γ παίζουν ήδη οι Dramachine και με καλεί το καθήκον. 

Στη μεγάλη αίθουσα με τις κουρτίνες γίνεται το αδιαχώρητο. Πετυχαίνω τους Dramachine τη στιγμή που προλογίζουν την πιο πρόσφατη κυκλοφορία τους, «Λένορμαν», και παρασύρομαι μαζί τους σε ένα σκοτεινό synth-punk λίκνισμα. Η Ελένη πιάνει την κιθάρα και η Sci-Fi River ανεβαίνει στη σκηνή, εκνευρίζομαι λιγάκι που δεν ακούω τους στίχους, αλλά συγκινούμαι πολλαπλάσια βλέποντας τις δύο αυτές εκφράσεις της γυναικείας μουσικής δημιουργίας – την σέξυ, σκληρή punk πλευρά και την κοριτσίστικη, δυναμική πτυχή της, που συναντιούνται στη σκηνή φέρνοντας όλη τη νεότητα τους και τις ανησυχίες μιας γενιάς που ωριμάζει αλλά αρνείται να μεγαλώσει.

Επιστρέφω στην Αυλή για να μαζέψω το plus one μου που έχει φτάσε, τραγουδάω λιγάκι το «Τούνελ» των Echo Tides που παίζουν ακόμη και ξεχνιέμαι, ενώ μου κάνει νοήματα απ’ έξω. Γελάμε και προσπαθούμε να στριμωχτούμε στο 7Γ όπου το εντυπωσιακό ντουέτο των Molyneaux & Agatha παρουσιάζει την performance του, στην οποία το συνοδεύει με τις χορευτικές της κινήσεις η Χριστίνα Καρπούζου, σε ένα ανοιχτό διάλογο με την αποδομημένη, βασισμένη σε αυτοσχεδιασμούς και πειραματισμούς ηλεκτρονική μουσική. 

Λίγο πριν τις δέκα ο Larry Gus ανεβαίνει στην σκηνή της Μεγάλης Αίθουσας κι από κάτω μαζευόμαστε γνωστοί αλλά και άγνωστοι, που με περιέργεια έχουν έρθει για να δουν τον πρωτοπόρο καλλιτέχνη. Η αλήθεια είναι πως τα live του Παναγιώτη Μελίδη είναι εθιστικά, είναι ιδιαίτερα αλλά σε προκαλούν να τα δοκιμάσεις ξανά, και ξανά, και ξανά, χωρίς να σου επιτρέπουν να βαρεθείς. Παίρνω λίγη από αυτή τη γεύση και πίσω πάλι στην Αυλή, για να προλάβω το double bill Sci-Fi River - Penny, τις οποίες συνόδευε η DJ Pitsouni (και, ανά tracks, ο Deezy / Turboflow3000). Βλέποντας τις τρεις αυτές γυναίκες πάνω στη σκηνή, με τις αισθητικές αντιθέσεις τους, σκέφτομαι πως κάπου εκεί βρίσκεται ένα μήνυμα που ξεπερνά τα μουσικά είδη. Υπάρχουν οι δυνατές τους φωνές και ο γυναικείος δυναμισμός τους που είναι αυθύπαρκτος και δεν είναι αγορίστικος τσαμπουκάς με κραγιόν, είναι η επανοικειοποίηση  και ο κοινωνικός επαναπροσδιορισμός του Φύλου μας – κάπου εκεί η Penny διακόπτει τον ειρμό της σκέψης μου για να πει «Τους άνδρες τους θέλουμε μαζί μας κι όχι απέναντι», για να εισπράξει την θερμή απάντηση του κοινού σε χειροκρότημα. 

Γυρίζω φορτισμένη στην 7Γ ανυπομονώντας για την εμφάνιση του Kristof. Από τα πρώτα κιόλας λεπτά το βάρος από το στήθος μου έχει μετατραπεί σε γέλιο, με τον καλλιτέχνη να εμφανίζεται με μαύρη καπαρντίνα και γυαλιά με λευκό σκελετό και σκούρους φακούς. «Εδώ είναι το Αγοραφοβικό Φεστιβάλ;», ρωτάει το κοινό και μας προτρέπει να πούμε στους φίλους μας πως εκείνος δεν βρέθηκε ποτέ στη σκηνή του ΑΦΦ24. Η εμφάνισή του μοιάζει με κάτι που θα στεκόταν άνετα στο Βερολίνο της πιο σκοτεινής εποχής του, με μια γενναία δόση (αυτο)σαρκασμού. Η setlist περιλαμβάνει κομμάτια από την υπάρχουσα δισκογραφία του αλλά και νέα, όπως το «Κέικ», το οποίο αφιερώνει σε όλα τα bottomάκια ενώ μας αποκαλύπτει το ένδυμα του που μοιάζει με φόρεμα ή ίσως ζουρλομανδία (but make it fashion). Κάθομαι μόνο για λίγο, βέβαια μου είναι σαφές πως ο Kristof είναι ένας πραγματικά ξεχωριστός καλλιτέχνης που καταφέρνει να ενώσει την pop, το camp, την ευφυΐα και την αισθητική του σε πραγματικά απολαυστικά σόου.

Λίγο πιο δίπλα ο Eddie Dark παρουσιάζει τον δικό του μοναδικό κόσμο, με κινηματογραφικά στοιχεία που θυμίζουν το «Εργαστήρι του Δρ. Καλιγκάρι» και σκοτεινή synth μουσική που έχει αποκτήσει ήδη πιστό κοινό. Αφήνω το σκοτάδι, παρά τη γοητεία του, και κολλάω στο κάγκελο της Αυλής για τον Κωνσταντίνο Βήτα. Είναι η πρώτη φορά που τον βλέπω ζωντανά, μάλιστα ενώ έχει στις αποσκευές του τον πρόσφατο δίσκο του Το Χέρι

Το πρώτο μέρος του σετ του Κωνσταντίνου Βήτα αποτελείται από κυρίως ορχηστρικά κομμάτια, που με κάνουν να σκέφτομαι ότι ο αγαπημένος μας μουσικός θα παραμένει πάντα ένα βήμα μπροστά από την εποχή του. Οι κουβέντες πληθαίνουν, κάποιος σχολιάζει την επιλογή ενός εκτεταμένου instrumental πρώτου μέρους. Έπειτα όμως ακούγεται για πρώτη φορά το «Σ’ αγαπώ» κι ένα ζευγάρι μπροστά μου αγκαλιάζεται, αγκαλιάζεται κανονικά (ξέρεις, όχι αυτό το «συναυλιακό») και παραμένει αγκαλιασμένο στις «Πλειάδες». Τα φώτα στη σκηνή σβήνουν, κοιτάζω τον ουρανό κι ας μην έχει αστέρια, οι παλάμες του Κ. Β. γίνονται «προβολείς που ξεσκεπάζουν την αλήθεια». Είχα υποσχεθεί πως δεν θα κλάψω, όμως τα συναισθήματα μαζεύτηκαν πολλά αυτή τη βραδιά και μου το επιτρέπω για λίγο, όσο είμαστε στο σκοτάδι. 

Τα φώτα ανάβουν στην «Αχτίδα» και ο Κωνσταντίνος Βήτα μας αποκαλύπτει τα φανταστικά dance moves του, μας καθοδηγεί χορευτικά στο «Πάρτυ», παίρνει την κιθάρα του και τραγουδάει, τραγουδάμε όλοι μαζί το «Όλο αυτό που ποτέ». Ο στίχος λέει «Νιώθω πως η αγάπη είναι εδώ», και στ’ αλήθεια έτσι αισθάνομαι. Η αγάπη είναι εδώ, είμαστε εμείς και η μουσική, μοιραζόμαστε και διασκεδάζουμε - μαζί. Συγκινημένος, ο Κ.Β. μας ευχαριστεί με διαπεραστική ειλικρίνεια, κι επιστρέφει στη σκηνή για να παίξει χωρίς να το έχει προγραμματίσει τη «Σενεγάλη» στην κιθάρα. «Δεν το ξέρω πολύ καλά», λέει σιγά στο μικρόφωνο, και κλείνει την πρώτη μέρα του Αγοραφοβικού Φεστιβάλ προτρέποντάς μας να αγαπάμε ο ένας τον άλλο.

(Στο σπίτι αφήνω στην άκρη το σούπερ-κάτι. Το γκλίτερ είναι πια στα μάγουλα μου και στα χείλη μου. Κοιμάμαι με τις μπαλκονόπορτες ανοιχτές.)

Η δεύτερη μέρα του Αγοραφοβικού Φεστιβάλ είναι πιο δροσερή, πράγμα ανακουφιστικό αφού είναι ήδη sold out. Τη βραδιά ανοίγουν σχεδόν ταυτόχρονα η Α. Επίθετη στην Αυλή και το Sam Albatros στο 7Γ, με εξομολογητικές προφορικές αφηγήσεις για το γυναικείο και queer βίωμα. 

Στην Μεγάλη Αίθουσα οι Tropical Geometry παρουσιάζουν το άλμπουμ Luck Mountain σε μία performance που θα ταίριαζε οπωσδήποτε σε ένα μουσείο σύγχρονης τέχνης. Μια μικρή γεύση από αυτούς κι έπειτα βρίσκομαι μπροστά στην Olina, που με τη ζεστή χροιά της, τις λευκές κάλτσες και τις μπαρέτες της έχει μετατρέψει την 7Γ σε ένα τζαζ μπαρ. Λεοπάρ γάτες, οι Φίλες της, εκείνη συγκινημένη και συγκινητική, μέσα από τους στίχους μοιράζεται ένα κομμάτι της Εμπειρίας της, κι ας πονάει, κι ας είναι σκληρό κάποιες φορές. «Έχοντας η μία την άλλη μπορούμε να τα ξεπεράσουμε όλα», λέει λίγο πριν το κλείσιμο του σετ της και συμφωνώ, συνειδητοποιώντας εντός μου για πρώτη φορά πόσο ουσιαστική είναι η παρουσία των θηλυκοτήτων σε αυτό εδώ το φεστιβάλ.

Στην Αυλή και πάλι, ο κόσμος έχει αρχίσει να πολλαπλασιάζεται μπροστά στους θρυλικούς Lost Bodies. Ο Θάνος Κόης δίνει την έναρξη του σετ με τον χαρακτηριστικό στίχο του Ιλισού. Στο κλείσιμο ανατριχιάζω σύγκορμη. «Και η μουσική που εκεί τη μετέφερε ο ένας στον άλλον με ένα άγγιγμα κι ένα βλέμμα…», ο κόσμος χειροκροτεί θερμά και επιβεβαιώνει στην πράξη το γεγονός πως τα Χαμένα Κορμιά της ελληνικής ροκ αποτελούν ένα από τα πιο σημαντικά σχήματα της εποχής τους. Η μπάντα παρέμεινε δοσμένη καθ’ όλη τη διάρκεια της εμφάνισής της, από το μελοποιημένο ποίημα το Κ. Π. Καβάφη «Θυμήσου, σώμα…» μέχρι τους καλτ «Σωλήνες», κερδίζοντας το κοινό και τις εντυπώσεις.

Κι από τους Lost Bodies προσγειώνομαι σε ένα καθ’ όλα διαφορετικό κόσμο, αυτό της EXPE. Η femme rap της έχει μελωδικότητα και δυναμισμό (ναι, οι γυναίκες του φετινού Αγοραφοβικού έδωσαν μπόλικο από αυτό, δεν είναι πως απλώς επαναλαμβάνομαι), αλλά και την ανταπόκριση του κόσμου, που γέμισε για ακόμη μία φορά την 7Α. 

Πίσω στην 7Γ νιώθω την υψομετρική διαφορά ανάμεσα στις πολλαπλές αφηγήσεις που εκτυλίσσονται ταυτόχρονα. Εδώ ο ήχος είναι post-punk και οι Victory Collapse μοιάζουν βγαλμένοι από μια βραδιά στο Hacienta, πλάι στους The Fall. 

Επίσης εδώ, είναι η πρώτη φορά που αποδέχομαι πια την ήττα μου - το κοινό του φετινού Αγοραφοβικού Φεστιβάλ είναι ακατηγοριοποίητο και τόσο ποικιλόμορφο που δεν μπορώ να το «διαβάσω», κι ούτε να το προσδιορίσω με ένα τρόπο που να εννοεί ότι το φεστιβάλ έχει το δικό του κόσμο. Σίγουρα, κρίνοντας από τα γεμάτα stages, μιλάμε για ένα κόσμο με στόχο και προσήλωση, με δέσμευση απέναντι στις καλλιτέχνιδες και τους καλλιτέχνες - οι οποίες κι οποίοι από τη μεριά τους μας έδωσαν εμφανίσεις με ουσία, με ενθουσιασμό, εμφανίσεις που αποτύπωναν τη σκληρή δουλειά τους αλλά και την αγάπη τους για τη μουσική.

Από τις κιθάρες των Victory Collapse βγαίνω στα synths της Λένας Πλάτωνος, η οποία γλυκύτατη όπως πάντα, ανεβαίνει στη σκηνή με τους επί μακρόν συνεργάτες της Σαββίνα Γιαννάτου και Γιάννη Παλαμίδα. Από το κοινό ακούγονται λέξεις λατρείας και «σ’ αγαπάμε», το σετ ξεκινά με το θρυλικό “Τι νέα ψιψίνα;” και μπαίνουμε αμέσως στο νόημα. Η κυρία Πλάτωνος δεν σταματά να συνομιλεί με το κοινό και τραγουδά για την άλυτη άσκηση φυσικής. Αγέραστες οι φωνές των Γιαννάτου και Παλαμίδα ξυπνούν παιδικές αναμνήσεις, προκαλώντας ευρέως συγκίνηση.

Δυστυχώς, όσοι πιστοί βρισκόμαστε μπροστά στην Λένα Πλάτωνος, χάνουμε την θεατρική είσοδο της Krista Papista στο 7Α, την οποία φέρουν ως θεά ή μητέρα έξι αγόρια. Καλυμμένη με ένα πέπλο μοιράζεται την avant-garde, με φολκ στοιχεία ποπ της, και την πετυχαίνω τη στιγμή που ξεκινούν τα αγαπημένα μου “Φαντάσματα”, ενώ επί σκηνής δύο κορίτσια ψεκάζουν με νεροπίστολα τον κόσμο που γεμίζει την αίθουσα. Έπειτα η καλλιτέχνιδα παίρνει την κιθάρα της και θυμίζει λιγάκι από Courtney Love, έπειτα μια ελληνική σημαία βαμμένη κόκκινη εμφανίζεται πίσω της. Χορεύουμε, λικνιζόμαστε και παρασυρόμαστε στην υπερβολή της Krista Papista, που κάνει τη Μεγάλη Αίθουσα να μοιάζει με κατάμεστο στάδιο.

Μετά από μερικά τραγούδια επιστρέφω στο 7Γ για την VASSIŁINA, που βρίσκεται επί σκηνής με τις φίλες της Saber Rider, Καλλιόπη Μητροπούλου και Wera. Διατηρώντας την αισθητική και την εικόνα που έχει υιοθετήσει η VASSIŁINA μετά και την κυκλοφορία του δίσκου της Femmeland, ρέει ολόκληρη τρυφερότητα, μα και πάθος, είναι γλυκιά αλλά και αυτοκαταστροφική, είναι πύρινη αλλά και δροσερή. Ξαπλώνει στο πάτωμα και αναπνέει, έπειτα πάνω στη σκηνή τραγουδά το αποχαιρετιστήριο “Cheers” αγκαλιασμένη με τις φίλες της, στην πιο ευάλωτη στιγμή τους.

Βέβαια, κάπου εδώ αισθάνομαι πως τρεις εκφράσεις της γυναικείας ελληνικής μουσικής δημιουργίας καλούνται να αναμετρηθούν σε μία άνιση μάχη, εκείνες απέναντι στη χρονική διάταξη που δεν επιτρέπει παρά να πρέπει κανείς να διαλέξει ανάμεσά τους. Λύνω το δίλλημα μου με ένα τσιγάρο και λίγες κουβέντες στο προαύλιο, ενώ από το βάθος η avant-pop μπλέκεται με το “Σαμποτάζ”

Τελευταίο act πριν την πολυαναμενόμενη εμφάνιση των Regressverbot στην αυλή αυτή της Dolly Vara. Η Dolly μας υποδέχεται λέγοντας «Ήρθα να σας πω μπαλάντες, δεν θα σταματήσω να λέω μπαλάντες», μόνο και μόνο για να μας δώσει ένα σετ γεμάτο ένταση, που ξεχειλίζει αναπολογητικότητα, με προκλητικό μα καθόλου αμήχανο ραπ διεθνών προδιαγραφών. 

Κι ερχόμαστε, ίσως, στο δια ταύτα του διημέρου, ειδικά αν σκεφτεί κανείς πως ενώπιον των Regressverbot του Παντελή Θεοδωρίδη συγκεντρώθηκε ο μεγαλύτερος αριθμός ατόμων συνολικά. Πέρα από «μουσικές φυλές», πέρα από ηλικίες, πέρα από στυλιστικές προτιμήσεις, η αναμονή των δέκα ετών έχει φορτίσει τις καρδιές μας και βρισκόμαστε εκεί, ανυπόμονοι. Κάποιος από το κοινό απαντά «Γεράσαμε!» στον Θεοδωρίδη που σχολιάζει την απουσία αυτή, και με την άκρη του ματιού μου βλέπω τον φίλο Γιάννη Καντέα-Παπαδόπουλο να γελά συνωμοτικά. Για μια στιγμή γίνομαι και πάλι είκοσι, το αίμα μου κυλάει ανήσυχο, ρουφάω τη μουσική με αδημονία, η κάθε νέα ανακάλυψη είναι θησαυρός και παράσημο – δεν θα το αναγνωρίσουμε όμως ως τέτοιο παρά μόνο απόψε, που ζούμε ξανά τα μετεφηβικά μας σκοτεινά synth όνειρα. Χορεύουμε μαζί, αλλά δεν κοιτάζουμε πλέον τα παπούτσια μας, τα μάτια μας είναι προσηλωμένα στη σκηνή, στην οποία ανεβαίνουν ο Χρήστος Μαυρίδης και η Αγνή Ζαχαρή για να παρουσιάσουν όλα τα αγαπημένα κομμάτια του σχήματος, αλλά και ένα που δεν έχει ηχογραφηθεί ποτέ. Μας αφήνουν με μία υπόσχεση και κάπως ξέπνοους, νιώθω τον παλμό μου στο στήθος μου, κι είμαι σίγουρη πως σε αυτό που έζησα μόλις υπάρχει μία ιστορία που θα έχω να λέω στο μέλλον.

Επιστρέφω για τελευταία φορά στο 7Α, με γεύση γλυκιά και πικρή ταυτόχρονα. Γλυκιά, για όλες αυτές τις μουσικές στιγμές, πικρή γιατί σώνονται πια, στο ζωντανό μίνι-πάρτυ του επιμελητή του ΑΦΦ24, Metaman. Στη σκηνή ανεβαίνουν μαζί του ο Άρης Νικολόπουλος, ιθύνοντας νους του φεστιβάλ, ο Pan Pan, η VASSIŁINA, η Molyneaux, η Α. Επίθετη, η Sci-Fi River, το Sam Albatros και τέλος ο Στέλιος Λαλούσης, παρουσιάζοντας τα κομμάτια στα οποία ο μουσικός έχει συνεργαστεί με τα προαναφερόμενα άτομα. Ο Θωμάς δείχνει να το διασκεδάζει πραγματικά, ίσως είναι λιγάκι συγκινημένος. Εγώ είμαι σίγουρα, νιώθοντας το ταλέντο και το μεράκι των καλλιτεχνών αυτών να συναντιέται και πάλι, για μία τελευταία φορά στο Πλύφα, αλλά σίγουρα όχι μοναδική εκεί έξω.

Φεύγοντας από τον συναυλιακό χώρο, αισθάνομαι πάντα πως κάτι άφησα εκεί, μα κάτι πήρα μαζί μου. Περιμένοντας το ταξί της επιστροφής, ανατρέχω σε όλες αυτές τις ιστορίες που κατάφεραν να δημιουργήσουν οι φιλοξενούμενοι του ΑΦΦ24. Το κάθε stage γινόταν μια μικρή σκηνή από ταινία, αυτοτελής μεν αλλά παράλληλα αναπόσπαστο μέρος ενός μεγαλύτερου αφηγήματος. Μικρές ιστορίες, απόλυτα προσωπικές, συνάντησαν και φέτος μια συλλογική ανάγκη έκφρασης με τα μέσα που ξέρουμε να καταλαβαίνουμε καλύτερα, τη μουσική, τους στίχους, την performance. Στο τέλος της ημέρας, αυτά τα πενηντάλεπτα σετ ήταν ακριβώς όπως τα πολλά επίπεδα της ζωής μας, κι αν κατάφεραν κάτι για μία ακόμη χρονιά ήταν να μας θυμίσουν πως είσαι ζωντανός όταν πραγματικά αισθάνεσαι.

(Στο δρόμο για το σπίτι μιλάω ακατάπαυστα. Με σταματάει ένα χαμόγελο. Έπειτα βάζω να ακούσω το "Arthur Cravan", δυνατά, κι ας είναι σχεδόν πρωί. Το τραγούδι αφήνεται στην πόλη. Σιωπή.)

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured