Το τηλεφωνικό κέντρο του Διογένης Studio έδινε λάθος πληροφορίες την Παρασκευή το βράδυ –το τσέκαρα και με άλλους θαμώνες. Η συναυλία θα ξεκινούσε στις 22:00, μας έλεγαν, αλλά τελικά άρχισε πολύ νωρίτερα. Κι αν, εξαιτίας μιας προσωπικής ...διαστροφής, δεν φρόντιζα να φτάσω νωρίς, θα είχα χάσει το set των Carte Postale, που άνοιξαν τη βραδιά αυτής της πιο πρόσφατης εκδοχής του Athens Music Festival.
Νομίζω, λοιπόν, ότι οφείλεται μια συγνώμη στη μπάντα. Eπιπλέον, άλλωστε, οι Carte Postale κλήθηκαν να παίξουν την ώρα που η οχλοβοή των εισερχομένων στον χώρο ήταν μεγάλη, πράγμα που –σε συνδυασμό με την πολύ χαμηλή ένταση του ήχου– οδήγησε στο να ακουστούν ουσιαστικά σαν ένα χαλαρό «χαλί» για όλους εκείνους που έψαχναν το κάθισμά τους. Από όσα έφτασαν στα αυτιά μου, πάντως, εκεί στα ...ορεινά των ορθίων, η μπάντα μού φάνηκε καλοπροβαρισμένη και άνετη καθώς απέδιδε τα τραγούδια του ντεμπούτο της. Το γεγονός ότι το ρετρό ποπ ύφος τους δεν είχε πολλή σχέση με όσα ακολούθησαν στο πρόγραμμα, βέβαια, ήταν μία ακόμα πλευρά της εις βάρος τους αδικίας.
Η Ματούλα Ζαμάνη, στην οποία ανήκε η συνέχεια, βρήκε τους πάντες τακτοποιημένους στις θέσεις τους και τον ήχο να φτάνει επιτέλους δυνατός και καθαρός στα αυτιά μας. Η ερμηνεύτρια παρουσίασε ένα 35λεπτο set, με επιλογές από το άλμπουμ Varligali σαν τα “Μη Μου Ξυπνάς Το Παρελθόν”, “Η Σταγόνα Η Παγώνα”, “Aamononoke (Αστρική Αγάπη)”, αλλά και από το ρεπερτόριο του Θανάση Παπακωνσταντίνου ("Στις Χαραυγές Ξεχνιέμαι", "Μιλώ Για Σένα"), με προσθήκες από την παράδοση (“Μη Με Κοιτάς Στα Μάτια”, “Αραπίνα Μου Σκερτσόζα”), και με την ανάκρουση του περσινού της σινγκλ “Πριν”. Η μπάντα που τη συνόδευσε είχε ομολογουμένως τα προβληματάκια της και χρειάστηκε κάποιες φορές η παρέμβαση της ίδιας στον συντονισμό. Επίσης, νομίζω δεν της ταιριάζει της Ζαμάνη να εμφανίζεται κρατώντας κιθάρα, άσε που θαρρώ την αποσυντόνισε κάποιες φορές το παίξιμό της.
Νομίζω, πάντως, ότι παρά την κριτική που έχει δεχθεί για τα φωνητικά της προσόντα, η Ματούλα Ζαμάνη είναι καλή τραγουδίστρια, κυρίως επειδή ερμηνεύει με έναν ανεπιτήδευτο, πηγαίο τρόπο. Αυτό, στην εποχή της fake και στημένης ερμηνευτικής προσέγγισης που κυριαρχεί σχεδόν παντού, έχει την αξία του νομίζω. Η εμφάνισή της ήταν συνολικά αξιοπρεπέστατη εκείνο το βράδυ –συμφώνησαν σε αυτό, άλλωστε, και οι 3 κοπέλες δίπλα μου, κι ας μην είχαν βάλει γλώσσα μέσα τους καθ’ όλη τη διάρκεια του set της...
Για τη Γλυκερία, επόμενη στο πρόγραμμα της Παρασκευής, είχα μεγάλη περιέργεια. Την προηγούμενη φορά που την είχα δει με είχε κομματάκι απογοητεύσει (εδώ) και προσήλθα έτσι στο Διογένης Studio κρατώντας μικρό καλάθι. Αλλά τελικά δεν υπήρχε λόγος ανησυχίας, αφού η λαοφιλής ερμηνεύτρια υπήρξε σπουδαία –και με το παραπάνω. Συνοδευόμενη από μια άψογη 13μελή ορχήστρα, χρειάστηκε ελάχιστο χρόνο για να «ζεσταθεί» και να αποδείξει ότι παραμένει άψογη σε αυτό που κάνει τόσο καλά δεκαετίες τώρα.
Το ρεπερτόριο που επέλεξε για την περίσταση περιελάμβανε μερικές από τις γνωστότερες επιτυχίες της (“Πάρε Με Απόψε Πάρε Με”, “Ό,τι Αγαπώ Είναι Δικό Σου”, “Το Τραγούδι Μου”, “Μέχρι Να Βρούμε Ουρανό”), κάποιες διασκευές μέσα από τον πρόσφατο νέο δίσκο της Ακολούθησα Ένα Αστέρι (“Η Νύχτα Μυρίζει Γιασεμί”, “Τα Τραγούδια Μια Σταλιά”), διάφορα επιτυχημένα κομμάτια από τον ευρύτερο λαϊκό και «έντεχνο» χώρο (“Η Βροχή”, “Πριγκιπέσα”, “Χαμοπούλια”, “Τα Κλειδιά” “Βασιλική/Μαύρη Θάλασσα/’Δω Στα Λιανοχορταρούδια”), το “Αστεία Όνειρα” από τη συνεργασία της με τους Πλέγμα, καθώς κι ένα ντουέτο με την Ζαμάνη στο “Θα Σπάσω Κούπες”. Μπορεί η Γλυκερία να μην το έχει και πολύ στην εξωμουσική επικοινωνία με το κοινό, όμως στο τραγούδι πραγματικά σκίζει. Από μια εξαιρετική συνολικά εμφάνιση, κρατάω τον απίστευτο αμανέ με τον οποίον έκλεισε “Τα Σμυρνέικα Τραγούδια” –και υποκλίνομαι.
Για τον Omar Faruk Tekbilek και την εξωφρενικά ταλαντούχα 5μελή πολυεθνική ορχήστρα του, πάλι, τι να πει κανείς; Για μένα, που δεν είχα παρακολουθήσει προηγουμένως συναυλία του, ήταν η αποκάλυψη της βραδιάς. Η μουσική του Τούρκου πολυοργανίστα, βασισμένη στον μυστικισμό, στις παραδόσεις της πατρίδας του (και της Μέσης Ανατολής γενικότερα), αλλά και σε μια fusion λογική που αντλεί από την ambient και την τζαζ, αρθρώθηκε έξοχα στη σκηνή του Διογένης Studio και ήρθε ως κορύφωση μιας ούτως ή άλλως πολύ αξιόλογης συναυλίας.
Είναι γνωστά τοις πάσι τα περί της δεξιοτεχνίας του Tekbilek και των μουσικών που τον συνοδεύουν κατά καιρούς, οπότε είναι ενδεχομένως άσκοπο να πω κι εγώ τα ίδια. Δύο πράγματα κυρίως μου έκαναν εντύπωση την Παρασκευή. Πρώτον, η ομαδικότητα που διέπει τη λειτουργία του συνόλου. Αν ο Tekbilek δεν ήταν εκείνος που μιλούσε ανάμεσα στα τραγούδια, δύσκολα θα καταλάβαινε κανείς ότι είναι ο ηγέτης, καθότι τα σολιστικά μέρη και οι ρόλοι μέσα στο συνολικό ηχητικό αποτέλεσμα ήταν μοιρασμένοι ισόποσα. Δεύτερον, το πώς η προαναφερθείσα δεξιοτεχνία των μουσικών δεν πέρασε σε καμία στιγμή μπροστά από τις συνθέσεις, αλλά αντίθετα στάθηκε πάντοτε στην υπηρεσία τους· στην υποστήριξη δηλαδή της μουσικής και όχι της ανάδειξης της ίδιας ως αυταξίας.
Με τον λεπτοϋφασμένο διάλογο ανάμεσα στην κιθάρα, τα πλήκτρα, το κανονάκι και τα διάφορα κρουστά, και με τον ίδιο να μεταπηδά από το νέυ στο καβάλ και από τον ζουρνά στο σάζι –κρατώντας και τον φωνητικό ρόλο, φυσικά– τα 105 λεπτά που διήρκεσε το σετ του Omar Faruk Tekbilek κύλησαν αβίαστα και μυσταγωγικά. Κάπου ενδιάμεσα ο μαέστρος κάλεσε στη σκηνή τη Γλυκερία για να πουν μαζί τα “Leylim Ley” και “Oglan”, αλλά και τη Ματούλα Ζαμάνη, η οποία ερμήνευσε το παραδοσιακό “Από Ξένο Τόπο”, ενώ στο “Sinanay Yavrum/Σήκω Χόρεψε Κουκλί Μου” συναντήθηκαν οι φωνές και των τριών.
Το γεμάτο Διογένης Studio αποθέωσε φυσικά τους μουσικούς, όμως, παρ’ όλη την αναγνώριση από πλευράς του της συμμετοχής και λατρείας του κοινού, ο Tekbilek δεν χάρισε κάστανα: όταν μια κυρία ανέβηκε στη σκηνή για να χορέψει τσιφτετέλι, εκείνος σηκώθηκε από το κάθισμά του και πήγε στα παρασκήνια για να πει στους υπευθύνους να της ζητήσουν να κατέβει. Πρόκειται για στιγμιότυπο ενδεικτικό, νομίζω, της αντίληψης και αντιμετώπισης που επιφυλάσσει ο σπουδαίος μουσικός στην τέχνη του.
{youtube}ynoTMQJgYP8{/youtube}