Την ώρα που περνάω, λαχανιασμένη, την υψηλής ασφαλείας σιδερόπορτα του Terra Vibe, το ρολόι δείχνει περασμένες 6 και ξέρω ήδη ότι μέχρι να κατατοπιστώ και να βρω parking, έχω χάσει το πρώτο act. Μπαίνω, βρίσκω ένα σημείο με σκιά, ευτυχώς εδώ στην εξοχή φυσάει ανακουφιστικά. Λίγα λεπτά νωρίτερα το “Baby Asteroid” έδινε το σήμα έναρξης του Rockwave 2023, κι ο Leon of Athens βρισκόταν on stage με μεγάλα πράσινα φλούο γυαλιά, μια πολύχρωμη κιθάρα-έργο τέχνης, το ζεστό του χαμόγελο και τον αέρα εξωτερικού που του έχουν χαρίσει οι συχνές εμφανίσεις του σε φεστιβάλ εκτός ελληνικού εδάφους. Αναρωτιέμαι αν έπαιξε κάποιο ακυκλοφόρητο, μας έχει τάξει νέο άλμπουμ μες στη χρονιά. «Τρίτη φορά Robbie», γράφω στο Instagram για να δηλώσω παρούσα στη Μαλακάσα. «Το πρώτο μου CD ήταν Take That.» Αρκετές ώρες αργότερα, ο Robbie θα με παρασύρει σε ένα ταξίδι πίσω στα 90s πολύ πιο συναισθηματικό και ενδοσκοπικό από ό,τι υπολόγιζα. Αλλά αυτό δεν είναι κάτι που γνωρίζω ακόμα.
Να ‘μαι λοιπόν και πάλι στην Μαλακάσα. Την τελευταία φορά που ήμουν εδώ το ημερολόγιο έδειχνε 6 Ιουλίου 2018 και headliners της βραδιάς ήταν οι Arctic Monkeys. Έκτοτε, συνειδητοποιώ -βάλε και τα χρόνια της πανδημίας- δεν είχε πραγματοποιηθεί άλλη συναυλία εκεί, παρά μια, τον Ιούλιο του 2022, με Social Distortion, Amenra κ.α. Δεν είναι λίγα τα 5 χρόνια. Το μαρτυρά και ο χώρος γύρω μου, το Terra Vibe σήμερα αποκτά μεν ζωή ξανά, αλλά τα «σημάδια γήρανσης» είναι ορατά: στο κιτρινισμένο χορτάρι, στην όψη των διάφορων κατασκευών και κτισμάτων που δεν έχουν ανακαινιστεί, στην συνολική αίσθηση του venue (από τα περίπτερα με τις μάρκες μέχρι τις τουαλέτες), από το οποίο έχουν περάσει στο παρελθόν ονόματα όπως οι Oasis, οι Cure ή οι Metallica, μα για χρόνια έμεινε έρημο και αχρησιμοποίητο, σαν ξέφραγο χωράφι που έχει μόνους επισκέπτες του τα περαστικά ζωντανά. Δεν δυσκολεύομαι να εγκλιματιστώ, μα το γεγονός ότι βρίσκομαι τόσο μακριά από την πόλη και η προοπτική εύκολης απόδρασης φαντάζει by default απίθανη, μου προκαλεί ένα αχρείαστο στρες που προσπαθώ καθ’όλη τη διάρκεια της βραδιάς να αποβάλλω, χωρίς επιτυχία. Μάλλον έχω ξεσυνηθίσει. Ή περισσότερο… μάλλον έχω μεγαλώσει.
O Jonathan Jeremiah έρχεται να διαλύσει όλες αυτές τις σκέψεις, με την κιθάρα του, την ευδιαθεσία του, το “singer-songwriter” φουλάρι του και ένα άκρως soulful και συμπαθέστατο set που σε κάθε ευκαιρία ζητά τη συμμετοχή του κοινού («σφυρίξτε μαζί μου» στο “Mountain”, «παίξτε παλαμάκια» στο “Foot Track Magic”, «θα τραγουδήσετε;» στο “Youngblood”). Κρατάω νοερή σημείωση να βάλω τους δίσκους του να παίζουν μες στο καλοκαίρι, στη βεράντα του ενοικιαζόμενου με τον απογευματινό καφέ, στο μεταξύ τον βρίσκω ιδανικό act για τη δεδομένη ώρα της ημέρας, ό,τι πρέπει για άραγμα στα γρασίδια του Terra Vibe και αποσυμπίεση.
Μέχρι να πάρει σκυτάλη στη σκηνή ο Mika, εγκαταλείπω το πόστο μου κοντά στη σκηνή και πηγαίνω προς τα πίσω, να κόψω κίνηση στο Μουσικό Βιβλιοπωλείο του Avopolis, που έχει στηθεί ειδικά για τις τέσσερις ημέρες του Rockwave Festival 2023. Συλλέκτες, βιβλιοφάγοι, βινυλιομανείς, «τυπικοί» συναυλιάκηδες, music nerds, αλλά και ζευγάρια, πιτσιρίκια, μπαμπάδες με τα παιδιά τους, ή απλοί περαστικοί ρίχνουν μια ματιά στους πάγκους που έχουν στήσει οι Εκδόσεις Οξύ και ξεφυλλίζουν βιβλία, λευκώματα και βιογραφίες μουσικών. Κάθε τίτλος γίνεται τροφή για συζήτηση και τα πηγαδάκια έξω από το περίπτερο πληθαίνουν.
Το ρολόι γράφει πια 19:30 και ο Mika εμφανίζεται στη σκηνή, ξαπλωμένος πάνω σε ένα πιάνο με ένα κοστούμι πράσινο σμαραγδί. Για κάποιο λόγο το μυαλό μου πάει ακαριαία στον Jim Carey και τον ήρωά του στη Μάσκα, και δεν είναι η πρώτη φορά που κάνω μέσα μου αυτή τη σύνδεση, η κινησεολογία του Mika θυμίζει έντονα καρτούν, εξάλλου Life In Cartoon Motion δεν λεγόταν και το hit album του από το 2007; Τι γκελ είχε κάνει τότε στον κόσμο αυτός εδώ ο τύπος.
Τρομερά χαρούμενος που βρίσκεται στην Αθήνα, ο Mika αποχωρίζεται το σακάκι του και μένει με ένα λευκό φανελάκι, απευθύνεται στο κοινό του στα ελληνικά και τα αγγλικά (αλλά και τα ισπανικά, τα γαλλικά, τα ιταλικά), βγαίνει συνέχεια στον διάδρομο-προέκταση της σκηνής, κατεβαίνει και τραγουδά ανάμεσα στο κοινό, αρπάζει το κουκλάκι ενός μικρού κοριτσιού και λέει στο μικρόφωνο πως δεν θα του το ξαναδώσει αν δεν χοροπηδήσουμε όλοι μαζί του, χαμογελάει συνεχώς, αποκαλύπτει πως πέρασε στην Αθήνα το πρώτο διάστημα της πανδημίας, καθώς αποκλείστηκε και δεν μπορούσε να γυρίσει σπίτι. «Δεν το πιστεύω ότι έχω κάνει τόσα χιλιόμετρα βόλτες τον σκύλο μου γύρω από το Μετς, κι όμως σήμερα είναι η πρώτη φορά που παίζω live στην Αθήνα!»
“Lollipop”, “Relax, Take it Easy!”, “Ice Cream”, “Happy Ending”, “Grace Kelly” (τα ξέρουμε όλα απέξω, για φαντάσου!) ένα αναπάντεχο flashback με το “Rain” (“baby, I hate days like this”), το ακούραστο φαλσέτο του του Mika, πολύχρωμα fun visuals, camp διάθεση, μια κάπα, ένα κεφάλι τίγρης και μια φυσική μεταδοτικότητα υπερβολικής χαράς, θετικότητας, παλαβομάρας και ενέργειας, επιπέδων Eurovision (της οποίας, by the way, έχει υπάρξει και συμπαρουσιαστής, το 2022). Πολύ fun και χαρισματικός τύπος, πολύ εύκολη και αβίαστη η χημεία του με το ελληνικό κοινό, έχω ειλικρινή απορία πώς και δεν είχε παίξει στην Ελλάδα τόσα χρόνια, μα κάτι μου λέει πως θα ξαναρθεί και μάλιστα άμεσα.
Εγώ τον Mika ακριβώς πριν τον Robbie θα τον έβαζα, αν με ρωτάτε, αλλά σειρά στην αφίσα είχε ο James Bay και η folk americana του, για να πέσουν λίγο οι ρυθμοί πριν περάσουμε στο κυρίως πιάτο. Κι όντως οι τόνοι έπεσαν, αφού η pop αύρα που άφησε πίσω του ο Mika εξανεμίζεται και ο πρώτος λόγος δίνεται στην κιθάρα (ή μάλλον τις κιθάρες, αφού ο Βρετανός άλλαζε τη μία μετά την άλλη, πόσες φορές). Σε λίγο νυχτώνει και μια σχεδόν πανσέληνος ξεπροβάλλει πίσω από το βουνό απέναντι από τη σκηνή, το πλήθος περιφέρεται σε όλο το Terra Vibe για ανεφοδιασμό, κουβεντούλες και ανασυγκρότηση δυνάμεων, μπροστά στη σκηνή το “Let It Go” φέρνει singalong, το “All My Broken Pieces” ανάβει τους φακούς των κινητών, το “When We Were on Fire” δυναμώνει την ένταση, και η κορύφωση του set έρχεται όπως ήταν αναμενόμενο με το “Hold Back the River” που το 2014 έστρεψε την προσοχή ολόκληρου του music industry σ’αυτόν τον γεμάτο ευαισθησίες μακρυμάλλη με το πλατύγυρο καπέλο. Αλλά ποιον πάμε να κοροϊδέψουμε. Εμείς τον Robbie Williams έχουμε έρθει να δούμε.
Και να ‘τος. Όχι ο ίδιος, μα η φιγούρα του, πάνω σε μεγάλους τρισδιάστατους κύβους-οθόνες. Γυμνός, γραμμωμένος, σκεπτόμενος. Είναι το εξώφυλλο του XXV, της συλλογής που έβγαλε το 2022 για να γιορτάσει 25 χρόνια solo καριέρας -καμία αμφιβολία ως προς τις προθέσεις, o Robbie ποζάρει πάνω σε ένα βάθρο. Σβήνουν τα φώτα, το κοινό παραληρεί, ο Robbie βγαίνει στη σκηνή με ένα χρυσοποίκιλτο κοστούμι, χορεύτριες, μπάντα, πνευστά, φανταστικά visuals, “Hey Wow Yeah Yeah” και ξέρεις από τα πρώτα δευτερόλεπτα πως αυτό που ακολουθεί θα είναι υπερπαραγωγή.
“I am Robbie fucking Williams. This is my band, this is my ass. Are you coming with me?”
Πέφτουν οι πρώτες νότες του “Let Me Entertain You”, από κάτω απόλυτη αποθέωση, ακόμα δεν ήρθε.
Παρατηρώ από τις οθόνες το πρόσωπό του. Τα μάτια του μαρτυρούν την ηλικία του μα κατά τα άλλα «νεανίζει» εντυπωσιακά. Ετών 49, πλέον, είναι πιο αδύνατος και πιο γυμνασμένος από το 2015 που τον είχαμε ξαναδεί, τα μαλλιά του γκριζαρισμένα αλλά χτενισμένα μοϊκάνα, το βλέμμα του σε υπερδιέγερση, γυαλίζει. “I am fucked!” δηλώνει από το πρώτο κομμάτι και κάθεται σε ένα σκαλάκι της σκηνής να ξαποστάσει, τα ρίχνει και καλά στον long-covid. «Δεν φταίει η ηλικία μου, you fuckers!» Αυτή είναι η πρώτη από τις πολλές φορές που θα μας απευθύνει τον λόγο, εξάλλου τα shows του Robbie είναι 70% μουσική, 30% stand-up, όπως είπε και ένας φίλος, και πώς αλλιώς να ήταν δηλαδή, τι θα την έκανε ο Robbie τόση προσωπικότητα, πού θα το έπνιγε το βρετανικό του φλέγμα, πώς θα καταπίεζε την ανάγκη του για προσοχή.
Βέβαια, το να έχεις πάντα τον ρόλο «διασκεδαστή της παρέας» είναι μια κατάσταση εθιστική, το να θέλεις να προκαλείς το γέλιο ή τον θαυμασμό καταλήγει κάποια στιγμή χωρίς να το ελέγξεις αυτοσκοπός, ενίοτε οδηγεί (ενδεχομένως) και σε αχρείαστες κρυάδες. Κάνω αυτή την παρένθεση, είναι ίσως μια χρήσιμη σκέψη ως αντίλογος στα δεκάδες άρθρα που έχουν κυκλοφορήσει από το Σάββατο μέχρι σήμερα με τίτλο «ο Robbie αποκάλεσε τους Έλληνες κλέφτες!», λες και περιμέναμε στην γωνία αγκαζέ με την woke police να δούμε πότε θα πει κάτι “inappropriate” για να τον αποκηρύξουμε. [Βαθύς αναστεναγμός] Ο Robbie έκανε απλά ένα σαχλό αστείο («όπου πηγαίνω, ο κόσμος θέλει να αγγίξει το κορμί μου, εδώ θα θέλουν να μου κλέψουν τα πετράδια από το μπλουζάκι μου και να τα πουλήσουν στο ebay»), από αυτά που τα λες για να τα πεις, μες στη ροή του αυτοσχεδιασμού, ένα «καλαμπούρι» από αυτά που θα έκανε ένας τυπικός φλεγματικός Άγγλος σε έναν φίλο του, οποιασδήποτε εθνικότητας, ίσως, έτσι απλά για να τον πικάρει με ένα χαζό και εσκεμμένα «ρατσιστικό» σχόλιο. Λίγο αργότερα, εξάλλου, ο Robbie θα έλεγε κάτι για το μέγεθος του πέους του, θα κορόιδευε την γερμανική προφορά στα αγγλικά, θα δήλωνε πως όταν ξεκίνησαν οι Take That, προκειμένου να γίνουν διάσημοι, γύρισαν και λίγο “gay porn”. Πόσο άδικο να μείνει κανείς όμως σε αυτά τα ασήμαντα (και ίσως περιττά, δεν διαφωνώ) πειράγματα και να μην εστιάσει στην ουσία του show που έδωσε ο Robbie στη Μαλακάσα.
«Είστε εδώ για να γιορτάσουμε μια μουσική Οδύσσεια που έχει διαρκέσει 33 χρόνια. Που έχει αγγίξει την απόλυτη κορυφή. Μα και τον απόλυτο πάτο. Είστε εδώ για να τα θυμηθούμε όλα: Τη μουσική! Το σεξ! Τα ναρκωτικά! Τα σκάνδαλα! Τους παπαράτσι! Απόψε, αυτό που θα συμβεί, θα είναι ψυχοθεραπεία για εμένα, και διασκέδαση για εσάς!»
Μπουμ. Η αποψινή συναυλία έχει concept. O Robbie διαλέγει έναν θεατή στο κάγκελο, τον Dimitri (“From now on, I’ll be calling you D”) και του αφηγείται την ιστορία της ζωής του.
«Αν το σκεφτείτε υπάρχουν δύο ειδών τρσγούδια που γράφω. Τα μισά λένε: I’m fucking amazing και τα άλλα μισά λένε: νιώθω μόνος και θλιμμένος και χαμένος, έλα να με σώσεις» Και ξεκινά το “Come Undone”.
Ξεκινά την αφήγησή του από το 1991, τους Take That και το πρώτο (ανεκδιήγητης αισθητικής) video clip του boy band. Εντελώς απροκάλυπτα, μιλά για το πόσο ήθελε να είναι ο frontman και ζήλευε τον Barry Manilow που ήταν ο βασικός τραγουδιστής. «Κανείς δεν με συμπαθούσε, όλοι με έβρισκαν αντισυμβατικό, τελικά με έδιωξαν από το συγκρότημα, κι εγώ πήγα στο Glastonbury, έκανα παρέα με μια μπάντα, μου άλλαξαν τη ζωή» Το “Don’t Look Back In Anger” των Oasis σηκώνει χιλιάδες κινητά, στο ρεφρέν (and sooooo Sally can wait) η Μαλακάσα μεταμορφώνεται σε karaoke bar (she knows it’s too late / as we’re walking on byyyy…)
Όσο προχωράει ο χρόνος, ο Robbie γίνεται όλο και πιο ενδοσκοπικός («Και που λες, D», λέει στον μονίμως χαμογελαστό Δημήτρη στο κάγκελο, «άκουγα διαρκώς φωνές μέσα στο κεφάλι μου, μου έλεγαν είσαι άχρηστος, είσαι ένα τίποτα, προσπαθούσα να τις σιγήσω με αλκοόλ, κοκαΐνη, μαριχουάνα, ecstasy») και παράλληλα, τα hit πέφτουν το ένα μετά το άλλο “Candy” (μοιράζει μπλουζάκια στο κοινό), “Feel” (ένα πράσινο-μπλε laser show μας υπνωτίζει, οι στίχοι “'Cause I got too much life / Running through my veins / Going to waste”, μετά από τόση εξομολόγηση, έχουν ξαφνικά διαφορετική βαρύτητα), “Kids” (α ρε Kylie, τα νιάτα μας), “Rock DJ” (ποιος μπορεί να ξεχάσει αυτό το αξεπέραστο video clip), τα visuals μας παίρνουν το κεφάλι, on stage συμβαίνουν πολλά πράγματα ταυτόχρονα, απόλυτη φαντασμαγορία.
Δύο πράγματα λειτούργησαν ως σανίδα σωτηρίας για μένα. Νούμερο ένα: Η γυναίκα μου και τα παιδιά μου. Νούμερο δύο: εσείς.»
Το encore ανήκει στο “No Regrets” και τις διαγαλαξιακές μπαλάντες “She’s The One” (το οποίο αφιερώνει σε μια κοπέλα από το κοινό, τη Ρία) και “Angels”, όπου ζητάει να ανάψουμε τους φακούς των κινητών μας και όλη η Μαλακάσα μετατρέπεται σε ένα λιβάδι με πυγολαμπίδες. Λίγο αργότερα, θα τραγουδήσει ένα medley a cappella κι εκεί, εκτός setlist, θα χαρίσει στο ελληνικό κοινό -που τόσο αγαπάει αυτό το κομμάτι- και το “Me and my Monkey”.
Ο Robbie αποχωρεί σαν σε fade out, τα φώτα σβήνουν, ο κόσμος αποχωρεί σε μπουλούκια, κόρνες, μποτιλιάρισμα, το Terra Vibe αδειάζει, μέχρι την επόμενη φορά.
“Always a family affair” είναι η λεζάντα της γυναίκας του, Ayda Field, στο video που ανεβάζει στο Instagram. Τα παιδιά του backstage τον περίμεναν στο πλάι της σκηνής, μετά το “Angels”, να του κάνουν μια αγκαλιά.
«Υπέφερα. Η κατάθλιψη και το άγχος δεν με άφηναν να χαρώ τη ζωή μου. Μέχρι που κατάλαβα πως όλα αυτά από τα οποία πάσχιζα να φύγω ήταν εκείνα προς τα οποία έπρεπε να στραφώ. Οι σχέσεις, η οικογενειακή ζωή μου φαίνονταν πράγματα βαρετά. Και τελικά να. Είμαι εδώ και 13 χρόνια παντρεμένος με την ίδια γυναίκα, έχω 4 παιδιά και δηλώνω 23 χρόνια νηφάλιος και καλύτερα από ποτέ.»
Νομίζαμε πως είχε έρθει να μας χαρίσει απλά άλλη μια συναυλία. Μα εν τέλει, πιο πολύ, ο Robbie είχε ανάγκη να μιλήσει για την αποδοχή του εαυτού, την σωτηρία της ψυχής, την αγάπη, το νόημα της ζωής.