Ο Jonathan Bree ήρθε στην Αθήνα, για να ερμηνεύσει κομμάτια από την 3η του σόλο δισκογραφική δουλειά Sleepwalking (2018). Και μας άλλαξε για τα καλά τη διάθεση, μία ούτως ή άλλως δύσκολη ημέρα της εβδομάδας σαν την Κυριακή.
Όπως πολύ εύστοχα δήλωσε ο Bree στον τίτλο του προηγούμενού του άλμπουμ (2015), οι μουσικές του είναι κατά κύριο λόγο «νυχτερινές». Άραγε η νύχτα μας έφερε τη συγκεκριμένη μουσική ή η μουσική έφερε τη νύχτα; Όπως και να έχει, το Sleepwalking αποδείχθηκε εξαιρετικός δίσκος και νιώσαμε έτσι πολύ τυχεροί που βρεθήκαμε σε αυτήν την κάπως διαφορετική εμφάνιση για τα δεδομένα του Tiki.
Πριν όμως ακούσουμε τον Bree, προσπάθησε να μας ζεστάνει (χορευτικά) η Etten, δηλαδή η Ελένη Τζαβάρα, παλιά γνώριμη στα εγχώρια μουσικά πράγματα ως frontwoman των Film. Σήμερα βαδίζει σε πιο electro μονοπάτια, ενώ φωνητικά και αισθητικά παραμένει στα χνάρια της Björk και άλλων Σκανδιναβών performer γένους θηλυκού. Φάνηκε μάλιστα να έχει ένα αρκετά ενθουσιώδες κοινό, το οποίο την ακολούθησε και σε αυτήν τη support εμφάνισή της. Γεμάτη με μια γλυκύτατη ενέργεια, έμεινε για λίγο on stage παραχωρώντας τη θέση της στον πρωταγωνιστή της βραδιάς.
Καλά μέχρι εδώ, όμως δεν είπαμε δύο λόγια για το τιμώμενο πρόσωπο. Ο Bree μας ήρθε για πρώτη φορά, από τη Νέα Ζηλανδία· είναι πρώην μέλος των Brunettes, όπου συνυπήρξε με την Princess Chelsea, για την οποία έγινε αρκετός ντόρος σχετικά με την εμφάνισή της στην Αθήνα δυο βραδιές πριν (δείτε εδώ). Ο ήχος του έχει χαρακτηριστεί ως chamber ή baroque pop, πασπαλισμένος όμως με χαμηλότονη 1960s γοητεία. Προσωπικά θα τον χαρακτήριζα pop noir.
Η ευχάριστη έκπληξη ξεκίνησε από τις πρώτες κιόλας νότες του "Sleepwalking". Ενώ δηλαδή η ηχογραφημένη του εκδοχή δίνει την αίσθηση μια ζαλισμένης μέθης, στο live εξέπεμπε μια υποβόσκουσα, σκοτεινή ατμόσφαιρα, η οποία ενισχύονταν στο ρεφρέν από τη λυγερή, «φάλτσα» μπασογραμμή.
Οι ζωντανές εμφανίσεις του Bree είναι άκρως θεατρικές, όπως διαπιστώσαμε βλέποντάς τον στο Tiki. Παρακολουθήσαμε με λίγα λόγια μια εκδοχή των βιντεοκλίπ του, επί σκηνής. Καλυμμένος με το χαρακτηριστικά ανέκφραστο προσωπείο –το οποίο θύμιζε μεταξωτό ανδρείκελο– πλαισιώθηκε από δύο χορεύτριες ντυμένες με χωριάτικη φορεσιά της Άγριας Δύσης· μαζί έτσι με το στιλ του Bree και το παρεμφερές των δύο συνοδευτικών μουσικών (ντράμερ και μπασίστας) έφεραν τα τέλη του 19ου αιώνα στο εδώ και το τώρα της πολυνησιακής αισθητικής του Tiki.
H εμφάνιση όμως δεν ήταν μόνο σκηνοθετημένη, αλλά και χορογραφημένη: γινόταν ξεκάθαρο δηλαδή ότι ακόμα και η παραμικρή κίνηση ήταν εναρμονισμένη με τον ρυθμό, με σκοπό τη δημιουργία μιας ολοκληρωμένης καλλιτεχνικής απόδοσης της μουσικής. Προσωπικά βρίσκω ξενέρωτη τη φάση να βλέπω μια συναυλία μέσα από τα smartphones του κοινού, ωστόσο παραδέχομαι ότι σε τέτοιες περιπτώσεις, όταν βρίσκεσαι σχετικά πίσω, βοηθά ώστε να μπορείς να δεις όλη τη δράση.
Όλα λοιπόν κυλούσαν όμορφα, με τις «Αμερικάνες» χορεύτριες σε αριστοτεχνικά συγχρονισμένη παντομίμα να χρησιμοποιούν διάφορα μέσα για να αποδώσουν το κάθε κομμάτι του Bree. Για παράδειγμα, στο "You’re So Cool" πήραν ρακέτες του τένις για να μιμηθούν τις κιθάρες, στο "Say You Love Me Too" βεντάλιες και στο "The Primrose Path" κάμερες, με τις οποίες έβγαζαν selfies σατιρίζοντας κατά κάποιον τρόπο τη σημερινή πραγματικότητα.
Έτσι πέρασε η βραδιά, σε ένα γεμάτο μπαρ, με ακροατήριο που φαινόταν να απολαμβάνει χαλαρά τη μουσική μαζί με το ποτό του. Μας ενθουσίασε η ποικιλομορφία των κομματιών του Bree: καθένα ήταν διαφορετικό από το άλλο και διατηρούσαν την προσοχή σου μέχρι το τέλος του live. Αξίζουν πραγματικά το ενδιαφέρον, καθώς σε αυτά μπορούσαμε με λίγη φαντασία να διακρίνουμε (μεταξύ άλλων) στοιχεία από David Sylvian, Serge Gainsbourg ακόμα και Robert Rlant σε μια πιο ανάλαφρη, σύγχρονη εκδοχή, η οποία ηθελημένα δεν παίρνει και τόσο σοβαρά τον εαυτό της.
Λίγο πριν κλείσει το set, ο Bree μας χάρισε και το "Fuck Ιt", ένα αρκετά σαρκαστικό κομμάτι πάνω στην υποκρισία που διακατέχει τις ανθρώπινες σχέσεις της ευκολίας στη σημερινή εποχή του μηδενισμού και των media. Δεν ακολούθησε encore, ωστόσο νιώσαμε χορτασμένοι και ανανεωμένοι από τα όσα είχαμε δει. Ήταν μια βραδιά με feel-good, χορευτικά ακούσματα, τα οποία μπορούν να είναι απλά αλλά όχι ευτελή, ποπ αλλά όχι χαζοχαρούμενα, ανάλαφρα αλλά και σκοτεινά με τον δικό τους, υπόγειο τρόπο.
{youtube}gxRq23qVE8A{/youtube}