Μια ενδιαφέρουσα διεθνή συνάντηση (1 συνέδριο και 3 συναυλίες) φιλοξένησε η Στέγη Γραμμάτων & Τεχνών στις 7, 8 & 9 του μηνός, η οποία έφερε τον εύγλωττο τίτλο Διασπορές σε Διάλογο: Πολυπολιτισμός, Μετανάστευση και Αυτοσχεδιαστική Φαντασία. Ολοκληρώθηκε δε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, με τη συναυλία του σχήματος των Alan Bishop, Maurice Louca & Sam Shalabi, τους Dwarfs Of East Agouza. Ένα τρίο το οποίο ενσωματώνει ξεκάθαρα τον πολυπολιτισμό και την αυτοσχεδιαστική φαντασία, αλλά μ' έναν τρόπο και τη μετανάστευση (αν και όχι, προφανώς, με τους ίδιους όρους με τους οποίους νοείται συνήθως η λέξη): ένας Αμερικανός (ο Bishop), ένας Καναδός (ο Shalabi) και ένας Αιγύπτιος (o Louca), οι οποίοι ζουν τα τελευταία χρόνια στο Κάιρο, όπου και ξεκίνησαν να δουλεύουν πάνω σ’ έναν ήχο με πολλές αναφορές και προσλαμβάνουσες.
Τα ονόματα των τριών συντελεστών δίνουν από μόνα τους ένα στίγμα. Πάρτε παράδειγμα τους διονυσιακούς Sun City Girls, το τρίο δηλαδή με το οποίο διέπρεπε ο Bishop για 30 σχεδόν χρόνια, καθώς και το label-θησαυρό της Sublime Frequencies που ίδρυσε μαζί με τον Hisham Mayet· επίσης, μερικά από τα πιο πολυσυλλεκτικά και περιπετειώδη σχήματα της περίφημης σκηνής του Μόντρεαλ στα οποία βρίσκουμε την υπογραφή του Shalabi (π.χ. οι Shalabi Effect και οι Land Of Kush), καθώς και ορισμένες δουλειές όπου συμμετέχει ο Louca και πιστοποιούν εκείνο που γράφει το δελτίο τύπου της Στέγης, ότι δηλαδή πρόκειται για «έναν από τους πιο συναρπαστικούς καλλιτέχνες της εναλλακτικής μουσικής του σύγχρονου αραβικού κόσμου» (ακούστε π.χ. το Aynama Rtama των Alif ή τη 2η προσωπική του δουλειά, το εξαιρετικό Salute The Parrot, όπου συμμετέχουν επίσης οι Bishop & Shalabi). Προσθέστε βεβαίως σε αυτά και το θαυμάσιο δισκογραφικό ντεμπούτο των Dwarfs Of East Agouza (Bes, 2015) το οποίο κυκλοφόρησε από το label του Khyam Allami, τη Nawa Recordings.
Φυσικά, μπροστά μας στη Μικρή Σκηνή της Στέγης δεν είχαμε 3 λήμματα της Wikipedia, αλλά 3 ευρηματικούς μουσικούς, οι οποίοι χρησιμοποιούν το εδώ και τώρα του αυτοσχεδιασμού για να ρίξουν γέφυρες μεταξύ Δύσης και Ανατολής. Γέφυρες που δεν καθορίζουν τη φορά της κίνησης, άρα δεν υποδηλώνουν καμία αξιακή προτεραιότητα, παρά μόνον υπογραμμίζουν το εφικτό ενός ισότιμου διαλόγου. Κάτι τέτοιο συνέβη και στη συναυλία της Κυριακής.
Το τρίο βρισκόταν επί σκηνής ήδη από τις 9, περιμένοντας υπομονετικά να ολοκληρωθεί η προσέλευση του κόσμου στο αμφιθέατρο (το οποίο παρεμπιπτόντως, ήταν κατάμεστο). Με το που έσβησαν τα πολλά φώτα 10 λεπτά αργότερα, ο Shalabi ανέλαβε με την ηλεκτρική του κιθάρα την εισαγωγή, παίζοντας ένα σόλο αντίστοιχο με εκείνα που υπάρχουν συχνά στην αρχή των ρεμπέτικων, των αμανέδων και των λοιπών παραδοσιακών ασμάτων της καθ’ ημάς Ανατολής. Έθεσε δηλαδή ένα ευκρινές πλαίσιο πάνω στο οποίο θα κινηθεί το όλο πράγμα: ένα αυτοσχεδιαστικό θέμα που πατούσε εμφανώς στην Ανατολή, μα εκτελέστηκε με το κατ’ εξοχήν όργανο της Δυτικής ποπ κουλτούρας· ένα θέμα επίσης που κατάφερε να ενσωματώσει στον κώδικά του τόσο τη βαθιά αισθαντικότητα της παραδοσιακής τραγουδοποιίας, όσο και τη φρενίτιδα αυτοσχεδιαστικών μορφών έκφρασης όπως π.χ. η free jazz.
Σταδιακά μπήκαν στο παιχνίδι και οι άλλοι δύο, πρώτα ο Louca με ορισμένες ηλεκτρονικές ατμόσφαιρες και λίγο αργότερα με τα προηχογραφημένα αραβικά κρουστά, και εν συνεχεία ο Bishop, αρχικά εκμεταλλευόμενος τους μικροφωνισμούς από το ανοιχτό σκάφος της ηλεκτροακουστικής του κιθάρας και έπειτα ρίχνοντας τα κολλημένα ρυθμικά του “Baka Οf Τhe Future”. Φτάσαμε έτσι γρήγορα στην πρώτη κορύφωση της βραδιάς, κάνοντάς με προσωπικά να δυσανασχετώ λιγάκι με την αδράνεια του σώματος, έτσι όπως εκείνο αναπαυόταν στα άνετα καθίσματα της Στέγης.
Σε αρκετά σημεία συνέβη κάτι παρόμοιο. Ορισμένες μουσικές, βλέπετε, προκειμένου να βιωθούν στην πληρότητά τους, αποζητούν όχι απαραιτήτως τίποτα χορευτικές πιρουέτες, πάντως μια κάποια σωματική εγρήγορση, αρκετή για να αφήσει τον ρυθμό να μπει μέσα σου. Και το τρίο από το Κάιρο μάς έστελνε συχνά-πυκνά τέτοιες γεμάτες γκρούβες, οι οποίες από τη μεριά μας απαντιόνταν στην καλύτερη από το πόδι που απλώς κρατούσε το τέμπο και από ένα εξίσου ρυθμικό (μα και εξίσου ήπιο) κούνημα της κεφαλής.
Βέβαια, ό,τι συνέβαινε στη σκηνή στάθηκε σε αρκετά του σημεία συναρπαστικό, οπότε άνετα ξεχνούσες τέτοιες λεπτομέρειες. Αν δεν κάνω λάθος, το 90λεπτο σετ των Dwarfs Οf East Agouza πατούσε πάνω στο πρόσφατο ντεμπούτο τους, όχι για να μας προσφέρουν μια «κρύα» επανεκτέλεση, αλλά περισσότερο για να βρουν ένα κέντρο γύρω από το οποίο θα περιστρέψουν τους αυτοσχεδιασμούς τους.
Εκεί δέσποζε το παίξιμο του Shalabi, το οποίο συχνά έπαιζε με ανατολίτικα μοτίβα φέρνοντας ταυτόχρονα στον νου την punk αψάδα που έχουν οι κιθάρες των Ex (και ιδίως τις γέφυρες που ρίχνουν κι εκείνοι με τον κόσμο της free jazz –ακούστε π.χ. το σχήμα των Lean Left, όπου συνυπάρχουν με τους Ken Vandermark και Paal Nilssen-Love). Αλλά και τα ηλεκτρονικά του Louca, τα οποία, όσο αντλούσαν από τον κόσμο της σύγχρονης electronica, άλλο τόσο πλαγιοκοπούσαν τον χαρακτηριστικό ήχο των πληκτροφόρων της βορείου Αφρικής. Προσθέστε βεβαίως και την καλώς εννοούμενη παλαβομάρα του Bishop, που, όταν δεν συγκρατιόταν από τα ρυθμικά του καθήκοντα (το παίξιμό του στην ηλεκτροακουστική κιθάρα είχε ξεκάθαρα τη λογική ενός μπασίστα), ξεπηδούσε αχαλίνωτη από το στόμα του, είτε φυσούσε το άλτο σαξόφωνο, είτε επιδιδόταν σε εκείνους τους απολαυστικούς μη λεκτικούς μονολόγους. Ενίοτε, μάλιστα, τα δύο συνδυάζονταν, με τον Bishop να ξεκινάει μία από τις ακατάληπτες, μανιώδεις φράσεις του στο μικρόφωνο, ολοκληρώνοντάς τη μέσα από τους σωλήνες του σαξοφώνου.
Ορισμένες φορές ο διάλογος μεταξύ των τριών εκτραχυνόταν σκοπίμως σε τρεις παράλληλους μονολόγους, οι οποίοι μπλέκονταν σ’ ένα σύννεφο ήχων και συχνοτήτων. Πάντοτε όμως παρέμενε ουσιώδης, ανοιχτός στην επιτόπια διαπραγμάτευση και στο διαρκές πάρε-δώσε μεταξύ Ανατολής και Δύσης, μα και πλήρης στις ψυχεδελικές του υποδηλώσεις. Ήταν ένα λάιβ που, χωρίς να αποφύγει λίγες κοιλιές, κατάφερε να καταστήσει προφανή τα πλεονεκτήματα τόσο του πολυπολιτισμού, όσο και της αυτοσχεδιαστικής φαντασίας.
{youtube}f5hWzTrbv8k{/youtube}