«Έμειναν εισιτήρια»;

«Θα σολντάρει το Gagarin, τι λες»; με πολλούς να διηγούνται παράλληλα τι είχε γίνει στο An Club, πριν 2 χρόνια (link)

Τέτοια άκουγες την Πέμπτη έξω από το 205 της Λιοσίων, από ένα χαρωπό, νεανικό πλήθος, το οποίο όλο και πύκνωνε όσο πέρναγε η ώρα. Οι Growlers ήταν στην πόλη και για ένα κομμάτι τουλάχιστον του πιο ενεργού μουσικόφιλου κοινού της πρωτεύουσας, αυτό αποτελούσε σημαντική υπόθεση.

Όχι πάντως τόσο σημαντική ώστε να μην παρακολουθήσουν με ενδιαφέρον το support σετ των δικών μας Noise Figures. Οι Γιώργος Νίκας & Στάμος Μπάμπαρης παραμένουν σταθερά καλοί σε τέτοιες αποστολές, ειδικά δε στη συγκεκριμένη περίσταση παρέδωσαν νομίζω ένα «ζέσταμα» για σεμινάριο. Έπαιξαν δηλαδή ακριβώς μ' αυτό το ζητούμενο κατά νου, έμειναν προσανατολισμένοι σε κάτι απολύτως σχετικό ηχητικά με το συγκρότημα που προλόγιζαν κι έκατσαν στη σκηνή όσο ακριβώς έπρεπε ώστε να μην κοιτάξω το ρολόι μου ούτε καν εγώ, που δεν αρέσκομαι στη μουσική τους. Μπράβο, να τα λέμε κάτι τέτοια.

Και μετά βγήκε ο ήλιος, βραδιάτικα. Ο ζεστός, καλιφορνέζικος ήλιος των Growlers, κατ' ευθείαν από τα ύστερα 1960s, με όλη την ορμή και την περιπέτεια του garage rock της εποχής και της μεγάλης της ψυχεδέλειας σχολής. Καλά, κόψε κι εσύ κάτι... Την περιπέτεια, βασικά. Γιατί είναι safe πλέον το όλο κόλπο· ίσιωμα από το πόσο έχει περπατηθεί, δοκιμασμένο, στυλ που το φοράς στο νούμερό σου. Σαν σταράκι στη μετα-Cobain εποχή

Αυτό όμως δεν σημαίνει πως δεν γίνεται να είναι και καλό. Νόστιμο, έστω. Κι αν κάτι απέδειξαν οι Growlers και στον πλέον δύσπιστο την Πέμπτη, είναι πως το πάτημά τους στο συναυλιακό σανίδι είναι σταθερό, σίγουρο και τίμιο.

Τίμιο, ναι. Με εκείνη τη χιλιομπαλωμένη έννοια της «τίμιας μπάντας», που γίνεται λιανά ως εξής: δεν παίζουν κάτι εξαιρετικό, δεν έχουν πάνω από 2-3 πραγματικά καλά τραγούδια, της αναβίωσης είναι κι αυτοί κι αν κλείσεις έτσι τα μάτια και τους ακούσεις, όλα ίδια θα σου φανούν τα κομμάτια τους, παραλλαγές σε βασικά μοτίβα που κάθε σοβαρός ακροατής έχει ήδη στη δισκοθήκη (και στην καρδιά) του από τους πρώτους διδάξαντες. 

Όμως οι Growlers παίζουν με «κούτελο» την αλήθεια τους, με την αγάπη τους γι' αυτό το πράγμα, για εκείνους τους ήχους. Δεν παριστάνουν τίποτα που δεν είναι και δεν κρύβουν το «ταβάνι» της μουσικής τους. Κι έτσι, ό,τι στους δίσκους ακούγεται βαρετό, στη σκηνή αποκτά μια λάμψη διαφορετική. Με κύριους άξονες τη σέξι κακοφωνία του μπροστάρη Brooks Nielsen και τα απίθανα λικνίσματά του, τα οριακά «χαζοχαρούμενα» πλήκτρα του Kyle Straka, καθώς και τις αλάνθαστες μπασογραμμές του Anthony Braun Perry, ο οποίος στάθηκε μπροστά μας με γυαλί ηλίου καθ' όλη τη διάρκεια του live, λες και βρισκόταν σε καμιά αμμουδιά του Ειρηνικού και τζάμαρε με τους κολλητούς. Διάολε, σε μερικά σημεία της βραδιάς ήταν τέτοιο το όλο feel-good κλίμα, που για λίγο θυμήθηκα τον Lee Perry να παίζει στο Winter Plisskën ενώ έπεφταν πολύχρωμα, γυαλιστερά χαρτάκια ολούθε.

Και το κοινό, όμως, ήταν σωστό. Δεν είχαν έρθει εκεί για το hype, τύπου Allah-Las, γι' αυτό και ήταν περιορισμένα όσα πηγαδάκια βρήκανε αφορμή να πουν τα νέα τους. Κυρίως έβλεπες ανθρώπους που χόρευαν και τραγουδούσαν τους στίχους (άρα τους ήξεραν), πρόθυμους να υποδεχτούν με θέρμη τα νέα τραγούδια των Αμερικανών από το πρόσφατο Chinese Fountain, ακόμα κι αν γινόταν φανερό πως δεν είχαν ακόμα βρει τη θέση τους μέσα τους. 

Ήταν λοιπόν αληθινά δύσκολο να μην περάσεις καλά στους Growlers, ακόμα κι αν ποτέ δεν παίζεις τους δίσκους τους σπίτι. Υπήρχε σε επάρκεια εκείνο το «κάτι», που δίνει σταθερό καύσιμο στη μηχανή του ροκ εν ρολ. Ακόμα και στις μέρες αυτές, στις οποίες αδυνατεί να ισορροπήσει στον άξονα του Δυτικού 21ου αιώνα και αρέσκεται να νοσταλγεί μέρες πιο απλές(;) και πιο «μυθικές», μαζί με ένα σημαντικό κομμάτι της εναλλακτικής νεολαίας. 

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured