Μια του κλέφτη, δυο του κλέφτη, τρεις και τον τσακώσαμε! Από το 2012 προσπαθώ να πετύχω τον σενιόρ John Talabot σε κάποιο DJ σετ, αλλά πώς έρχονταν τα πράγματα, τελικά αυτό έμενε στη σφαίρα του φανταστικού. Ξεκίνημα από την άνοιξη εκείνης της χρονιάς, όταν υποτίθεται πως θα τον παρακολουθούσα στο Sonar. Αμ δε! Έκτακτη επικαιρότητα στον ορίζοντα και ακύρωση των σχεδίων περί ταξιδιού στη Βαρκελώνη. Δεύτερη ευκαιρία πέρυσι το καλοκαίρι, όταν και συμμετείχε στο φεστιβάλ του Εν Λευκώ, στην Τεχνόπολη –έλα όμως που εκείνη την περίοδο απουσίαζα εγώ για τις καλοκαιρινές διακοπές! Στο άκουσμα λοιπόν του σαββατιάτικου ερχομού του στο Six d.o.g.s. αποφάσισα να τελειώνω μ' αυτό το εκνευριστικό σερί αποτυχιών.
Θες τώρα λόγω διαφόρων μαζώξεων σε σπίτια –λόγω Αγίου Νικολάου– θες λόγω των επεισοδίων στους δρόμους της Αθήνας λόγω της επετείου του Αλέξη Γρηγορόπουλου, φτάσαμε καθυστερημένα στο Six d.o.g.s. Chevy και Yodashe παίξανε επομένως χωρίς εμάς. Μπαίνοντας στην αίθουσα βρήκαμε επί σκηνής τον ΝΤΕΙΒΙΝΤ, τον Γιώργο Μπακαλάκο δηλαδή του Εν Λευκώ. Το σετ του ήταν σε γενικές γραμμές ανεβαστικό, με indie dance αέρα διανθισμένο από στοιχεία funky house και electro. Η επιλογή των κομματιών έχτισε ένα μουσικό σώμα απολύτως κατάλληλο για την προετοιμασία της διάθεσης εν όψει του κυρίως πιάτου της βραδιάς, ενώ με εκείνο το remix στο “I Can’t Live Without You” του Caribou πρόσφερε κι ένα highlight στο όλο event.
O δημιουργός τώρα του ƒIN –αυτού του υπέροχου προ διετίας δίσκου που είχε βρεθεί σε ουκ ολίγες λίστες της χρονιάς στα μουσικά έντυπα– βγήκε στη σκηνή λίγο μετά τις 3. Δεν ξεκίνησε όμως το σετ του με την εκλεπτυσμένη electronica εκείνης της δουλειάς, αλλά με ένα μεταλλαγμένο ντίσκο υβρίδιο, χτίζοντας στην ουσία την ένταση πάνω στον ρυθμό. Μέσα έτσι στο πρώτο μισάωρο είχε βουτήξει (κι εμείς μαζί του) σε μια σκεπτόμενη dance παλέτα, η οποία πρότασσε μεν το beat, αλλά στα μετόπισθεν έδινε ιδιαίτερη προσοχή στο συναίσθημα. Γλυκόπικρες μελωδίες από σύνθια πασπάλιζαν διακριτικά τον ρυθμολογικό όγκο ενώ, όσο προχωρούσε η βραδιά, το κέντρο βάρους μετατοπιζόταν (αναμενόμενα) όλο και περισσότερο προς το μπιτάτο κομμάτι της εξίσωσης.
Όταν αυτή η διαδικασία έφτασε στην κορύφωσή της, βρήκαμε εαυτούς στη μέση ενός tech house παραληρήματος, που όσο περνούσε η ώρα σκοτείνιαζε μάλιστα όλο και περισσότερο. Κάτι τέτοιο δεν δυσαρέστησε τον κάμποσο κόσμο που είχε έρθει στην Αβραμιώτου για τον Ισπανό, προσωπικά όμως δεν με ενθουσίασε. Πώς να το κάνουμε, από τον άνθρωπο που μας έχει χαρίσει τραγούδια όπως το “Last Land” και το “Destiny” περίμενα ένα πιο ειδικό συναισθηματικό βάρος. Το οποίο δυστυχώς βρήκα να απουσιάζει, καθώς η προσοχή του John Talabot εστιάστηκε στο να κρατάει τα μπόσικα στη ρυθμολογία.
Υπήρξαν βέβαια και οι βουτιές στην ενεργητική ενδοσκόπηση κομματιών σαν το “Moma” του Four Tet ή το σκεπτόμενο techno του Mark Henning στο “James Hughes Blues”, όμως στο σύνολο είχαμε να κάνουμε με έναν Talabot που, αν παρέδιδε το ίδιο σετ σε κάποιο πολύωρο φεστιβάλ, θα ήταν ένας ακόμα απ' όσους κρατάνε τον ρυθμό ψηλά, έχοντας κατά νου τα πόδια των παρευρισκομένων –και όχι εκείνος που θα έμενε στη μνήμη επειδή έκανε τη διαφορά με τις επιλογές του, στοχεύοντας (και) στο μυαλό τους. Μας έβαλε επομένως σε κίνηση ο Ισπανός το Σάββατο, αναμφισβήτητα, χωρίς όμως να επιχειρήσει και την καλλιτεχνική υπέρβαση.
{youtube}F09bnviWhXM{/youtube}