Η προσέλευση στο Six d.o.g.s. την Κυριακή ήταν απογοητευτική: μπάντα από το Λιδωρίκι να έπαιζε, θα είχε παραπάνω από τα 34 άτομα που ήμασταν μέσα (ναι ρε! μας μέτρησα). Σαφώς υπάρχει η δικαιολογία της βροχής, η δικαιολογία της Κυριακής, η δικαιολογία των επεισοδίων που φοβόντουσαν κάποιοι πως θα συνεχίζονταν, αλλά υπάρχει και η ΜΗ δικαιολογία της πολύς χαμηλής τιμής, όπως και η ΜΗ δικαιολογία του πραγματικά καλού ονόματος που έχουν στις πλάτες τους οι Blank Tapes.
Σε αντίθεση με τους Δρεσδιανούς Roaring 420s (όχι, δεν είναι κανάς πλανήτης, από τη Δρέσδη της Γερμανίας εννοώ, το ιστορικό τοτέμ εγκλήματος πολέμου των Συμμαχικών Δυνάμεων κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο), οι οποίοι μας εμφανιστήκαν με ελάχιστες δυνάμεις, αν μου επιτρέπετε. Όχι κεφιού, το αντίθετο. Η τετραημέρη τουρνέ στην Ελλάδα μια χαρά τους έκατσε στο κεντρικό νευρικό σύστημα απ' ό,τι κατάλαβα, αφού ήταν όλο χαρές και πανηγύρια. Θετικότατοι και χαμογελαστοί άνθρωποι, λοιπόν, γι' αυτό και τους συγχωρήσαμε που ανέβηκαν στη σκηνή αρκετά αργά για support μπάντα, κοντά στις 10+30. Προσωπικά, εντούτοις, δεν άντεξα την επιφανειακή τους σχέση με την ψυχεδέλεια. Αυτό που μας έπαιξαν στο Six d.o.g.s. δεν είναι ψυχεδέλεια. Είναι γιεγιεδισμός. Και η διαφορά είναι ουσιαστική. Φάνηκε ακόμα και όταν σε 2 τραγούδια ο Florian Hohmann (φωνητικά/κιθάρα) έπιασε το σιτάρ για να παίξει μεν σωστά, μα με παιδαριώδεις αφίξεις των υπόλοιπων εγχόρδων πάνω του. Πιστοποιώντας έτσι ότι είναι επιδερμική η ανάγνωση των 1960s κιταπιών.
Κάτι που σε καμία περίπτωση δεν συνέβη με τους Blank Tapes: έναν αρρενωπό ντράμερ που, άμα είχε περισσότερες κυρίες η συναυλία, θα έπαιρνε οπωσδήποτε δύο μαζί του πίσω στην Καλιφόρνια με το macho στυλ του, να τους φτιάχνουν τσάι ενόσω εκείνος θα βαρούσε το ταμπούρο του· έναν παλίκαρο στο μπάσο, ο οποίος θύμισε γιατί το ροκ εν ρολ κάνει ωραία τα αγόρια· και μια μορφάρα στην κιθάρα, που μας έδειξε πώς μπορείς να έχεις διαφορετικούς ήχους ανά τραγούδι χωρίς να σπας τα νεύρα του κόσμου με τα κουτάκια σου.
Ο Matt Adams είναι ο καλύτερος κιθαρίστας που άκουσα τον τελευταίο χρόνο, χωρίς καμία αμφιβολία. Κινείται με οικονομία και με γεμάτο ήχο ταυτόχρονα, ενώ χρησιμοποιεί μια πολύ μικρή παλέτα παραμορφωτών βγάζοντας το μέγιστο αυτών, χωρίς φαντεζί κινήσεις. Η διαφορά του επίσης με πολλούς ανανεωσάκηδες της ψυχεδέλειας είναι ότι έχει πάρει το acid (διότι acid παίζει τελικώς, όχι ψυχεδέλεια) και το έχει φέρει στο τώρα. Τα φωνητικά που παράγει στις γέφυρες, τα σιγονταρίσματα που κάνει με τη φωνή στην κιθάρα του, έχουν μια κρυψίνους 1990s ποπ χροιά, την οποία κι έχει ταιριάξει απόλυτα με το μπαράζ ακόρντων και σόλων που εξαπολύει.
Το τρίο των Blank Tapes μας φιλοδώρησε λοιπόν με βαρβάτο, groovy acid rock, που όχι μόνο δεν κούρασε, μα αντιθέτως κούνησε γοφούς και σβέρκους. Οι Quicksilver Messenger Service θα ήταν περήφανοι για πάρτη τους, ενώ βάζω στοίχημα ότι διατηρούν αλληλογραφία (τους έχω ικανούς και για κανονικό γράμμα, ενταύθα κλπ.) με τους σύγχρονούς τους, τους Vietnam (βλέπε κριτική εδώ).
Υστερόγραφο προς Roaring 420s > 10 ευρώ η κασέτα στο merchandise. Πλάκα κάνετε, σωστά; Παρεκτός και νομίζετε ότι ήρθατε στην Ουγκανία κι εδώ δεν έχουμε παραγωγή κασετών, οπότε δεν ξέρουμε τα κόστη –πόσο μάλλον ότι εσείς που τις κόβετε στη χώρα σας δεν έχετε ούτε καν τα μεταφορικά να χρεωθείτε, σωστά; Έλεος ρε παιδιά, έλεος…
{youtube}odpidwh9RQA{/youtube}