Όταν ρωτούσαμε τον Edwards για την κατεύθυνση του επόμενου δίσκου του, πέρα από το τυπικό «δεν ξέρω ακριβώς», το μοναδικό σχόλιό του ήταν το πολύ απλό «it’s gonna be heavy». Το εννοούσε περισσότερο απ’ ότι είχαμε καταλάβει αρχικά. Την πρώτη φορά που μας πέρασε από το μυαλό ήταν όταν στο στήσιμο της σκηνής μετά την εμφάνιση του support, το πρώτο πράγμα που παρατηρούσες ήταν πως έλειπε η αγαπημένη του καρέκλα.
Ξεκινώντας από την αρχή της βραδιάς, το support των Trio Balarom, επιλεγμένο από τον ίδιο τον Edwards, παίζει μια σύγχρονη έκδοση του παραδοσιακού ήχου των Βαλκανίων, ανακατεμένο με fusion και τζαζ πειραματισμούς. Μέλη του τρίο είναι ο Κυριάκος Ταπάκης (ούτι), ο Λουκάς Μεταξάς (κρουστά που έχει προσφέρει στο πρόσφατο παρελθόν και στους Woven Hand) και ο Παντελής Στόικος (σε όλα τα υπόλοιπα), τον οποίον μάλλον ξέρουμε καλύτερα από τις συμμετοχές του στους δίσκους του Θανάση Παπακωνσταντίνου –κατά κύριο λόγο στις εξαιρετικές μέρες των Λαϊκεδέλικα. Μπορεί εκ πρώτης να μην ταίριαζαν με αυτό που θα μας προσέφεραν οι Woven Hand αργότερα, αλλά ο ήχος τους ταιριάζει πολύ με την αισθητική του ηγέτη τους και την έλξη του προς τις τσιγγάνικες (ρομά αν προτιμάτε) παραδόσεις. Ωραία εμφάνιση και κάτι τέτοιο προβλέπεται πως θα πούμε όταν το φθινόπωρο βγάλουν τον πρώτο τους δίσκο.
Λίγο πριν τις 11 εμφανίστηκαν λοιπόν οι Woven Hand και διαπιστώσαμε (πέρα από την προαναφερθείσα απουσία καθίσματος) πως είμαστε αδιάβαστοι, αφού έλειπε ο Pascal Humber, μπασίστας των 16 Horsepower αλλά και των Woven Hand από την κυκλοφορία του Mosaic και μετά (αν ξέρετε κάτι παραπάνω χρησιμοποιείστε τα σχόλια). Τη θέση του είχε πάρει ένας πιτσιρικάς (μετά βίας 23-25 χρονών) που διασκέδαζε περισσότερο απ’ όλους τους υπόλοιπους μουσικούς. Για την επόμενη 1.30 ώρα περίπου, ο Edwards –με τον ενισχυτή του στα κόκκινα– παρουσίασε σχεδόν ολόκληρο το υλικό του, πιο άγρια απ’ ότι είχαμε φανταστεί όταν μεταφράζαμε το «heavy» της συνέντευξης. Το καλύτερο παράδειγμα ήρθε πολύ νωρίς, όταν το ήδη «βαρύ» “Beautiful Axe” έγινε αγνώριστο και έπρεπε να φτάσουμε σχεδόν στο ρεφρέν για να το αναγνωρίσουμε.
Η ευχάριστη έκπληξη της καινούργιας κατεύθυνσης του σχήματος μας οδήγησε κιόλας να μην έχουμε παράπονα από τις απουσίες που πάντα βρίσκουμε στη setlist, αφού βλέπαμε ένα συγκρότημα το οποίο διένυσε τη διαδρομή που οφείλουμε να ομολογήσουμε πως έπρεπε να περιμένουμε. Ίσως και να άργησε. Οι στίχοι του Edwards κι αυτή η ερμηνευτική του «αλητεία» (η καινούργια λέξη-κλειδί μετά τη θριαμβευτική επιστροφή των PiL στην δισκογραφία), δένει απόλυτα με τις μουσικές εντάσεις που πλέον τους χαρακτηρίζουν. Ίσως η κορυφαία στιγμή επιβεβαίωσης του παραπάνω να ήταν η συγκλονιστική εκτέλεση του “Kicking Bird” κάπου προς το τέλος της βραδιάς: έφτανε και περίσσευε για να πας ως τη Λιοσίων την Παρασκευή.
Όταν βλέπεις πολλές φορές έναν μουσικό ή κάποιο γκρουπ, είναι λογικό να σκέφτεσαι αν ξεπέρασε τις προηγούμενές του εμφανίσεις. Αυτή τη φορά, συγκριτικά με την περσινή τους εμφάνιση στον ίδιο χώρο, οι σημερινοί Woven Hand μοιάζουν πιο έτοιμοι από ποτέ. Ακόμα κι αν πρέπει να ομολογήσω πως το «μυσταγωγικό» της τελευταίας τους εμφάνισης στο Αn παραμένει η πιο έντονη συναυλιακή συνάντηση με την περσόνα του Edwards. Πλέον όμως νομίζω ότι έχει έρθει η ώρα να την προσπεράσουν. Εις το επανιδείν.
{youtube}wvsXyJpAjuw{/youtube}