«Ο αγαπημένος λυρικός συνθέτης, ο άνθρωπος πίσω από την παραμυθένια μουσική της Amelie, Yann Tiersen, θα εμφανιστεί το Σάββατο...»
Κι αναρωτιέμαι, διαβάζοντας την εμμονή του ηλεκτρονικού τύπου στον παραπάνω χαρακτηρισμό, πόσο άμοιρο ευθυνών ήταν τελικά το κοινό που γέμισε ασφυκτικά το Fuzz το βράδυ του Σαββάτου.
Παρ’ όλο που η προηγούμενη εμφάνισή του πριν δύο χρόνια στον ίδιο χώρο και οι πρόσφατες συνεντεύξεις του αποδεικνύουν περίτρανα πως ο Γάλλος όχι απλά έχει αφήσει πίσω του το σαουντρακικό παρελθόν του αλλά κάνει το παν για να το αποτινάξει, η κατάρα της Αμελί δεν πρόκειται να τον εγκαταλείψει σύντομα. Γιατί, αν και ήταν αυτή που εκτόξευσε τη φήμη του το 2001, είναι η ίδια που συσκοτίζει τους κατοπινούς δισκογραφικούς του πειραματισμούς. Δεν περιμένω να ακολουθεί κανείς τη δισκογραφία του. Διασχίζοντας όμως το βράδυ του Σαββάτου την κατάμεστη αρένα του Fuzz για να πιάσω τη γνωστή μου θέση μπροστά στη σκηνή, βρήκα αδιανόητες και άδικες –ευτυχώς ο Tiersen δεν μιλά Ελληνικά– τις ιαχές μεγάλης μερίδας του κοινού, όπως «παίξε κάτι γνωστό να γουστάρουμε, ρε!», «άσε τα ηλεκτρονικά ρε», «άντε να πάρει το ακορντεόν να τελειώνουμε», οι οποίες, ευτυχώς, άρχισαν να κοπάζουν όταν ο Γάλλος μας χάρισε μερικά οργιώδη σολαρίσματα στο βιολί.
Ο Tiersen έχει ανταλλάξει εδώ και χρόνια τον γαλλικό ρομαντισμό των chansons με μια post-punk και avant-garde ψυχεδελική αισθητική, σκοτεινότερου και λιγότερο οφθαλμοφανούς λυρισμού –αν και μετά τη τηλεφωνική συνομιλία μας και τη συνέντευξη που παραχώρησε πριν λίγες μέρες στο Avopolis, έχω σταματήσει να πιστεύω ότι υπήρξε ποτέ ρομαντικός. Κι αυτό έγινε εμφανές στον τρόπο με τον οποίον έπαιξε πάνω στη σκηνή, εναλλάσσοντας την κιθάρα με το βιολί, το μαντολίνο, τα πλήκτρα και τη μελόντικα. Ακόμη και οι παύσεις του παραμόνευαν γεμάτες ένταση, έτοιμες να ξεσπάσουν, πιάνοντάς σε απροετοίμαστο. Με αρωγό το ικανότατο μουσικά πενταμελές του σχήμα, μεταπηδούσαν με χαρακτηριστική ευκολία από το ένα όργανο στο άλλο, απλώνοντας ένα πάτσγουερκ αποτελούμενο από διαφορετικά μουσικά είδη, υφασμένα κυρίως από το περιεχόμενο των δύο πρόσφατων δίσκων του, το σκοτεινό Dust Lane της περσινής χρονιάς και το νεοαφιχθέν –και φωτεινότερο– Skyline.
Οι παγωμένες ισλανδικές post-rock κιθάρες του “Amy”, τα φλεγόμενα πλήκτρα και οι μεταβαλλόμενες κιθάρες του “Ashes”, οι ambient παραμορφώσεις του –εδώ γρηγορότερου σε ρυθμό– “Till The End”, το συγκινητικό “Palestine”, οι γαλήνιες κιθαριστικές μελωδίες του “Another Shore”, τα αλλόκοτα ηλεκτρονικά και το μεταλλόφωνο του “Exit 25 Block 20”, το shoegaze “Monuments”, τα πολυοργανικά ξεσπάσματα του “Forgive Me”, η synthpop ρομαντική μπαλάντα (sic) “Fuck Me”, το μεταμορφωμένο σε βιολιστική φρενίτιδα “The Wire” –ουσιαστικά παραλλαγή του “Sur Le Fil”– και μερικά ακόμη περάσματα από τους δύο δίσκους (“Le Phare”, “On Tour”) έδωσαν την αίσθηση και την πληρότητα ενός μεγαλύτερου σε διάρκεια live (πραγματικός χρόνος 1 ώρα και 10 λεπτά encore).
Ο Tiersen μοιάζει να πειραματίζεται διαρκώς, δημιουργώντας τελικά ένα κράμα από ηχητικές ψευδαισθήσεις οι οποίες περιέχουν Kraftwerk, Tangerine Dream, M83, Autechre, Joy Division, Μogwai, Sigur Ros και βέβαια τον ίδιο. Κι αν κατάφερνε να έχει στις ζωντανές εμφανίσεις του 2-3 από τις εκλεκτές συνεργασίες των δίσκων του, είναι βέβαιο πως θα εκτόξευε τις επιλογές του σετ σε θεαματικά ύψη συγκίνησης.
Φτάνοντας στο τέλος, να εκμυστηρευτώ ότι, λίγα λεπτά πριν μπω στο Fuzz, αναρωτιόμουν για την επιλογή μου να βρίσκομαι εκεί και όχι στο live της ΕΜΑ. Ήταν όμως η σειρά του Γάλλου, αφού μια σειρά συγκυριών με είχαν εμποδίσει να παραστώ στις προηγούμενες εμφανίσεις του. Κι αυτή τελικά καταγράφεται στη μνήμη μου ως η τήρηση μιας προσωπικής υπόσχεσης που με έκανε να φύγω με ένα χαμόγελο, παρά ως ένα live ταξινομημένο στα συγκλονιστικότερα της χρονιάς –αφήνοντας πάντως πολλές υποσχέσεις για τα επόμενα, μιας και ο Tiersen φάνηκε να δείχνει μόνο ένα μέρος των συνθετικών και εκτελεστικών του ικανοτήτων. Σκέφτομαι πως θα ήταν πολύ πιο εύκολο γι’ αυτόν να αναπαράγει στα live του χαριτωμένες παραλλαγές της Amelie ή του Good Bye, Lenin!. Tα sold out θα ήταν εξασφαλισμένα, όπως ήταν άλλωστε κι αυτήν τη φορά. Επειδή όμως ούτε εκείνον ούτε κι εμάς ενδιαφέρει κάτι τέτοιο, εύχομαι απλά στο επόμενο ταξίδι του στη χώρα μας –έχει καταχωρηθεί κι αυτός στους μόνιμους πλέον επισκέπτες– να έχει απέναντί του ένα περισσότερο μυημένο κοινό, στον 8ο πλέον δίσκο του.
Κλείνοντας, να αναφερθώ χωρίς πολλές φανφάρες στη συμπαθέστατη παρουσία της Nalyssa Green, η οποία –χωρίς φανφάρες κι αυτή, αν και με μπόλικο θαρρώ τρακ– κατάφερε με το τριμελές σχήμα της και το «κλέβω πάντα τις εντυπώσεις, όπου κι αν εμφανίζομαι» μαϊντανοθέρεμιν (λατρεμένο μου παρόλα αυτά όργανο) να ζεστάνει το κοινό μέσω του νεογέννητου δίσκου της Barock.
Setlist
Till the End
Palestine
Amy
Fuck Me
Monochrome
Another Shore
Ashes
Esther
The Gutter
The Wire / Sur Le Fil
Le Train
Chapter Nineteen
I’m Gonna Live Anyhow
Monuments
Vanishing Point
Exit 25 Block 20
Encore
Forgive Me
Le Quartier
The Trial