Αυτή τη φορά ήταν η σειρά της Βαρκελώνης. Το Jack Daniel's, συνεχίζοντας τις μεγάλες μουσικές εκδηλώσεις, οργάνωσε ένα ταξίδι με πληρωμένα όλα τα έξοδα για τρία τυχερά ζευγάρια από την Ελλάδα, μέσα από ένα διαγωνισμό που σημείωσε εξαιρετική επιτυχία σε συμμετοχές (πάνω από 40.000 επισκέψεις). Avopolis και SONIK βρέθηκαν μαζί με τους τυχερούς στη Βαρκελώνη στους εξωτερικούς χώρους του Barcelona l'Olympic Stadium και στον ειδικό χώρο με δύο stages που είχε στήσει για τους εγχώριους fan της μουσικής το αγαπημένο Tennessee Whiskey.



4.000 περίπου άτομα (sold out) βρέθηκαν στο event που είχε ελαφρώς διαφορετικό χαρακτήρα από αυτό που έλαβε χώρα στο Λονδίνο πριν λίγους μήνες. Στο προηγούμενο νιώσαμε μέρος μιας μεγάλης παρέας, με αρκετό άρωμα Tennessee και των ήχων που προέρχονται από αυτό. Σ' αυτό υπήρχε η αίσθηση ενός rock πάρτι... Γεμάτο από κυρίως indie rock μουσικόφιλους, από αυτούς που έχει εν αφθονία η πόλη. Είναι και η ίδια η Βαρκελώνη: τα δισκάδικα στα οποία λατρεύουμε να χανόμαστε και να ψωνίζουμε (βλ. CD Drome), οι βόλτες που μας θυμίζουν Primavera Sound Festival (που έρχεται...), η παραλία που είναι μια ανάσα από το κέντρο της πόλης, η παρέα, το Jack Daniel’s. Η μουσική η ίδια, ακόμα και η αντίστοιχη δική τους "λαϊκή", με τον κόσμο να ξεφαντώνει στα βόρεια προάστια της πόλης, μακριά από το πιο τουριστικό κέντρο...

I Am Kloot

Οι I Am Kloot, ανοίγοντας το line-up των αγγλόφωνων group, έδωσαν class και συναίσθημα στη βραδιά. Είναι μια μπάντα δέκα ετών πλέον - υποτιμημένη ίσως λόγω στυλ, αλλά και έλλειψης σαφούς πρωτοτυπίας. Μια μπάντα που κινήθηκε υπόγεια όλα αυτά τα χρόνια, με μοναδικό έπαθλο μερικές κριτικές indie μουσικογραφιάδων ανά τον κόσμο που φαντάζονται τα κομμάτια τους "στα smokey μπαρ" (που δεν υπάρχουν) και τα γκρίζα τοπία (που υπάρχουν) του Μάντσεστερ. Δεν ξέρω αν ευθύνεται για την επιλογή τους η πρόταση του περσινού τους άλμπουμ "The Sky at Night" για το Mercury Music Prize της χρονιάς, αλλά σίγουρα ήταν bingo. O αέρας Doves / Elbow, η ομιχλώδης αισθητική των μπαλάντων που ξεσπούν συγκρατημένα αλλά πανέμορφα και η κρυστάλλινη φωνή του John Bramwell λειτούργησαν ως ένα νοσταλγικό αντίβαρο για το party που θα ακολουθούσε.

Αφού καταναλώσαμε (πάντα υπεύθυνα) σχεδόν όλα τα διαφορετικά κοκτέιλ του Jack Daniel’s στο VIP area στο διάλειμμα, με προτίμηση -όπως πάντα- στο "κολλητικό" Apple Jack και αφού είχαμε και μια πολύ ευχάριστη κουβέντα με τον Director για το Jack Daniel’s Νοτίου Ευρώπης που μας γύρισε πίσω στις εποχές και τις συνήθειες των μουσικόφιλων στα 80s, ήμασταν πλέον έτοιμοι για το πάρτι. Ξαναμπλεχτήκαμε με τον κόσμο που είχε έρθει για τη βραδιά και φτάσαμε πλαγίως στις πρώτες σειρές για να συμμετάσχουμε στο νεϋορκέζικο indie-party που θα ακολουθούσε.

We Are Scientists

Οι We Are Scientists θα έχουν βαρεθεί να ακούν για το πόσο κεφάτοι, διασκεδαστικοί και κωμικοί είναι, σε σημείο που δεν χρειάζεται προφητικές ικανότητες για να καταλάβεις ότι είναι έτοιμοι να ηχογραφήσουν τον "ώριμο" και "σοβαρό" τους δίσκο για να διασκεδάσουν ακόμα και αυτό. Δεν είναι σίγουρα μια μπάντα που δεν θα ξεχώριζε με τίποτα αλλιώς από τη νεϋορκέζικη πηγή του χορευτικού indie rock, καθώς ακούγονται σαν hip ήχος του τώρα (που σε λίγα χρόνια βέβαια θα θεωρούμε παρωχημένο). Τι άλλο; Και πολύ άμεσα κομμάτια έχουν για μια rock'n'roll συναυλία, και καλή μπάντα είναι όπως αποδείχθηκε live, και έχουν και ένα hit που καταγράφηκε στο αρχείο των καλύτερων κομματιών του είδους για τη δεκαετία (“Nobody Move, Nobody Get Hurt”) και που μόνο η εισαγωγή του αρκούσε για να ξεσηκώσει τα 4.000 άτομα της μεγάλης σκηνής. Αξίζει όμως να σημειώσει κανείς αυτό που λίγο πολύ παρατηρεί κανείς και στις σκηνές του Primavera Sound Festival: υπάρχει πραγματικά παθιασμένο και ενημερωμένο κοινό για αυτού του είδους τις συναυλίες στην πόλη. Κοινό που τραγουδάει τα μισά κομμάτια κάθε μπάντας λες και πρόκειται για βραδιά karaoke. Κι εκεί πάλι θυμηθήκαμε την κουβέντα της προηγούμενης παραγράφου κι αρχίσαμε να αναρωτιόμαστε πόσο τελικά δεμένοι είμαστε πλέον με κομμάτια, μπάντες και άλμπουμ. Το άλλοθι-μπλουζάκι We Are Scientists που θα καταλήξουμε να φοράμε στον ύπνο τα καλοκαίρια και στην παραλία, πατσαβουριασμένο ώστε να έχουμε ελεύθερο το χέρι για το Jack Daniel's Lynchburg Lemonade, δεν σώζει (ευτυχώς) τις τύψεις μας.



Nada Surf

Από την άλλη, το όνομα των επίσης νεϋορκέζων Nada Surf μας φέρνει αναμνήσεις από τα mid 90s, όταν κι εμείς πάνω κάτω είχαμε την ίδια "συμπεριφορά" και μια στενότερη σχέση με τη μουσική, έχοντας πολύ λιγότερα ακούσματα και πολύ μικρότερη διάθεση να ακούσουμε ό,τι παράγεται. Ήταν τότε που το "Popular" ήταν το summer anthem ανά την Αμερική και με λίγη καθυστέρηση ακουγόταν (με μανία) από τον τότε Rock Fm. Το όνομα των Nada Surf παραπέμπει στην εικόνα των one-hit wonders που δεν μπόρεσαν ποτέ να ξαναβγούν στην επιφάνεια, αλλά η αλήθεια είναι ότι καταστράφηκαν κι αυτοί από την εμμονή της δισκογραφικής τους εταιρίας να το επαναλάβουν και από μια διαμάχη που τους έφερε αναγκαστικά εκτός βιομηχανίας για αρκετά χρόνια (εξι τον αριθμό). Κι ενώ τα 00s τα πέρασαν μαζεύοντας μερικές καλές κουβέντες (πάλι) από τους μουσικοκριτικούς, είναι περίεργο (ή όχι;) ότι τώρα βγαίνουν στην επιφάνεια με ένα άλμπουμ διασκευών. Το κοινό μοιάζει να περιμένει και να αποθεώνει τη διασκευή τους στο "Enjoy the Silence" των Depeche Mode που λες και έχει πειραγμένο pitch. Στο "80 Windows" γινόμαστε όλοι μια παρέα και τα "Whose Authority" και "Always Love" είναι επίσης γνωστά και αγαπημένα. Το σύνολο της εμφάνισής τους είχε την τέλεια ισορροπία. Κομμάτια που τελικά λίγες μπάντες του λεγόμενου αμερικάνικου κολεγιακού rock κατάφεραν να γράψουν όλα αυτά τα χρόνια (και είναι αρκετά), ο καλύτερος ήχος της βραδιάς, μπάντα υψηλού επιπέδου (στην οποία συμμετείχε ως κιθαρίστας και ο Doug Gillard των Guided by Voices) και επικοινωνία με το κοινό σε άπταιστα ισπανικά (και όχι αυτά από τα σκονάκια). Και για να πούμε και την αλήθεια, ο όρος κολεγιακό rock πλέον δεν τους ταιριάζει. Η εξέλιξή τους είναι φανερή και ο σημερινός fan των Band of Horses δεν έχει κανένα λόγο να μην τους λατρεύει.

Πάνω από 8 ώρες κράτησε το event του Jack Daniel’s , με αρκετές ντόπιες συμμετοχές, άγνωστες ή γνωστές, όπως αυτή των Sr Chinarro που γνωρίσαμε πριν από αρκετά χρόνια από την Acuarella (τί κρίμα που ο άνθρωπος που έχει παραμείνει ο μοναδικός... σταθερός στη μπάντα επιμένει να τραγουδάει μόνο στα ισπανικά), αλλά κι ένα hot όνομα που δεν καταφέραμε να δούμε, αυτό των Cold Cave. Αν επιτυχία για ένα συγκρότημα μετά από ένα φεστιβάλ είναι να σε κάνει να σιγοψιθυρίζεις για μέρες τα κομμάτια του και να συγκρατείς τις εικόνες του φυσικά (και όχι από video στο youtube), οι Nada Surf ήταν οι ανέλπιστοι... "επιτυχημένοι". Κι εμείς "γεμάτοι" μετά από αυτό το μοναδικό μουσικό ταξίδι που μας πρόσφερε το Jack!

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured