Σε μια ενδεχόμενη αναπόληση της σύγχρονης τζαζ ολότητας αναφορικά με τις δύο περασμένες δεκαετίες, η πολυσχιδής μουσική ταυτότητα του James Carter θα τον τοποθετούσε σε ένα σημείο ξεχωριστό –πρώτα-πρώτα εκτελεστικά. Κι αυτό λόγω, κυρίως, της ικανότητάς του να εμπλέκει δημιουργικά τις καταστατικές φόρμες που του έχουν δοθεί από παρακαταθήκες ειδικών του ύφους, μαζί βέβαια με τη δική του προοδευτική οπτική και αναντίρρητη επιδεξιότητα.

Στο πλαίσιο της μετατόπισής του προς το τζαζ mainstream, ο Carter δομεί τις ατομικές του ερμηνείες και καθοδηγεί εκείνες των δύο άλλων μελών της (οργανικής) τριάδας του, αποσκοπώντας σε ένα άρτιο παίξιμο, που όμως αποδεικνύεται αρκετά προσιτό και στο μη σκληροπυρηνικό τζαζ κοινό. Την πρόθεσή του για κάτι τέτοιο υποδηλώνει, άλλωστε, η κατά καιρούς επιλογή του να διασκευάσει μουσική της (επίσης ευπρόσιτης) Billie Holiday –πόσω μάλλον η απόφασή του να κυκλοφορήσει το Gold Sounds (2005), με διασκευές αποκλειστικά σε τραγούδια της θεμελιακής lo-fi μπάντας των Pavement.

Η πρεμιέρα λοιπόν των James Carter Trio στο Half Note την περασμένη Παρασκευή, κινήθηκε ακριβώς γύρω από όσα θα περίμενε κανείς να κινηθεί. Υποδειγματικές πνευστές ερμηνείες, συνοδευτικά τύμπανα και το hammond του Gerard Gibbs να επισφραγίζει τη μοναδικότητα του ήχου, «απειλώντας» κατά διαστήματα, πάντα με δημιουργικό τρόπο, την ανεξαρτησία ενός σημαδιακού τζαζίστα. Για την ακρίβεια, η μετάβαση του James Carter από τη σόλο βιρτουοζική αυτάρκεια στη μόνιμη συνύπαρξη με άλλους δύο (εξαιρετικούς) μουσικούς αποτελεί εκείνον ακριβώς τον παράγοντα που, αφενός, αναδεικνύει την ικανότητά του να εναλλάσσει βαρύτονες πολυφωνικές τεχνικές και όργανα με τρόπο φυσικό και, αφετέρου, απογειώνει την απόδοση του συγκεκριμένου οργανικού τρίο συγκριτικά με άλλα αντίστοιχα σχήματα.

Η μετάβαση μετράει άλλωστε ήδη πολλά χρόνια και δεν θα μπορούσε έτσι με κανέναν τρόπο να αποτελεί πεδίο μετέωρου πειραματισμού. Διαφαινόμενες μέσα από την μελωδική αλληλουχία του James Carter και του Gerard Gibbs, θα βρεις έτσι ιστορίες από το Ντιτρόιτ φιλτραρισμένες από τον αέρα της Νέας Υόρκης, χαμένες κάπου ανάμεσα στην τεχνική πληρότητα του πρώτου και στα αλλεπάλληλα swing τεχνάσματα του δεύτερου. Μοναδική ανταλλαγή ενέργειας και ευδιαθεσίας, σε μια εφ' όλης της ύλης εκτύλιξη τριαδικής μεγαλουργίας.

Ως αναμενόμενο, βραδιά με πολύ μεγαλύτερο ειδικό βάρος σε σύγκριση με την εγχώρια προσέλευση...

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured