Φωτογραφίες: Αίγλη Δράκου
Η Λιοσίων είναι ένας άχαρος δρόμος, που πάει-πάει και τίποτα δεν έχει, με μοναδική εξαίρεση το Gagarin. Τη Δευτέρα το βράδυ βρέθηκαν εκεί οι Divine Comedy, κουβαλώντας μαζί τους τον συναυλιακό παλμό της πόλης. Όταν το εισιτήριο κοστίζει μόνο 25 ευρώ, τίποτα δεν μπορεί να πάει στραβά. Ο Νeil Hannon, μοναδικό δημιουργικό μέλος του γκρουπ και μόνος στη φετινή περιοδεία, ανέβηκε στη σκηνή σαν να είχε ξεπηδήσει από ιλουστρασιόν σελίδα περιοδικού: κουστούμι, γραβάτα, καπέλο, βαλιτσάκι και πίπα. Και από κάτω η καλύτερη πλευρά του ελληνικού κοινού, φρέσκιες φάτσες γύρω στα τριάντα, που ήξεραν καλά τα τραγούδια και φάνηκαν να βρίσκονται εκεί για να δουν και όχι για να τους δουν.
Οι ορθολογιστές θα πουν πως ο Hannon δεν έχει γράψει κανένα ατόφιο αριστούργημα. Το “A Lady Of a certain age”, όμως, μακράν η πιο συγκινητική στιγμή της βραδιάς, δεν απέχει και πολύ από τον χαρακτηρισμό. Έξι τραγούδια από το τελευταίο άλμπουμ των Divine Comedy συνδυάστηκαν με highlights του παρελθόντος, σε ένα σφιχτό και πλούσιο σε συναισθήματα setlist το οποίο διάρκεσε κάτι παραπάνω από μιάμιση ώρα. Απόλυτα ταιριαστό με την οικονομική κατάσταση της χώρας μας το “Complete Banker”, υπέροχη η διασκευή στο “Don’t You Want Me” των Human League και σπουδαία η εκτέλεση του “Our Mutual Friend”.
Πάνω όμως από τα τραγούδια και τις άψογες εκτελέσεις τους στάθηκε ο ίδιος ο Neil Hannon, ως περφόρμερ. Πηγαίνοντας από το πιάνο στην ακουστική κιθάρα και τούμπαλιν, κεφάτος, λαμπερός και ακομπλεξάριστος, στόλιζε συνεχώς το σόου του με βρετανικό χιούμορ –τόσο άμεσο, λες και έπαιζε για μια παρέα φίλων. Προσωπικά δεν έχω ξαναδεί τέτοιο επικοινωνιακό χάρισμα σε καλλιτέχνη μικρής σχετικά εμβέλειας. Μιμούνταν τον ήχο της ηλεκτρικής κιθάρας με το στόμα, μας ζήτησε να πιάσουμε ψιλή κουβεντούλα στο “Lost Art Of Conversation” και έβαζε στην άκρη κάθε ματαιοδοξία για χάρη ενός αυτοσαρκασμού που, εν τέλει, έκανε τους πάντες να περάσουν καλά. Οι ελάσσονες δημιουργοί στα live τους πρέπει πρώτ’ απ’ όλα να είναι καλοί ψυχαγωγοί και ο Hannon είναι μία από τις πιο ισχυρές αποδείξεις αυτής της διαπίστωσης. Για το encore άφησε το αντι-ερωτικό “The Frog Princess” και το “National Express”, το οποίο έχει δυστυχώς καταλήξει να είναι το πιο άμεσα αναγνωρίσιμο τραγούδι του, λόγω του μεταδοτικού ρεφρέν.
Ήταν μια αληθινά ξεχωριστή συναυλία. Φανερά συγκινημένος από τα χειροκροτήματα, ο Hannon έδωσε ραντεβού για του χρόνου και αποχώρησε από τη σκηνή με ανεπιτήδευτη θεατρικότητα. Η χώρα του, η Ιρλανδία, αντιμετωπίζει ανάλογα οικονομικά προβλήματα με τα δικά μας αλλά η τέχνη που δεν υπακούει σε μόδες και είναι στ’ αλήθεια ψυχαγωγική χωρίς αυταρέσκεια, θα στέκεται αιώνια πάνω από τα ΔΝΤ και τα ΦΠΑ.