Φωτογραφίες: Nikos Z
Για αρκετούς, η συναυλία στοίχημα-ερωτηματικό-φιάσκο-έκπληξη του Σαββατοκύριακου. Για τη ρωσική κοινότητα που έφτασε σύσσωμη Σάββατο βράδυ στο Gagarin μετά συνοδείας –παρακαλώ– του διπλωματικού σώματος, ήταν πάντως το απόλυτο μουσικό γεγονός. Το παιδί-θαύμα, μόλις 29 χρόνων σήμερα, που ακούει στο όνομα Peter Nalitch ή καλύτερα ο συνθέτης του περιβόητου “Gitar”, ήρθε στην Αθήνα για μία μοναδική εμφάνιση, υπογράφοντας τις προσωπικές folk, pop, ska, tarantella και rock ‘n’ roll περγαμηνές του.
Ακούγοντας εδώ και καιρό για τον ερχομό αυτού του νεαρού χαρισματικού καλλιτέχνη ο οποίος έχει κατακτήσει τόσες καρδιές κυρίως σε Ρωσία, Ελλάδα, Γερμανία και Σλοβακία, ήθελα πραγματικά να τον ακούσω δια ζώσης, ώστε να έχω μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα πλην της προβλέψιμης «χιουμοριστικής-σαρκαστικής-πιασάρικης» αίσθησης του “Gitar”. Προσωπικοί λόγοι με εμπόδισαν να δω τους Tootsie Babes που άνοιγαν τη συναυλία, γεγονός που με στενοχώρησε μεν λιγάκι. Με ικανοποίησε, όμως, η θέα ενός πολυπληθούς κοινού, το οποίο έδειχνε αρκετά ζεσταμένο κι έτοιμο για κοζάκικες σχοινοβασίες μετά την επιτυχημένη εμφάνιση της ελληνικής μπάντας.
Η ώρα έχει πάει 10.30, ο κόσμος αδημονεί για το «δικό» του παιδί, άλλοι έχουν επιδοθεί σε βοτκο-μπυροειδείς ακολασίες, ενώ ανά γωνιά ακούς συνομιλίες εις τη ρωσικήν... Και εγένετο το «φως»: ο πρωταγωνιστής της βραδιάς, χαλαρότατος και απλός, βγαίνει με την επταμελή του μουσική κολλεκτίβα (κίμπορντς, σαξόφωνο, domra, ντραμς, 2 κιθάρες, μπάσο), έχοντας στα πόδια του ένα φανατικότατο κοινό που –όπως διαπίστωσα ολίγον σαστισμένη– γνώριζε ήδη από τις πρώτες νότες σχεδόν όλα τα κομμάτια. Σίγουρα δεν μιλάμε μονάχα για ανθρώπους οι οποίοι ήρθαν λόγω του “Gitar”. Η ελληνορωσική σύμπραξη έδειξε ακόμη και στους πιο δύσπιστους-κακοπροαίρετους τα «δόντια» της.
Το μουσικό πνεύμα της βραδιάς φλέρταρε έντονα με το ατμοσφαιρικό-ρομαντικό στοιχείο των 1970s μπαλάντων στα “Dacha” και “Deridum”, αφέθηκε σε μοσχοβίτικα jazzy-swing-tarantella αρώματα με τις συνθέσεις “Serdse Poeta”, “Patiritilap” και “Solodowhiskey”, εξέπληξε με τις ska επιρροές του όταν ακούσαμε τα “Galia”, “Yeti” και “Blockhead”, ενώ η ρωσική φλέβα είχε την τιμητική της με πολλά παραδοσιακά τραγούδια. Το μεγαλύτερο ποσοστό των κομματιών δεν υπερέβαινε τα 2 λεπτά σε διάρκεια, κι έτσι ο Peter Nalitch και η παρέα του άντλησαν υλικό και από το άλμπουμ The Joy Of Simple Melodies (2008) και από το Jolly Baburi (2010), αφήνοντας τους πάντες ικανοποιημένους. Σε γενικές γραμμές, ο καλλιτέχνης διαφαίνεται να έχει τα φόντα ν’ ακολουθήσει μια λαμπρή πορεία –ιδίως αν πιστέψει και στις οπερετικές του τάσεις, παντρεύοντας με μαεστρία και φαντασία πολλά μουσικά είδη.
Ως προς το επικοινωνιακό-σκηνικό κομμάτι της συναυλίας, τα πράγματα αποδείχτηκαν εντελώς στατικά έως άγευστα, μιας και η μπάντα, αν και είχε τη διάθεση, δεν ήξερε πώς να αξιοποιήσει τον δυναμικό της άσσο που λέγεται κοινό. Όσοι περίμεναν να αντικρίσουν μια χιουμοριστική/τρελή καλλιτεχνική καρικατούρα, μάλλον έπεσαν από τα σύννεφα στο θέαμα ενός άκρως σοβαρού και επαγγελματία μουσικού, ο οποίος επιθυμεί να εξωτερικεύει μονάχα αυτό που έχει στο μυαλό του –πάντα με τη θετική ή και την αρνητική του πινελιά. Μετά από τρία encore σε rock ‘n’ roll, ska και παραδοσιακό μοτίβο, την επανάληψη του “Gitar”, επευφημίες εις την αλλοδαπήν και συνεχή χειροκροτήματα, φτάσαμε κατά τα μεσάνυχτα και στο τέλος της βραδιάς.
Πέρα από τις όποιες καλλιτεχνικές-προσωπικές διαθέσεις ή διαφωνίες, η ουσία είναι ότι ο Peter Nalitch ή «Πέτρος μας», όπως άκουσα πολλάκις να τον αναφέρουν, έδωσε μια αξιοπρεπέστατη παράσταση, διατηρώντας στο ακέραιο τη μουσική του ταυτότητα.