Έπεσαν κορμιά στους Prodigy. Τα πλήθη έδωσαν το παρών κάνοντας sold out τις εμφανίσεις τους τόσο στην Αθήνα, όσο και στη Θεσσαλονίκη –όπου πολλοί είχαν μάλιστα έρθει από τις γειτονικές χώρες– αλλά οι Βρετανοί απέδειξαν ότι δεν παίζουν σαν βετεράνοι που έρχονται να δρέψουν περασμένες δάφνες. Παίζουν για τη ζόρικη πιτσιρικαρία του σήμερα, σε ατμόσφαιρα μάχης, και απαιτούν ιδρώτα, κοπάνημα και ασταμάτητο χορό. Όπως και τον παλιό καλό καιρό, δηλαδή. Διονύσης Κοτταρίδης από Αθήνα και Σπύρος Τόρε από Θεσσαλονίκη στις λεπτομέρειες...
Φωτογραφίες: Olga K. (Αθήνα) & Αίγλη Δράκου (Θεσσαλονίκη)
Γήπεδο Tae Kwon Doe, Αθήνα
του Διονύση Κοτταρίδη
Όταν αποφαίνεται ΤΟΣΟ εκκωφαντικά ο λαός, άντε εσύ να αρθρώσεις λόγο περί ηχητικών και άλλων λεπτομερειών, δίχως να βουλιάξεις στην κινούμενη άμμο γκρίνιας και γραφικότητας. Πόση αξία φέρει εν τέλει ένα τέτοιο «ευγενές» εγχείρημα, απ' τη στιγμή που η πάσα ειλικρίνεια των στιγμών ρέει καταρρακτωδώς και αδιαλείπτως από χιλιάδες νεανικά σώματα –συν κάτι λιγότερες χιλιάδες πιο μπαταλεμένα; Ειλικρινά, απάντηση δεν διαθέτω.
Ν' αρχίσεις δηλαδή να αναπαράγεις εικόνες απ' το στριμωξίδι της εισόδου για χάρη του επιτόπιου ρεπορτάζ; Ξεγυρισμένο ντου οσμιζόσουν στην ατμόσφαιρα και σιγά μην τον ενδιέφερε τον πιτσιρικά με τα δέκα ευρώπουλα στην τσέπη η βολή η δικιά σου με την ατσαλάκωτη πρόσκληση ή ακόμα και του οποιουδήποτε είχε ακουμπήσει ήδη τον οβολό του, ανεξάρτητα με το πόσο τον πόνεσε η κατάθεση. Να ζήσει το βράδυ είχε έρθει, όχι να κάνει καταμέτρηση της σχέσης ποιότητας υπηρεσίας/τιμής.
Ή μήπως να πιάσουμε τα της τσίγκινης ηχητικής του φαληριώτικου κλειστού, η οποία είναι δεδομένα πέραν κάθε χαρακτηρισμού; Προφανώς και είχαν γνώση οι φύλακες –στους ηχολήπτες η αναφορά– οπότε και οι εντάσεις ήταν περιορισμένες, όσο το επέτρεπε τελοσπάντων η φύση της μπάντας και του γεγονότος. Μονάχα κάπου εκεί γύρω στην κορύφωση του “Diesel Power” τσιτώθηκαν κάμποσο τα μπάσα, για να παίξει ηχητικό πείραμα με ανθρώπινα πειραματόζωα. Ωστόσο η χοάνη του θορύβου στριφογύρισε επικίνδυνα, εξ' ου και η άτακτη υποχώρηση των ντεσιμπέλ σε πιο ασφαλή επίπεδα.
Αλλά και πάλι δεν βλέπω κανέναν να πτοείται. Πιουρίστες του ήχου κρυφτείτε στις τρύπες σας, γιατί οι αποφάσεις έχουν παρθεί μαζικά, πριν καν ο Liam ξαμολήσει το παρθενικό μπητ του παρασκευόβραδου. Το αναγνωρίζεις στη γλώσσα του σώματος, στις ανάσες, στα βλέμματα και στα λόγια, ήδη απ' τα πρώτα ανυπόμονα λεπτά της αναμονής. Εδώ και Τώρα –καμία σχέση με τίποτα 1990s νοσταλγίες! Κι έπειτα σκάει η τριάδα στη σκηνή με “World's On Fire” και εκκινεί μια λούπα ανταλλαγής υγρών και αερίων, η οποία μορφοποιεί χωροχρονική συλλογικότητα ανθρώπων μιας ώρας και μισής ακόμα. Η αδρεναλίνη μεταλλάσσεται σε ιδρώτα, ο ιδρώτας σε νέφος, κάπνα φυσική και επεξεργασμένη, καπνογόνα, ο ήχος ζωώδης, αέρια μάζα, υγροποίηση, εισαγωγή από δερματικούς και εγκεφαλικούς πόρους, κι άντε πάλι απ' την αρχή.
Οι φάτσες αγριεύουν, οι μπλούζες ανεμίζουν, τα mosh pits στήνονται και δεν γλιτώνεις με την καμία. Πουθενά στη αρένα! Οπότε φαντάζεστε τι συμβαίνει κλιμακωτά σε “Breathe”, “Poison”, “Firestarter”, “Smack My Bitch Up” και “No Good (Start The Dance)” –τούτο το τελευταίο στο encore. Οι λιπόψυχοι/αγύμναστοι/όρνιθες και λοιπά μειωτικά, κάποια στιγμή ψάχνουμε εναγωνίως καταφύγιο και το βρίσκουμε τελικά στα μπαλκόνια του σταδίου, αφού έχουμε αρπάξει τις απαραίτητες ψιλές –ενίοτε και χοντρές. Επόμενη στάση Napalm Death στην εξαρχειώτικη υπόγα... Η φάση προφανώς και δεν είναι indie γαμπροπάζαρο.
Αναρωτιέμαι, βέβαια, πού στέκονται οι Prodigy ως οντότητα μέσα στον ορυμαγδό. Βεβαίως και μας προσφέρουν τη φυσική τους παρουσία, συν ένα σετ από επιλογές βαθιά ριζωμένες στην άγρια πλευρά του rock (νομίζω πως αυτός είναι ο πρέπων όρος) συλλογικού υποσυνείδητου, ωστόσο πέραν των δεδομένων τι; O Liam ως επαγγελματίας στέκεται στο ύψος του (όσο του το επιτρέπει η ηχητική του χώρου), το ίδιο και οι δυο σεσιονάδες σε κιθάρα και ντραμς. Η πάλαι ποτέ αεικίνητη, πειραγμένη τσιρλίντερ όμως; Ο Keith ενεργειακή σκιά του εαυτού του και ο Maxim μικροφωνική πολυλογία σε στυλ οδηγού συμπεριφοράς για το κοινό. Η ενέργεια τελικά πηγάζει απ' τη σκηνή κι ύστερα πάει κι έρχεται; Ή μήπως το κοινό είναι ικανό να πολλαπλασιάσει επί εκατό μια κουτσουρεμένη πρώτη ύλη, επειδή νοιώθει όλο και πιο έντονα την ανάγκη του ξεδόματος; Έχω την εντύπωση πως οι Prodigy αποδείχτηκαν απλά ένα χρηστικό μέσο με βαρύ όνομα...
Αναπαράγω το setlist που κυκλοφορεί στον ιστό, νομίζω πως είναι άρτιο:
1. World's On Fire
2. Breathe
3. Omen
4. Poison
5. Thunder (Dubstep Remix)
6. Colours
7. Warrior's Dance
8. Firestarter
9. Run With the Wolves
10. Voodoo People
11. Omen (Reprise)
12. Invaders Must Die
13. Diesel Power
14. Smack My Bitch Up
encore
15. Take Me to the Hospital
16. Their Law
17. No Good (Start The Dance)
18. Out of Space
19. Comanche
PAOK Sports Arena, Θεσσαλονίκη
του Σπύρου Τόρε
Ήδη από τις 8, η εικόνα έξω από το κλειστό γήπεδο του ΠΑΟΚ προοικονομούσε το τι έμελλε να γίνει στο εσωτερικό. Ένα πολυπληθές όσο και πολυεθνικό κοινό ήταν έτοιμο να δοκιμάσει τη χωρητικότητα του PAOK Sports Arena, με πολλούς από τους γειτόνους μας να έχουν επισκεφτεί τη Θεσσαλονίκη προκειμένου να γίνουν αυτόπτες μάρτυρες της πύρινης δυναμικής των Εγγλέζων.
Εν αναμονή της εμφάνισής τους στη σκηνή, οι παρευρισκόμενοι αναλώθηκαν σε συνθήματα όχι σχετικά με τους Prodigy αλλά –όπως ακριβώς μαντέψατε– υπέρ της ομάδας την οποία καμαρώνουν στον εν λόγω χώρο... Όταν τελικά οι Prodigy έριξαν την πρώτη βόμβα (το “World’s On Fire”) στους «πεινασμένους» θεατές, το ρολόι έδειχνε λίγο μετά τις 10. Σε αυτό το μεταίχμιο το πλήθος ζωντάνεψε σε όλο το μήκος και πλάτος του Sports Arena, με σώματα να πέφτουν πάνω σε σώματα κι έναν οργισμένο χορό να φουντώνει βαθμιαία, μέχρι την τελική «κατάπαυση πυρός».
Το σόου των Prodigy περιλαμβάνει πολλές συνιστώσες, αλλά καμία τους δεν μπορεί να κατανοηθεί σε όλο της το μέγεθος από κάποιον που δεν έχει ιδρώσει μπροστά στη σκηνή τους. Το live τους μιμείται με περισσή επιτυχία μια πολεμική μάχη. Σε ρόλο στρατηγών –φυσικά– οι Keith Flint και Maxim. Σε ένα ιδιαίτερα επιτυχημένο παιχνίδι μυαλού με τους θεατές, οι δυο τους μεταβιβάζουν –μέσα από προκλητικές ιαχές και θυμωμένες παροτρύνσεις– ένα συναίσθημα οργής στο κοινό, το οποίο ξεσπάει μέσα από έναν “Warrior’s Dance”. Ως αποτέλεσμα, διαμορφώνεται μια φλεγόμενη ατμόσφαιρα (μεταφορικά και κυριολεκτικά –αφού πάνω από ένας πυρσός άναψε κατά τη διάρκεια της συναυλίας), όπως και μία τιθασευμένη ανθρώπινη μάζα, η οποία υπακούει σε κάθε πρόσταγμα των επί σκηνής «πολέμαρχων». Εξίσου καίριος παράγοντας το ευφυές παιχνίδι με τα φώτα, που συνόδευαν τα beats του Howlett και πολλαπλασίαζαν τον αντίκτυπό τους στους θεατές.
Όταν στις 11:30 το υπερθέαμα των Prodigy έφτασε στο τέλος, μέσα από τον σωματικό πόνο που οι περισσότεροι νιώθαμε, αναμετρούσαμε τις καλύτερες στιγμές τις βραδιάς. Όπως ήταν αναμενόμενο, σχεδόν όλα τα κομμάτια του setlist αναφέρθηκαν... Το κοινό να κάθεται κάτω ύστερα από σχετική προσταγή των Prodigy στο “Smack My Bitch Up”... Να «κλέβει» το μικρόφωνο από τη μπάντα στο ρεφρέν του “Out Of Space”... Να τραγουδάει εναλλάξ με τον Maxim στο “Invaders Must Die”... Και πολλά άλλα «best of» στιγμιότυπα, τα οποία συνεχίζουν να παίζουν σε επανάληψη στο μυαλό μας.