Μια καλή πρώτη μέρα με κάμποση προσέλευση κοινού, μια εξαιρετικά πετυχημένη εισπρακτικά δεύτερη μέρα και μια τρίτη με λίγο κόσμο μα μεγάλο καλλιτεχνικό ενδιαφέρον «χαρτογράφησαν» το φετινό ένTechno Festival, καθιερώνοντάς το ως ένα ποιοτικό dance φεστιβάλ με πυρήνα τη σύγχρονη house και techno μουσική. Ο ανταποκριτής μας για τη δεύτερη μέρα δεν μπόρεσε να παραστεί παρά πολύ αργά, αλλά ο Βασίλης Σεβδαλής με τον Δημήτρη Λιλή καταγράφουν τα κύρια highlights της πρώτης και της τρίτης μέρας στο γνωστό και μη εξαιρετέο 6 D.O.G.S...
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 10/9
Mr. Statik, Cassy, Lawrence & DJ Pan
του Βασίλη Σεβδαλή
Έφτασα στον πεζόδρομο της Αβραμιώτου περίπου μεσάνυχτα και, πριν μπω στον κυρίως χώρο, έκανα μια σύντομη βόλτα στον πανέμορφο, μεγάλο, ολοκαίνουργιο κήπο του 6 D.O.G.S., ο οποίος έσφυζε από κόσμο, ζωή και διάθεση. Εκεί μάλιστα το δισκοπωλείο 360 είχε στήσει κι έναν πάγκο με διάφορα από τα «καλούδια» του. Στα ενδότερα του πολυχώρου –που πλέον ας σημειωθεί ότι διαθέτει ένα πλήρως ανανεωμένο και δυνατό ηχοσύστημα– αντίκρισα στα decks τον Έλληνα DJ Pan, συνδιοργανωτή μεταξύ άλλων του φεστιβάλ. Ο Πάνος ζέσταινε τον χώρο με tech house, το ταβάνι κοσμούσαν παλιές ξύλινες καρέκλες, ενώ ο κόσμος σιγά-σιγά πύκνωνε. Εν τω μεταξύ, πίσω από το DJ booth, έπαιζαν μέσω προτζέκτορα παλιές cult ταινίες.
Τον Pan διαδέχθηκε ο Γερμανός DJ και παραγωγός Lawrence, ο οποίος κέρδισε το κοινό από την αρχή με τον ζεστό, βαθύ, μελωδικό και σέξι tech house ήχο του. Ο συν-ιδιοκτήτης της Dial Records –γνωστός και ως Sten– έχει άλλωστε κυκλοφορήσει κομμάτια του σε κορυφαίες εταιρείες (Ghostly International, Mule, Kompakt, Cocoon) και απέδειξε με το άψογο σετ του πως μόνο τυχαία δεν έχει αποκτήσει τη φήμη του. Έθεσε τις βάσεις για το σπουδαίο πάρτυ που ακολούθησε και παρουσίασε έναν ήχο φρέσκο, πρωτότυπο και ευφάνταστο.
Επόμενη στη σειρά η «πολυφυλετική» Cassy, με καταγωγή από Καραϊβική και Αυστρία, μεγαλωμένη στο Λονδίνο και κάτοικος Βερολίνου. Η resident DJ του θρυλικού Panorama Bar –για πολλούς το κορυφαίο dance stage του κόσμου– έκανε αυτό που ξέρει να κάνει πολύ καλά, βάζοντας φωτιά στην πίστα με techno και house «βόμβες» ικανές να κουνήσουν μέχρι και πεθαμένους. Το 6 D.O.G.S. είχε γεμίσει ασφυκτικά ως εκείνο το σημείο, αποδεικνύοντας πως η σγουρομάλλα σταρ δεν έχει μόνο το attitude ενός μεγάλου, σύγχρονου DJ μα και τη δική της fan base στην Αθήνα. Προς το τέλος του σετ της, όμως, είχαμε και μια ατυχία: λόγω βραχυκυκλώματος, το οποίο προκλήθηκε από ποτά που χύθηκαν πάνω στους ενισχυτές, σταμάτησε ο ήχος.
Ευτυχώς το πρόβλημα διορθώθηκε σχετικά γρήγορα και στα decks ανέβηκε ο κορυφαίος ίσως Έλληνας techno DJ στις μέρες μας, ο Mr. Statik. Αλλά η κούραση δεν μας επέτρεψε να τον παρακολουθήσουμε πάνω από δέκα λεπτά. Η πρώτη μέρα του ένTechno τελείωσε πάντως με θετικό πρόσημο κι εμείς ανανεώσαμε το ραντεβού μας για την Κυριακή.
ΚΥΡΙΑΚΗ 12/9
Lemos & Joalz
του Δημήτρη Λιλή
Στις 7.30 το απόγευμα, στη μπροστά αυλή του 6 D.O.G.S., η ψιλόλιγνη φιγούρα του Matias Aquayo με τα nerd γυαλία και τον 1980s α-λα-Στάθης Ψάλτης ενδυματολογικό κώδικα στεκόταν ήρεμη, ατάραχη (σχεδόν ζεν) και ασφαλώς έτη φωτός μακριά από τον διάολο που, 6 ώρες μετά, θα έδινε επί σκηνής την καλύτερη DJ/live vocal παράσταση που έχω παρακολουθήσει τελευταία.
Από τις 8 παρά μέχρι τις 9 το σούρουπο της Κυριακής το σεμινάριο-διάλεξη-κουβέντα που είχε ετοιμάσει η Red Bull της χώρας μας (με καλεσμένο τον Matias Aguayo) περιείχε μπόλικες κουβέντες της μουσικής βιομηχανίας, εμπειρίες από τα πάρτυ της Λατινικής Αμερικής και λίγο από το vibe που αργότερα θα έκανε μια 100αρα περίπου ΕνTechno fans να ψάχνουν (την επομένη) τις κυκλοφορίες της εταιρείας του Matias, Comeme.
Eπί της ουσίας, η τρίτη μέρα του φεστιβάλ ξεκίνησε γύρω στις 23.00, με το τρίο των Joalz (Leon Segka, Δημήτρης Ζωγράφος και Μαίρη Τσώνη) να στήνει το θορυβώδες ηχητικό του τείχος με deep ambient ήχους, φωνητικά σε μορφή σύγχρονων και αυτοσχεδιαστικών μονολόγων και στρώματα shoegazing κιθαριστικών παραμορφώσεων. Η upbeat διάθεση των νέων κομματιών του group σηματοδότησε μια κατά πάσα πιθανότητα νέα κατεύθυνση στον ήχο τους, πιο ρυθμική και κομματάκι techno –όπως άλλωστε επέβαλλε και το κλίμα της διοργάνωσης.
Λίγο μετά τα μεσάνυχτα εμφανίστηκε στα decks η δεύτερη, ακόμα πιο μεγάλη και ακόμα πιο ευχάριστη έκπληξη της βραδιάς –ο Γιώργος Λαιμός. Παίζοντας κατά πάσα πιθανότητα με πιο ενισχυμένο set up από εκείνο που είχα παρακολουθήσει στην off-Sonar παρουσίαση της Bass Culture το καλοκαίρι στη Βαρκελώνη, o Lemos έκανε αυτό που έχει μάθει καλύτερα τον τελευταίο χρόνο. Χτίζει τον ήχο του με βαθιά και γεμάτα house beats, ενώ προσθέτει και αφαιρεί λούπες, μελωδίες και φωνητικά samples τόσο και όποτε χρειάζεται ώστε να δημιουργεί μικρές κορυφώσεις από κομμάτι σε κομμάτι. Το “Nice & Clean” αναδείχθηκε σε αναπόφευκτη σχεδόν κορυφή στο συνολικά εξαιρετικό σετ του, καθώς έβαλε τον κόσμο για τα καλά σε πάρτυ διάθεση παρά το ότι ήταν τόσο Κυριακή, όσο και η τρίτη μέρα ενός ζόρικου (κατά γενική ομολογία) φεστιβάλ. Ο Matias Aguayo τον ακολούθησε στη σκηνή του 6 D.O.G.S. λίγο μετά τη μια, απόλυτα μεταμορφωμένος (χωρίς γυαλιά) και έτοιμος να μας αποδείξει τον επαγγελματισμό του μα και την εμπειρία του σε dance καταστάσεις, συνεχίζοντας παράλληλα τη ροή των χορευτικών vibes από την ίδια κορυφή όπου τα είχε αφήσει ο Lemos.
Μιξάρει λοιπόν τα χαρακτηριστικά latin bongos του πάνω στα beats του Λαιμού και ξεκινάει έτσι ένα σχεδόν διονυσιακό γλέντι, από αυτά που μόνο ταλαντούχοι Χιλιανοί παραγωγοί με προϋπηρεσία στο techno μπορούν να προσφέρουν. Στην αρχή διαλέγει deep minimal house tech επιλογές –με τα απαραίτητα tribal περάσματα– και, αφού κερδίσει το κοινό μες στο πρώτο δεκάλεπτο, αφήνει κατόπιν το σήμα κατατεθέν του (δηλ. τα φωνητικά του) να κάνουν την εμφάνισή τους. Μπορεί να μην ήταν πάντα αυτής της ιδιοσυγκρασίας αλλά το σίγουρο είναι ότι πλέον οι λατινικές ρίζες του τον έχουν κυριεύσει. Ο Aguayo τραγουδάει ισπανικά, προσθέτει percussions, παίζει ειδικά προσαρμοσμένα στο ύφος edits, παίζει κι ένα μίνι κρουστό, πειράζει τα εφέ της φώνης του, προσθέτει τις απαραίτητες heavy electro μπασογραμμές και μισή ώρα μετά την έναρξη του σετ όλοι κοιταζόμασταν με το γνωστό «δεν υπάρχει το σετ που βλέπουμε» ύφος.
To “Μenta Latte” και κανα-δύο ακόμα φωνητικές λούπες από το πρόσφατο Ay Ay Ay είναι εκεί για να βοηθήσουν στην ιδανική μετάβαση απο τα techno house σκοτεινά beats στον προσωπικό ήχο του Aguayo –με ενδιάμεσες βέβαια στάσεις πότε σε σχεδόν metal dance δομές και πότε σε παραδοσιακά τραγούδια της Χιλής. Χαμόγελα και χορός είναι το μόνο που παρατηρείς γύρω, ενώ ο nerd της απογευματινής διάλεξης έχει πια μεταμορφωθεί σε ένα χορευτικό τέρας με βαθιά Διονυσιακά χαρακτηριστικά, το οποίο έχει βαλθεί να χορέψει το σύμπαν ολόκληρο, πάρα το γεγονός ότι είναι Κυριακή. Απέχει πάρα μα πάρα πολύ από το νερόβραστο και σχεδόν συντηρητικό live set που είχα παρακολουθήσει 3 μήνες πριν στο Razzmattaz, κάνοντάς με να συνειδητοποιήσω ότι είναι ο τελευταίος που θα αφήσει την αίθουσα και θα σταματήσει να γουστάρει και να χορεύει. Όπερ και εγένετο...
Η κούραση από τον σχεδόν ασταμάτητο χορό (τελευταία χορεύουμε σπάνια, όπως ίσως έχετε διαπιστώσει) μας έβαλε σε ένα ταξί λίγο πριν τις 3 κι ενώ ο Matias συνέχιζε να «ροκάρει» το 6 D.O.G.S. με ένα ευρύ μα ταιριαστό μεταξύ του φάσμα μουσικών επιλογών, το οποίο είχε ως κοινό παρονομαστή άλλοτε τις φωνητικές του ικανότητες κι άλλοτε τις ρυθμικές βάσεις της λατινοαμερικάνικης μουσικής. Από techno σε σχεδόν latin tribal trance, κι από ’κει σε disco, μετά σε house και τέλος σε παραδοσιακές ισπανόφωνες καντάδες, ο δαιμόνιος Aguayo απλά κατάφερε να ενώσει ιδανικά τις τελείες για να προσφέρει στους ελάχιστους δυστυχώς Αθηναίους της βραδιάς την καλύτερη clubbing εμπειρία όχι μόνο του ένTechno, μα και του τελευταίου τριμήνου.