Όταν ο Jordi Savall έρχεται στην Ελλάδα με όλα του τα όπλα – πράγμα που δεν συμβαίνει συχνά – δηλαδή με το σχήμα μουσικής δωματίου Hesperion XXI και το φωνητικό σύνολο La Capella Reial De Katalunya (αμφότερα τα έχει ιδρύσει ιδρύσει ο ίδιος μαζί με τη σύζυγό του Montserrat Figueras), περιμένεις να ακούσεις και να χαρείς μια βραδιά γεμάτη μουσική και όχι δύο αφηγητές. Γιατί την ιστορία του Χριστόφορου Κολόμβου μπορείς να τη βρεις και στο διαδίκτυο ή σε μια εγκυκλοπαίδεια. Ενώ τον Savall και τους μουσικούς του μπορείς να τους ακούσεις ζωντανά μια και μοναδική βραδιά.

Δεν λέω ότι δεν θα έπρεπε να υπάρχει καθόλου αφήγηση στη συναυλία, αλλά όχι να αποτελεί και το επίκεντρο της βραδιάς, με τη μουσική απλώς να την υποστηρίζει. Γιατί ενώ οι μουσικοί καταπιάστηκαν με ένα πραγματικά δύσκολο έργο, να αναδείξουν δηλαδή τη μουσική της εποχής του Κολόμβου – από την εβραϊκή, αραβική, ακόμα και ινδιάνικη παράδοση και με επιρροές της ισπανικής μουσικής εκείνων των χρόνων – εντούτοις η αφήγηση έσπαγε την ενότητά της και έτσι η μουσική πολλές φορές δεν αποτελούσε παρά το δίλεπτο διάλειμμα ανάμεσα στα ογκώδη αφηγούμενα μέρη. Επίσης κάπως ωραιοποιήθηκε νομίζω η στάση των Ισπανών βασιλέων σε σχέση με τους Ινδιάνους και τη μεταχείρισή τους από τους αποικιοκράτες. Κυρίως με την ανάγνωση της διαθήκης της βασίλισσας Ισαβέλλας, η οποία αποκηρύσσει τις ακρότητες εναντίον τους, χωρίς κάποια περαιτέρω αναφορά από τους αφηγητές στις βλάβες που προκάλεσαν οι κονκισταδόρες στους αυτόχθονους πληθυσμούς της κεντρικής και νότιας Αμερικής.

Από μουσικής πάντως άποψης, η βραδιά υπήρξε κάτι παραπάνω από ικανοποιητική. Ακούσαμε σχεδόν όλες τις δυνατές εκδοχές της μουσικής των «σκοτεινών» αιώνων (12ος-16ος αιώνας), και της περισσότερο λαϊκότροπης και της λιγότερο λόγιας δηλαδή: από έργο ανωνύμου του 12ου αιώνα έως την αριστουργηματική σύνθεση του Χουάν ντελ Ενθίνα (1469-1529) “Εμπρός Σηκώσου, Πασκουάλ”, και από αραβο-ανδαλουσιανές δημιουργίες έως σεφαραδίτικους θρήνους και ινδιάνικες μελωδίες. Εκπληκτική στην εκτέλεσή της και η Τσακόνα του Χουάν Αραγιές. Ευχάριστη εντύπωση μου έκανε ακόμα η σύνθεση του μουσικού συνόλου, το οποίο πολύ σωστά περιλάμβανε αραβικό ούτι και όχι λαούτο, καθώς αυτό χρησιμοποιήθηκε πρώτα στη μουσική της εποχής και μετά η εξέλιξή του (το λαούτο είναι εξέλιξη του ουτιού, το οποίο το έφεραν πρώτη φορά στην Ευρώπη οι Μαυριτανοί μέσω των κατακτήσεών τους στην ιβηρική χερσόνησο). Αλλά και το σαντούρι που έπαιξε ο Έλληνας Δημήτρης Ψώνης ήταν πολύ ταιριαστό στον όλο ήχο, καθώς θύμιζε το ηχητικό συνοδευτικό μοντέλο του τσεμπάλου.

Η βραδιά τελείωσε με ένα encore έκπληξη: με το “Από Ξένο Τόπο Και Αλαργινό”, που εμείς το γνωρίζουμε ως σμυρναίικο τραγούδι, το οποίο οι μουσικοί το τραγούδησαν στα ελληνικά, στα αραβικά, στα τούρκικα και στα ισπανικά. Πολύ όμορφη η τετράφωνη a capella (χωρίς συνοδεία οργάνων) εκδοχή του. Όπως παρατήρησε και ο Savall, στην παλιά Ευρώπη όλοι τραγουδούσαμε τα ίδια τραγούδια. Πηγαίνοντας πίσω, μήπως ανακαλύπτουμε την αλληλεγγύη και την κοινή κληρονομιά των λαών; Πηγαίνοντας πίσω, πηγαίνουμε μπροστά, θα έλεγε κάποιος άλλος.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured