Φωτογραφίες: Tristan

Δεν είχε ιδιαίτερη προσέλευση κοινού ο δεύτερος ερχομός των σπουδαίων kraut rockers στην Ελλάδα, όσοι όμως το πήραν απόφαση να κατηφορίσουν προς Κύτταρο ήταν τουλάχιστον άνθρωποι διαβασμένοι και ενημερωμένοι, οι οποίοι ήξεραν καλά τι πήγαν να δουν. Και το είδαν. Είδαν τους Faust να δίνουν μια συναυλία-performance κλάσης, αντανακλώντας την πρωτοπορία που κάποτε υπήρξαν.

Μπήκα στο Κύτταρο με το που οι δικοί μας Nechayevschina έλεγαν το καλησπέρα και ξεκινούσαν το support. Είχα διαβάσει αρκετά για αυτούς, ότι θα μας απασχολήσουν πολύ στο μέλλον και τα σχετικά, επίτηδες όμως δεν μπήκα στο myspace τους, ώστε να μην είμαι προϊδεασμένος. Παρακολούθησα μια μπάντα απολύτως δοσμένη στην οργανική της ψυχεδέλεια, αφοσιωμένη στα όργανά της και στο τι επιζητούσε να πετύχει «ανοίγοντας» τους Faust, η οποία όμως – κατά την ταπεινή μου άποψη τουλάχιστον – παίζει σε ένα υπερ-κορεσμένο μουσικό τερραίν, δίχως να έχει κάτι να φέρει σε αυτό, πλην του πάθους της. Επίσης, βρίσκω το όνομα αποτυχημένο: δεν μπορεί να το προφέρει κανείς, ούτε καν κάποιος γνωρίζοντας τον Νετσάγεφ. Ο δρόμος είναι μακρύς λοιπόν, όρεξη βέβαια να έχουν τα παιδιά και ίσως τα πράγματα να βγάλουν στο μέλλον κάπου πιο ουσιαστικά.

Είχε φτάσει 23.00 όταν αναγγέλθηκαν οι Faust στη σκηνή του Κυττάρου, οι οποίοι θα έπαιζαν ένα δίωρο σετ, με ένα 15λεπτο διάλειμμα. Ο επιβλητικός «Zappi» Diermaier πήρε τη θέση του στα τύμπανα, ο Jean-Herve έπιασε το μπάσο – όντας ντυμένος σαν κάποιος παλαβός ζωγράφος του Μοντερνισμού – και οι συνοδοί τους, ο εξαιρετικός κιθαρίστας Amaury Cambuzat και η πολυτάλαντη Αγγλίδα Geraldine Swayne, έδωσαν το εναρκτήριο λάκτισμα: το “C’ Est Com...Com...Complique”, από την ομώνυμη φετινή τους δουλειά, ξεκίνησε τη βραδιά με μια νότα φρεσκάδας, αφού οι Faust έχουν κάθε λόγο να είναι περήφανοι για το νέο στούντιο πόνημά τους. Ήταν όμως στο τρίτο κομμάτι όπου συντονίστηκαν πλήρως με το κοινό, όταν ο «art-Errorist» Jean-Herve εμφανίστηκε με μια βαριοπούλα ανά χείρας, μετατρέποντας σε θρύψαλα δύο συσκευές τηλεόρασης – και δηλώνοντας απερίφραστα την αντίθεσή του προς αυτήν. Δεδομένο, ίσως βιαστούν να πουν οι υπερενθουσιώδεις της avant-garde ιντελιγκέντσιας: ας αναλογιστούν όμως για λίγο πως οι Faust κι αν έχουν κερδίσει το δικαίωμα για τέτοιες πράξεις επί σκηνής... Καθώς το σετ συνεχιζόταν, αναδύθηκε σιγά-σιγά ο επαναλαμβανόμενος ήχος μιας ραπτομηχανής, ενώ από τον εξώστη του Κυττάρου κάποιος άρχισε να παράγει θορύβους χειριζόμενος εργαλεία, με τον Zappi να τον σιγοντάρει παράγοντας σπίθες με το (περίφημο πια) μηχάνημα οξυγονοκόλλησης που διατηρεί σιμά στα τύμπανά του. Ο κόσμος τους καταχειροκρότησε και ήταν στο εξής μαζί τους, ό,τι κι αν σκάρωναν.

Το δεύτερο μισό ξεκίνησε με ατόφιο kraut rock και ταξίδι στους γαλαξίες. Έμεινα να τους θαυμάζω τους Faust, όχι μόνο για τα όσα τόλμησαν να κοιτάξουν 40 χρόνια πριν ανοίγοντας ένα μουσικό παράθυρο στο μέλλον, αλλά κυρίως για τον ενθουσιασμό που συνεχίζει να ποτίζει το παίξιμό τους και σε αυτήν ακόμα την ηλικία. Ο φωτισμός υπήρξε δε υποδειγματικός για τη συγκεκριμένη σύνθεση, παρότι γενικά μάλλον τους αδίκησε. Αμέσως μετά ακολούθησε ένα μακρύ, αυτοσχεδιαστικό jam, κατά τη διάρκεια του οποίου η Swayne έπιασε τη δεξιά πλευρά του Κυττάρου (όπως κοιτάς τη σκηνή) και ξεκίνησε να ζωγραφίζει κάτι αφηρημένο με κάρβουνο και μπογιές σε ένα τελάρο, ενώ ο Jean-Herve έπιασε το ηλεκτρικό τρυπάνι και άρχισε να «περιποιείται» μια πλάκα από αφρολέξ. Σε κάποιο δε σημείο προστέθηκε στην παρέα και ο Zappi, αρχίζοντας πάλι μια αυτοσχέδια οξυγονοκόλληση, ενώ καθόλη τη διάρκεια αυτής της πολυσύνθετης performance είχε τεθεί σε λειτουργία μια μπετονιέρα πάνω στη σκηνή, στην οποία οι Faust πετάγανε χαλίκια, ίσως κι άλλα αντικείμενα. Με την έκδηλη συμμετοχή του κοινού στο “It’s A Raining Day, Sunshine Girl” φτάσαμε σιγά-σιγά στο φινάλε και δεν χρειάστηκαν ιδιαίτερες παρακλήσεις για encore – δεν είχε άλλωστε συμπληρωθεί ακόμα το δίωρο το οποίο μας είχαν τάξει!

Ήταν εμπειρία το να δεις τους Faust, ακόμα και τώρα που πλέον οι κατακτήσεις τους θεωρούνται από κάποιους ως κοινός τόπος. Πρόκειται, και θα επιμείνω σε αυτό, για καθαρά ελιτίστικη προσέγγιση: στο ευρύ κοινό τα παραπάνω συνεχίζουν να φαίνονται ως ακατανόητες κουλαμάρες, κάθε άλλο παρά δεδομένα είναι, 40 χρόνια μετά. Άσε που μια τέτοια στάση αδικεί και το ίδιο το group τελικά. Γιατί οι πρωτοπόροι στα νιάτα τους Faust μπορεί να μη βρίσκονται πια στην κόψη της avante-garde, στις εμφανίσεις τους όμως βάζουν τόση ψυχή, ώστε να κάνουν τον χρόνο να εξαφανίζεται ως δια μαγείας και τη δημιουργική Γερμανία των ύστερων 1960s/πρώιμων 1970s να ξαναγίνεται σύγχρονη και σημερινή.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured