Φωτογραφίες: Έφη Κρητικού
Η μουσική σκηνή του Rodeo βρέθηκε υπό καναδέζικη κατοχή χθες και προχθές. Οι Happiness Project, οι Years και οι Do Make Say Think εμφανίστηκαν με τρόπο που ίσως μπέρδεψε όσους δεν γνώριζαν τη σύνθεση των εν λόγω συγκροτημάτων, καθώς η σκηνή γέμιζε και άδειαζε συνεχώς με τα ίδια πρόσωπα, τα οποία όμως λάμβαναν διαφορετικές θέσεις, πολλές φορές παίζοντας και διαφορετικό όργανο. Όσο περνούσε βέβαια η ώρα κανείς δεν έδειχνε πια να ασχολείται με το ποιος άνηκε πού. Όλοι έπιναν τη μπύρα τους και άκουγαν...
Το live άρχισε στις 22.30, με τον Charles Spearin – ιδρυτικό μέλος των Do Make Say Think, αλλά και συμμετέχοντα σε άλλες post-rock μπάντες, όπως οι Broken Social Scene και οι Valley of the Giants – να παίρνει θέση μπροστά μας. Ο τελευταίος του πειραματισμός αποτέλεσε και την πρώτη επαφή του κόσμου με την οργανική αλληλουχία που θα ακολουθούσε: το Happiness Project (2009) στηρίζεται στην παραγωγή μουσικής βασισμένης στον «κανονικό» λόγο. Οπότε κάθε κομμάτι ξεκινούσε με αποσπάσματα από ανθρώπους που μιλούσαν. Έτσι δικαιολογούνται και οι μονολεκτικοί τίτλοι με απλά ονόματα ή επίθετα, όπως “Anna” ή “Mrs Morris”. Πάνω λοιπόν στον ήχο κάθε φωνής, έμπαιναν ένα-ένα τα όργανα που θα την «αναπαριστούσαν», αναλαμβάνοντας να τη μετατρέψουν σε μελωδία. Με κοφτή τρομπέτα ή κιθάρα, πατούσαν πάνω στις λέξεις και ο συνδυασμός αυτός ακουγόταν σαν φωνή από καρτούν. Το γεγονός προκαλούσε γέλιο, αλλά μόνο μέχρι τη στιγμή όταν σταματούσε να ακούγεται η φωνή και, σαν φυσικό επακόλουθο, ερχόταν η μουσική, μέσα από αυτήν. Στη συνέχεια βγήκε στη σκηνή ο Ohad Benchetrit με την κιθάρα του – επίσης μέλος των Do Make Say Think – ο οποίος παρουσίασε με τους Years το ομώνυμο πρώτο προσωπικό άλμπουμ του. Μεγάλης διάρκειας κιθαριστικά σόλο από τον ίδιο και διακριτική συμμετοχή τρομπέτας, σε τελείως ατμοσφαιρικά κομμάτια. Αποκορύφωμα το τέλος του σετ, με το “Major Lift” να γνωρίζει εμφανή αποδοχή από τους συγκεντρωμένους στο Rodeo.
Παρότι ουσιαστικά στο live δεν υπήρχε η κλασική ιεραρχία support και βασικού γκρουπ, αφού πολλά μέλη ήταν μπαλαντέρ, ο κόσμος άρχισε να εγκλιματίζεται μόνο όταν εμφανίστηκαν εξ' ολοκλήρου οι Do Make Say Think. Μέχρι τότε, όσα κομμάτια είχαν ακουστεί ήταν πιο ακουστικά και πιο λιτά, μοιάζοντας με πρόβα για την επερχόμενη εμφάνιση. Όταν δηλαδή βγήκαν στη σκηνή και εναρμονίστηκαν οι δύο κιθάρες, τα δύο drums, το μπάσο, το σαξόφωνο, η τρομπέτα και το βιολί, όλα μπήκαν στη θέση τους. Οι πιο πολλοί αποφάσισαν να μεταφερθούν πιο μπροστά στον χώρο, ενώ όλα τα βλέμματα στράφηκαν στη μπάντα. Ήταν σαν να είχε φτάσει η στιγμή για την οποία όλοι βρίσκονταν εκεί. Οι Do Make Say Think έπαιξαν δυνατά αλλά και «λεπτά», αποφεύγοντας να προβάλλουν αποκλειστικά ένα όργανο και ποντάροντας σε παρατεταμένα σόλο – και σίγουρα είχαν την ικανότητα να το κάνουν. Προτίμησαν δε να εστιάσουν στη συνεργασία κάποιων ή όλων των οργάνων, καθώς και σε κομμάτια από παλαιότερες δουλειές τους, όπως το “Universe” και το “Bruce E Kinesis”, παίζοντας πάντως και ορισμένα καινούργια, όπως το “Do” ή το “Say”. Έπαιζαν επίσης με τα αυτιά του κοινού, κινούμενοι μεταξύ ψιθύρων και εκρήξεων.
Σίγουρα στα σημεία όπου επικρατούσε η χαλαρότητα, οι Do Make Say Think δεν παρουσίασαν την ίδια επιρροή όσο στα σημεία των κιθαριστικών επιθέσεων. Η μεγάλη ακόμα διάρκεια κάποιων κομματιών κούρασε. Ως αποτέλεσμα, δεν υπήρξε σταδιακή απογείωση της διάθεσης του κόσμου, καθώς οι συνθέσεις του γκρουπ δεν περιλαμβάνουν μόνο ακουστικά ή μόνο δυνατά σημεία – κάτι που δίχασε κάπως το κοινό ως προς το πώς να συλλάβει τη συνεχή αλλαγή ενέργειας. Βέβαια, στο τέλος κάθε κομματιού, το χειροκρότημα ήταν έντονο. Οι πιο καλές στιγμές των Do Make Say Think στάθηκαν κατά τη γνώμη μου το “Reitschule”, το “Bound To Be That Way” και το “Say”. Ήρθαν δε όλες προς το τέλος, όταν ο κόσμος είχε πια αρχίσει να ενσωματώνεται στη μουσική τους – και τότε φάνηκε καθαρά ότι πέρναγαν όλοι καλά και ότι κανείς δεν ήθελε να τελειώσει το live. Σχεδόν όλοι – τουλάχιστον οι μπροστινοί – κουνούσαν το σώμα τους στον ρυθμό των Καναδών, οι οποίοι έπιαναν εξαιρετικές αποδόσεις, ειδικά αν σκεφτούμε ότι οι περισσότεροι δεν έμεναν προσηλωμένοι σε ένα μόνο όργανο. Τις πιο θετικές εντυπώσεις κέρδισε πάντως ο Justin Small για τις εναλλαγές του στην κιθάρα, αλλά και ο Charles Spearin για την επικοινωνία του με το κοινό, το οποίο σε κάθε αστείο του χειροκροτούσε. Ήταν μια ξεχωριστή για τα αθηναϊκά δρώμενα βραδιά, που ίσως να χρειάστηκε κάποιον χρόνο προσαρμογής από τους παρευρισκόμενους, όλοι όμως φύγαμε σαφώς ικανοποιημένοι.