Φωτογραφίες: Olga K.

Μπόλικος κόσμος βρέθηκε στο Gagarin για να δει τους Veils, γεγονός που στους «θαμώνες» των live έμοιαζε παράδοξο το βράδυ της Παρασκευής. Στην Ελλάδα όμως ισχύουν ιδιότυπα συναυλιακά δεδομένα και ουκ ολίγες φορές εξαίσιοι μουσικοί και μπάντες έχουν παίξει σε χώρους με λίγο κόσμο. Αυτή η ικανοποιητική προσέλευση ήταν έτσι το καλύτερο αυτής της βραδιάς. Ίσως κάτι αρχίζει να αλλάζει.

Οι Deadbeat Escapement ανέβηκαν στη σκηνή φανερά ενθουσιασμένοι για την παρουσία τους εκεί. Κατά πρώτον είναι μια μπάντα που φαίνεται να λατρεύει το ότι φτιάχνει μουσική. Τους αρμόζει δε μια βαθιά υπόκλιση, γιατί το κάνουν με φιλότιμο – σε άλλες μάλιστα εμφανίσεις τους έχουν προσπαθήσει να δέσουν τη μουσική με το video art. Δυστυχώς όμως τούς λείπει το βάθος στις μελωδίες, ενώ το theremin δεν μπορεί να καλύψει αυτή τη βασική αδυναμία της μπάντας, ούτε τα ηχητικά μπιχλιμπίδια βελτίωσαν ποτέ μια άνευρη σύνθεση. Μοιάζουν να έχουν ετερόκλητες επιρροές (προσωπικά διέκρινα στοιχεία από τους Puressence μέχρι τους Gathering) που δεν καταφέρνουν να τις βάλουν σε ένα στέρεο δημιουργικό κανάλι. Παρόλα αυτά οι Deadbeat Escapement φαίνεται να είναι μια παρέα η οποία δουλεύει. Και με τη δουλειά πολλά μπορούν να επιτευχθούν στο μέλλον.

Μισή ώρα μετά ο Finn Andrews με το όχημά τους άρχισαν να παίζουν τα τραγούδια τους, τυχαίνοντας εξαιρετικής αποδοχής από το κοινό. Λακκούβα πρώτη, ο πολύ κακός ήχος, που στη συνέχεια πάντως «έστρωσε» κάνοντας τουλάχιστον υποφερτή τη συναυλία. Λακκούβα δεύτερη, ο ίδιος ο Andrews, ο οποίος είναι μεν μια χαρισματική φιγούρα, όμως ορισμένες φορές αλλού πάταγε και αλλού βρισκόταν. Λακκούβα τρίτη, τα διαλυμένα, απ’ ότι φάνηκε, keyboards. Η κλωτσιά από τον Andrews, μέσα σε έναν «παροξυσμό», τα έστειλε δικαίως στον αγύριστο, καθώς έτσι κόπηκε ένα μεγάλο μέρος της συναυλίας.

Αν συνέβαιναν όλα αυτά σε κάποιο άλλο live ο κόσμος θα βλαστήμαγε την ώρα και την στιγμή που πάτησε το πόδι του εκεί. Η βραδιά όμως έβριθε από παράδοξα. Το κοινό λάτρευε τη θορυβώδη μανία των Veils, που αποδόθηκε ικανοποιητικά επί σκηνής, καθώς και τις πιο ήρεμες στιγμές όπου ο Andrews έπαιζε τραγούδια μόνο με την κιθάρα του, ελέω τεχνικών αντιξοοτήτων. Ως καλύτερες στιγμές διακρίθηκαν τα καλύτερα κομμάτια της μπάντας, όπως τα “Jesus For The Jugular”, “Sit Down By The Fire”, “Three Sisters”, “The Letter”, “Larkspur”, “The Leavers Dance” και το υπέροχο “Nux Vomica”.

Μετά από μια ώρα οι Veils εγκατέλειψαν τη σκηνή και έτσι μπήκε ένα άδοξο τέλος σε μια συναυλία η οποία, υπό άλλες συνθήκες, θα ήταν εντελώς διαφορετική. Πρέπει να ξεκαθαριστούν πάντως δυο πράγματα. Οι Veils έχουν φτιάξει όμορφους δίσκους στο παρελθόν και αυτή η δεινότητα τους κάνει σεβαστούς. Και το Gagarin συνεχίζει να είναι ο καλύτερος κλειστός χώρος στην Αθήνα. Δυστυχώς όμως τα «εναλλακτικά» μέσα ενημέρωσης έχουν κάνει καλά τη δουλειά τους, ενώ οι φτωχές συνθήκες στην Ελλάδα έχουν κάνει τους θεατές να ευχαριστούν έστω και για το παραμικρό. Οι Veils από μόνοι τους ήταν απογοητευτικοί και άκρως αντιεπαγγελματικοί (όχι με την επιχειρηματική έννοια του όρου), καθώς ένας μουσικός πρέπει να ανταποκρίνεται υπό οποιεσδήποτε συνθήκες. Ας ελπίσουμε τουλάχιστον σε μια δεύτερη επίσκεψή τους...

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured