Πολλοί από όσους αρέσκονται να λένε ότι ακούνε industrial τη σήμερον ημέρα, θα έπρεπε να ξέρουν ότι πολλές σύγχρονες μπάντες, όπως οι Rammstein ή οι Suicide Commando, δεν θα ήταν τίποτα χωρίς τους Die Krupps. Γιατί πρόκειται για ένα group που αποτινάσσει τον χαρακτηρισμό «δεινόσαυροι», μένοντας μεν σταθεροί όλα αυτά τα χρόνια στον ήχο τους, αλλά ταυτόχρονα φρέσκοι και ζωντανοί. Αυτό που είδαμε τη Παρασκευή στο Gagarin, δεν ήταν σκιές από ένα ξεχασμένο παρελθόν, ούτε αναπολήσαμε περασμένα μεγαλεία. Αντιθέτως, προσθέσαμε στα μουσικά μας βιώματα μια σκληρή και θορυβώδη εμπειρία.
Φτάνοντας στο club στη Λιοσίων, το project Amniakosakos του μόλις 24 χρονών Γιώργου Πούλιου είχε ανέβει στη σκηνή. Πολύ ωραία ταξιδιάρικη electronica, πότε σκοτεινή και πότε τελείως ονειρική. Πρόκειται για ένα αρκετά ενδιαφέρον project, το οποίο άφησε πολύ καλές εντυπώσεις. Στη συνέχεια, και χωρίς πολλές καθυστερήσεις, οι Delightful – το επόμενο support συγκρότημα – ανέβηκε στη σκηνή. Άλλη μια ενδιαφέρουσα ελληνική μπάντα, με εμφανείς τις επιρροές τους από new wave και post punk, που πότε τα έδινε όλα με πολύ δυνατές κιθάρες και πότε χαμήλωνε τους τόνους. Βέβαια, αδικήθηκαν από το γεγονός ότι ο ήχος τους δεν ταιριάζει καθόλου με το συγκρότημα για το οποίο έκαναν support, και που ο κόσμος περίμενε να δει.
Γύρω στις 11 και μισή λοιπόν, τα φώτα χαμήλωσαν, ο κόσμος μαζεύτηκε πιο κοντά στη σκηνή και οι πρώτες νότες από το “Hi Tech, Low Life”, ακούστηκαν. Οι Γερμανοί ήταν επιτέλους στη σκηνή. Ο Jurgen Engler, σαν άψογη μηχανή, όργωνε τη σκηνή με απίστευτη ενέργεια, σαν πραγματικός «στρατιώτης» του industrial. Χωρίς το άγχος του promotion κάποιου νέου άλμπουμ, οι Die Krupps έκαναν μια αναδρομή στην πορεία τους, που μετρά πάνω από 25 χρόνια. Έτσι ακούσαμε όλα τα αγαπημένα tracks, όπως το “Crossfire”, το “Isolation” και το “Germaniac”. Δεν περίμενα μάλιστα να πουν το λατρεμένο μου “Der Amboss”, στο οποίο ο Jurgen άρχισε να χτυπά με δύο μεταλλικές μπαγκέτες ένα μακρόστενο μεταλλικό σωλήνα, δίνοντας έτσι μια γεύση για το πώς είναι πραγματικά μια industrial συναυλία. Επίσης, να σημειώσω ότι χορεύει καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον έχω δει στους ήχους της συγκεκριμένης μουσικής, με τέλειο συγχρονισμό κινήσεων. Η επικοινωνία του δε με το κοινό ήταν όση χρειαζόταν, χωρίς να ρίχνει αυτό το λεπτό τοίχο που τον κάνει να διατηρεί τον μύθο του. Ο άνθρωπος «το έχει», όσα χρόνια κι αν περάσουν! Στο “Alive”, οι τόνοι χαμήλωσαν λίγο μόνο για να απογειωθούν λίγο αργότερα. Γιατί ήταν η ώρα για να ακουστούν οι δύο μεγάλοι ύμνοι τους. “Fatherland” και “To The Hilt” λοιπόν, κάνοντας πολλούς metalheads στο κοινό να χτυπιούνται και να τραγουδούν μαζί με τον Jurgen τους οργισμένους στίχους του. Φυσικά το encore δε μπορούσε να λείπει, με το “Machineries Of Joy” και για το τέλος το “Bloodsuckers”. Ευχαρίστησαν θερμά το κοινό και αποχώρησαν σαν κύριοι.
Η ιστορία γράφεται, λένε, από τους νικητές. Αν υπήρχε ένα βιβλίο στο οποίο θα γινόταν μια ιστορική αναδρομή στο industrial, αυτήν τη γεμάτη σφυροκοπήματα, ηλεκτρικές κιθάρες, ακραίους πειραματισμούς, και ψυχρή μουσική, πολλές σελίδες θα έπρεπε να αφιερωθούν στους Die Krupps. Κάτι που συνειδητοποιήσαμε πιστεύω όλοι όσοι βρεθήκαμε στο Gagarin το βράδυ της Παρασκευής, βλέποντας αυτή την ιστορία να ξεδιπλώνεται μπροστά στα μάτια μας.