Φωτογραφίες: Τζένη Καπάδαη

Η βραδιά του Σαββάτου ήταν αρκετή για να μας πείσει ότι η ποίηση δεν υπάρχει μόνο στα βιβλία, αλλά τη συναντάμε και στη μουσική. Γεγονός που το απέδειξαν με το παραπάνω τόσο οι δικοί μας Absent Without Leave, όσο και οι Βρετανοί 65 Days Of Static, οι οποίοι επισκέφτηκαν για πρώτη φορά τη χώρα μας, χαρίζοντας στον κόσμο πληθώρα συναισθημάτων μέσα από τα αριστουργήματά τους. Δεν είναι διόλου τυχαίο ότι οι Cure τους επέλεξαν ως support στις περιοδείες τους. Η περιγραφή που τους συνοδεύει. «πειραματικό χαρμάνι electronica/post rock», δικαιωματικά τους ανήκει, καθώς κατάφεραν όλο αυτό να το ξεδιπλώσουν με νότες επάνω στη σκηνή του Gagarin 205.

Οι πόρτες άνοιξαν στις 21:00, όπως ήταν προγραμματισμένο, και τα λιγοστά άτομα που περίμεναν έξω (40 περίπου) άρχισαν να μπαίνουν στον συναυλιακό χώρο. Υπήρξε μια μικρή απογοήτευση από μέρους μου, όταν αντίκρισα τον κόσμο στην αίθουσα του Gagarin και αναρωτήθηκα αν τελικά το ελληνικό κοινό δεν μπορεί να δεχθεί την εμφάνιση μιας instrumental μπάντας και παραμένει ακόμα προσκολλημένο στα groups με φωνητικά, εκμηδενίζοντας οτιδήποτε πρωτότυπο έχει να τους προσφέρει η μουσική βιομηχανία. Από την άλλη πλευρά, όμως, σκέφτηκα πως ίσως τα 30 ευρώ του εισιτηρίου να φαντάζουν αρκετά λεφτά για τον μέσο Έλληνα – πόσο μάλλον για τον μέσο ροκά!! Αλλά μέχρι τις 22.00 η προσέλευση πύκνωσε σημαντικά, πράγμα που αναίρεσε τελικά τις δύο προηγούμενες σκέψεις μου: υπάρχει, λοιπόν, και στην Ελλάδα κοινό για αυτό το είδος μουσικής, το οποίο αρέσκεται να δίνει τα λεφτά του γιατί ώστε να ακούσει το κάτι διαφορετικό, ό,τι θα το βγάλει από τα μονοπάτια της συμβατικότητας και θα το οδηγήσει να κοιτάξει λίγο πέρα από τον ορίζοντα.

Ας περάσουμε όμως στο κυρίως πιάτο. Οι Absent Without Leave άνοιξαν τη συναυλία γύρω στις 22:10. Με δύο κιθάρες επί σκηνής και διάφορα ηχογραφημένα samples μας παρουσίασαν ένα νωχελικό, μονότονο μοτίβο με μελωδίες κινούμενες στον ρυθμό μιας ambient αισθητικής. Οι κιθάρες είχαν τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην «παράσταση», αλλά το φιλμάκι που προβαλλόταν στο πανί δεν βρήκα να δένει απόλυτα με τη μουσική. Ίσως δε και το setlist να μην ήταν και τόσο συναυλιακό, ίσως και η σκηνική παρουσία του ντουέτο να ήταν περιορισμένη. Νομίζω πως εάν ο Γιώργος Μαστροκώστας πρόσθετε και άλλα συναυλιακά μέλη στο σχήμα, θα πετύχαινε καλύτερα αποτελέσματα. Το κοινό πάντως έδειχνε αδιάφορο, παρότι χειροκροτούσε ευγενικά την προσπάθεια – πολλοί μάλιστα είχαν πιάσει κουβεντούλα όσοι οι Absent Without Leave έπαιζαν στη σκηνή. Σφιγμένοι και διστακτικοί, μου θύμισαν αρχάριους έφηβους που βγαίνουν για πρώτη φορά στη σκηνή και δεν τολμάνε να κοιτάξουν στα μάτια τον κόσμο που βρίσκεται κάτω.

Οι 65 Days Of Static εμφανίστηκαν γύρω στις 23.00. Η τετραμελής μπάντα (Paul Wolinski, Joe Shrewsbury, Rob Jones και Simon Wright) από το Σέφιλντ εμφανίστηκε στο «σανίδι» με διάθεση να ξεσηκώσει για τα καλά το αθηναϊκό κοινό, το οποίο τους τίμησε με τη σειρά του και με το παραπάνω. Τα ακατάληπτα riffs στις κιθάρες, τα sampled off beat drums και οι ψυχεδελικές, γεμάτες ευρηματικότητα, κυκλοθυμικές μελωδίες είχαν μαγέψει τον κόσμο, που τους παρακολουθούσε εκστασιασμένος και αποσβολωμένος. Τη δε σκηνική τους παρουσία θα ζήλευαν πιστεύω ακόμα και οι μεγαλύτεροι metalheads. Ο καθένας ξεχωριστά έδινε το δικό του σόου επί σκηνής, παρασύροντας έτσι τον κόσμο να σηκώνει τα χέρια ψηλά και να τους χειροκροτεί. Αποκορύφωμα της βραδιάς το ‘’Retreat Retreat’’ και το ‘’Drove Through Ghost’’. Η μουσική των 65 Days Of Static θα μπορούσε να είναι soundtrack σε κινηματογραφική ταινία – άλλωστε φημολογείται ότι τους είχε γίνει μια τέτοια πρόταση για ένα φιλμ του John Carpenter. Από τα μείον της παρουσίας τους ήταν, πρώτον, η έλλειψη του visual show που παρουσιάζουν σε κάθε εμφάνιση τους ανά την Ευρώπη και, δεύτερον, ο περιορισμένος χρόνος που διέθεσαν για να παρουσιάσουν τις συνθέσεις τους: έπαιξαν μια ώρα και ο κόσμος δεν τους απόλαυσε όσο θα ήθελε.

Το κλασικό πλέον στις συναυλίες ‘’we want more’’ κυριάρχησε μετά την αποχώρηση των 65 Days Of Static από τη σκηνή, την οποία φρόντισαν να κάνουν λαμπόγυαλο, διαλύοντας σχεδόν ολοκληρωτικά τα drums και πετώντας πάνω σε αυτήν τις κιθάρες και το μπάσο. Ανταπόκριση όμως δεν υπήρξε στο κάλεσμα του κοινού για encore και έτσι όλοι έφυγαν με το «γαμώτο’» σχηματισμένο στα χείλη. Η αλήθεια είναι ότι δεν μας δίνεται συχνά η δυνατότητα να βλέπουμε στη χώρα μας μπάντες που βρίσκονται στο peak τους. Έτσι λοιπόν πρέπει να εκτιμήσουμε το γεγονός πως μας παρουσιάστηκε μια τέτοια ευκαιρία, έστω και αν αυτή η μπάντα δεν έπαιξε περισσότερο από ότι περιμέναμε. Αναμένουμε λοιπόν την επόμενη επίσκεψη τους…

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured