Φωτογραφίες: Γιώργος Σιαμανής

Για κάποιες συναυλίες όσα και να πει κανείς είναι λίγα. Η προχθεσινή βραδιά στο Gagarin ανήκει δικαιωματικά στα πράγματα που καλύτερα να μένουν ασχολίαστα, γιατί αλλιώς χάνεται η μαγεία. Αφού, όμως, πρέπει να γίνει review, ας κάνω μια προσπάθεια, για όσους δεν ήταν εκεί...

Λίγο πριν τις 22:30 σε ένα γεμάτο Gagarin – όχι ασφυκτικά, αλλά όσο ακριβώς χρειάζεται για να παρακολουθήσεις ένα live αξιοπρεπώς – η σκηνή σκοτεινιάζει και μια φωνή ανακοινώνει τους επίτιμους guests της βραδιάς, Nick Marsh (Flesh For Lulu) και Katharine Blake (Miranda Sex Garden, Mediaeval Baebes). Ένα ντουέτο δεμένο και εντυπωσιακό μέσα στη λιτότητά του. Ο μεν Marsh μόνο με τη συνοδεία μιας κιθάρας, η δε Blake, με το κόκκινο φόρεμά της και μια νέα ζωή στα... σπλάχνα της (η ίδια έχει ανακοινώσει επισήμως την εγκυμοσύνη της), ενάλλασσε τη φλογέρα με το βιολί της. Τραγούδησαν μαζί folk συνθέσεις με μελωδίες επηρεασμένες από τις παγανιστικές αναζητήσεις της Blake, άλλοτε σε πιο rock τόνους, κι άλλοτε με διασκευές (με όλη τη σημασία της λέξης) πασίγνωστων κομματιών, όπως το “Some Velvet Morning” και το “Summer Wine”. Η τελευταία, όσες φορές μίλησε στο κοινό, το έκανε με τέτοιο νάζι και χάρη που σχεδόν δεν αντιλαμβανόσουν ότι έκανε διαφήμιση για το σόλο άλμπουμ της, Midnight Flower, το οποίο μας πρότεινε αρκετές φορές να αγοράσουμε από το merch στην είσοδο! Τα τραγούδια της έχουν το καθένα τη δική του ξεχωριστή ιστορία, κάποιες μάλιστα παρμένες από μύθους και παραδόσεις, ενώ ένα κομμάτι είναι γραμμένο στα μεσαιωνικά ουαλικά. Οι ζητωκραυγές του κοινού στα διαλείμματα ήταν ένδειξη της θερμής υποδοχής που είχαν απ’ όλους οι δύο μουσικοί.

Λίγη ώρα αργότερα, αφού το ντουέτο αποχώρησε από τη σκηνή έχοντας πρώτα ευχαριστήσει όλους εμάς αρκετές φορές με χαμόγελα στα πρόσωπα (“twilight fairies” μας χαρακτήρισε η Blake, αν θυμάμαι καλά!), ήταν ώρα για να απολαύσουμε το συγκρότημα-σταθμό στη new wave σκηνή, τους And Also The Trees. Μετά από πολύ σύντομο διάλειμμα (είναι Άγγλοι άλλωστε!), όλοι εκτός από έναν παίρνουν τις θέσεις τους επί σκηνής, ο κόσμος ξεσπά σε χειροκρότημα και μια γνώριμη μελωδία ξεκινά. Η ψηλή και επιβλητική φιγούρα του Simon Jones εμφανίζεται τελευταία: «In another land I tried to find somebody, to tell me what I had to do, some way to hide away from you…». Εισαγωγή με το “Domed”, λοιπόν, και αμέσως μετά “The Beautiful Silence”, ακριβώς όπως στο πρόσφατο άλμπουμ. Η setlist, όπως ήταν αναμενόμενο, ήταν περισσότερο αφιερωμένη σ’ αυτό, το (Listen For) The Rag And Bone Man, χωρίς όμως να παραλείπονται αγαπημένα κομμάτια από παλαιότερες δισκογραφικές δουλειές. “Dialogue” και η απόλυτη αποθέωση, καθώς οι μαυροντυμένοι θαμώνες της γνωστής Υπόγας στην Πλατεία Αμερικής άκουγαν ζωντανά το κομμάτι που ποτέ δεν κουράζονταν να χορεύουν. Στο “Legend Of Mucklow”, επίσης από το νέο άλμπουμ, ο Simon Jones υποδύεται το ρόλο του ακόμα πιο πειστικός στη live εκδοχή, με τη βία του τραγουδιού να αντηχεί στη φωνή του, και το μικρόφωνο να γίνεται επέκταση της ψυχής του. “Τhe Saracen’s Head” και η μελαγχολία δεν είναι πια κάτι το αρνητικό... Η μεγαλούπολη της Αθήνας δίνει τη θέση της σε μαγευτικά ηλιοβασιλέματα στην εξοχή με “Shaletown” και “Gone, Like the Swallows”. Νιώθω να συγκινούμαι, παρακολουθώντας σα χαμένη, βλέποντας και τους άλλους γύρω σε παρόμοια κατάσταση... Κάπου στη μία ώρα μας αφήνουν, όχι για πολύ, επιστρέφοντας με “Slow Pulse Boy” για encore, και κάνοντας τους δικούς μας παλμούς να αυξάνονται... Έπειτα ένα τραγούδι σχετικό με την καταγωγή τους, “Virus Meadow”.

Πώς μπορεί ένα τόσο υποτονικό συγκρότημα να βγάζει τέτοια ενέργεια; Κι όμως μπορεί. Αυτό μου είχε κάνει και τη μεγαλύτερη εντύπωση την πρώτη φορά που τους είδα. Αυτή η πρωτοφανής αφοσίωση απ’ όλα τα μέλη, οι παθιασμένες ερμηνείες, και κατά κύριο λόγο ένας Simon Jones ο οποίος δίνεται ολοκληρωτικά στους στίχους του και τη μελωδία, βιώνει το κάθε δευτερόλεπτο, κι ας δηλώνει ταπεινά πως δεν είναι showman. Δεν είναι κάτι στημένο ούτε δήθεν – είναι κάτι αληθινό, και αυτό φαίνεται στα πρόσωπα των Justin και Simon, τα δύο αδέρφια που κλέβουν την παράσταση. Ξαναφεύγουν, ικανοποιημένοι και χαμογελαστοί, λέγοντάς μας και αυτοί ότι ευχαριστήθηκαν πολύ τη συναυλία. Παρά τα 30 χρόνια ύπαρξης του συγκροτήματος δεν φαίνεται να έχουν βαρεθεί ούτε λεπτό και δείχνουν να εκτιμούν ιδιαίτερα την αλληλόδραση με το κοινό – το οποίο κοινό κοντεύει να γκρεμίσει το Gagarin ζητώντας τους πίσω. Εντός ολίγου συνειδητοποιούμε ότι δεν έχει άλλο. Μπορεί να μην ακούσαμε “Paradiso” ή “Red Valentino”, δεν ήταν απαραίτητο όμως, εφόσον με άλλα εξίσου συναισθηματικά κομμάτια κατάφεραν, έστω για μιάμιση ώρα, να μας μεταφέρουν αλλού. Φράσεις όπως «τα έσπασαν», «ήταν τέλειοι» είναι ανεπαρκείς. Ευχαριστώ τους And Also The Trees για την πρώτη συναυλία εδώ και πολύ καιρό που κατάφερε να με βγάλει από την απάθεια και να μου γίνει βίωμα. Μακάρι να συνεχίσουν έτσι αναλλοίωτοι για πάντα.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured