Φωτογραφίες: Tristan
Η συναυλία των Calexico ήταν sold out. Να μια καλή είδηση μετά από αρκετά live ξένων καλλιτεχνών και συγκροτημάτων στα οποία η προσέλευση ήταν από μέτρια έως άδικα απογοητευτική. Μόνο η Mόνικα έσωσε την κατάσταση (θυμηθείτε την). Το γιατί πολλοί Αθηναίοι επέλεξαν να γεμίσουν το Fuzz Club το Σάββατο δεν είναι και πολύ δύσκολο να απαντηθεί. Από τη μία ο πολύ καλός δίσκος που κυκλοφόρησαν πρόσφατα οι Calexico, το Carried To Dust. Από την άλλη η ιδιάζουσα σχέση της μπάντας με την Ελλάδα, η οποία τροφοδοτείται και από την ανάλογη στήριξη ορισμένων ραδιοφώνων. Και τέλος το γεγονός ότι η σκηνική τους παρουσία φημίζεται για την δύναμή της. Δικαιολογημένα.
Το Fuzz έχει ένα μεγάλο μειονέκτημα. Η πρόσβαση σε αυτό είναι εξαιρετικά δύσκολη, ακόμη κι αν έχεις αυτοκίνητο. Κάτι ελπίζουμε να κάνουν οι ιθύνοντες. Τέλος πάντων, έξω από το club υπήρχαν περίπου 50 με 60 άτομα που προφανώς δεν είχαν πληροφορηθεί για την εξάντληση των εισιτηρίων. Ο Ισπανός Jairo Zavala, o Depedro δηλαδή, ήταν ήδη στη σκηνή και μαζί με μερικούς από τους Calexico, έπαιζε τα τραγούδια από την προσωπική του πορεία, τα οποία έχουν και μια πινελιά από τους μουσικούς του Tucson. Ενδιαφέρουσες λατινίζουσες μελωδίες, ήρεμα τραγούδια και καλή ατμόσφαιρα, ιδίως όταν τον συνόδευσαν όλοι οι Calexico. Ο κόσμος ήδη ήταν αρκετά ζεστός μαζί του, αν και δεν έλειπε η κλασική ελληνική γαϊδουριά. Η αρχή λοιπόν ήταν καλή.
Όταν έσβησαν τα φώτα και στη σκηνή ανέβηκαν οι πρωταγωνιστές της βραδιάς, ο κόσμος έδειξε έναν πραγματικά μεγάλο ενθουσιασμό, που είτε το θέλεις είτε όχι, σε κάνει να νιώθεις όμορφα. Το “Spokes” από τον πρώτο τους ομώνυμο δίσκο άνοιξε τη βραδιά, με το κοινό όχι μόνο να μην ξενερώνει (όπως γίνεται συνήθως με «άγνωστα» κομμάτια από θεατές που δεν παρακολουθούν στενά μια μπάντα), αλλά να χειροκροτά με ακόμα μεγαλύτερη θέρμη. Τα περισσότερα τραγούδια φυσικά έρχονταν από το τελευταίο άλμπουμ τους, τα οποία έτσι κι αλλιώς είναι πιο δυνατά και πιο έντονα. Όποιο κομμάτι κι αν έπαιζαν οι επτά μουσικοί (μαζί τους έπαιξε και ο Depedro), είτε με rock καταβολές είτε με μεξικάνικο πνεύμα, έφερνε χορό και ρυθμικά χειροκροτήματα. Μεταξύ άλλων, όσα «τράβηξαν» περισσότερο στον κόσμο ήταν τα “Not Even Stevie Nicks”, “Across The Wire”, “Man Made Lake”, “Two Silver Trees”, “Inspiracion”, “Slowness” και “Letter To Bowie Knife”.
Το setlist ήταν εξαιρετικά δεμένο και με μερικά «δωράκια». Το ένα ήταν το “Alone Again Or”, η διασκευή στον ύμνο των Love, όπου έγινε της μουρλής. Το δεύτερο ήταν το “Get Back” των Beatles, στο encore πλέον, που το είχαν παίξει ξανά στο Innsbruck της Αυστρίας. Τώρα όμως ανέβηκε στη σκηνή και η …Μόνικα για να τους συνοδεύσει τα φωνητικά! Έξυπνο τρικ, είχε κατά πάσα πιθανότητα σχεδιαστεί από τη διοργάνωση, αλλά «θάφτηκε» από τον πολύ μέτριο ήχο του Fuzz (όπως και το βιμπράφωνο). Το κοινό φώναζε ξανά και ξανά για ένα ακόμα encore, οπότε η βραδιά έκλεισε με τη μπάντα να τα «σπάει» στο “Crystal Frontier” και στο “Guero Canelo”, και τον Joey Burns να ευχαριστεί ξανά και ξανά το κοινό, στα αγγλικά, τα ισπανικά και τα ελληνικά, για την πραγματικά μεγαλειώδη παρουσία του.
Ήταν μια πολύ καλή συναυλία για έναν πολύ συγκεκριμένο λόγο. Ήταν πολύ διασκεδαστική για το κοινό μα και για τη μπάντα. Και αυτό το γεγονός μπορεί να υπερπηδήσει τα όποια φάουλ γίνονται…