O Adrian Thaws χρειάστηκε γύρω στα δέκα χρόνια για να κάνει στροφή 180ο μοιρών από την αυτιστική στάση που κρατούσε στα πρώτα του συναυλιακά βήματα. Από tricky kid σε Tricky και με το επαναλαμβανόμενο μάντρα «remember boy, you’re a superstar» να πάλλει στο Knowle Western στέρνο του, κατηφόρισε μέχρι τη Βουλιαγμένης 22, Παρασκευή βράδυ στις 28 του Νοέμβρη, για να ολοκληρώσει το βαλκανικό του πέρασμα στο Fuzz Club.

Ήταν γύρω στις 10 όταν η λεωφόρος φάνηκε να μην καταφέρνει να ισορροπεί πια ανάμεσα στον φόρτο των διερχομένων οχημάτων και του όλο και αυξανόμενου συνωστισμένου κόσμου που περίμενε να δει τον μουσικό από το Bristol, όταν η όλη καθυστέρηση προκάλεσε ένα κλιμακούμενο μοτίβο από δικαιολογημένα γιουχαΐσματα. Η φορτισμένη ψυχολογία του πλήθους βρήκε επίσημη ανταπόκριση μέσα στο επόμενο δεκάλεπτο (άνοιξαν οι πόρτες) και δοκιμάστηκε ανάμεσα στον νεκρό χρόνο μέχρι την έναρξη της συναυλίας, με το soundcheck που δεν είχε τελειώσει ακόμα και την ανακοίνωση η οποία συνόδευε τη συγγνώμη των υπεύθυνων με αιτιολογικό πως «ο Tricky θα τραγουδήσει με ασύρματο μικρόφωνο, κάτι που δεν έχει ξανακάνει». Και κάπου εδώ μπήκε το “Cosmic Dancer” των T-Rex, εισαγωγή στη συναυλία η οποία ξεκίνησε δυνατά με το “You Don’t Wanna” και το κοινό να έρχεται αντιμέτωπο με τον Tricky γυρισμένο πλάτη, σε ένα μισοφωτισμένο εικαστικό πλάνο που συμπλήρωνε ο καπνός του τσιγάρου του.

Περιστοιχισμένος από τη Francesca Belmont στα φωνητικά, τον John Maiden στα drums, τον Tristan Cassel-Delavois στην κιθάρα, την Kat Bax στο μπάσο και τον Gareth Bowen στα διάφορα synths, ο Tricky επιχείρησε μια ωμή και σφιχτοδεμένη απόδοση καινούργιων και παλιότερων κομματιών. Πιο εξωστρεφής από ποτέ, έβγαζε τη μουσική κατευθείαν από τα σωθικά του, κατευθείαν από την καρδιά, ενώ σημειολογικά χτυπούσε το μικρόφωνο στο στήθος του, αναμιγνύοντας τους γδούπους με τις αμβλυμμένες μελωδίες, με λαρυγγισμούς, κραυγές και βραχνά φωνητικά. Οι εναλλασσόμενοι ρυθμοί τον έβρισκαν πότε να αλωνίζει τη σκηνή (σ.σ.: με χτυπημένο πόδι!) και πότε να αφήνει τη φιγούρα του να κουνιέται νωχελικά στο βάθος με τη Francesca στο προσκήνιο. Μια μελαγχολία είναι αλήθεια υπήρχε τέτοιες στιγμές από μερίδα του κοινού, όταν γινόταν η σύγκριση με την Martina Topley-Bird, πιθανότατα δικαιολογημένα καθώς ήταν κάτι παραπάνω από απλώς αυτό που αναφέρουμε ως «η αιώνια έλξη της στιγμής που δεν πρόκειται να ξαναρθεί». Ήταν εμφανές ότι ο Tricky εξερευνούσε έναν νέο τρόπο έκφρασης και επικοινωνίας με το κοινό.

Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε σε αυτή την προσέγγιση, με τα τραγούδια να αποδίδονται στα βασικά συστατικά τους και τον ίδιο να παραδίδει το σώμα του σε σπασμούς, σε μια προσπάθεια να δημιουργήσει περισσότερο μια εκστατική εμπειρία, παρά να αποδώσει επιτυχημένες μουσικές στιγμές. Αυτός ήταν εκεί, ανοικτός στο κοινό, το σώμα του αφημένο και εκμεταλλεύσιμο, αλλά το κοινό φάνηκε ανίκανο να το εκμεταλλευτεί. Να επιτύχει δηλαδή τη συνδεσιμότητα που θα απογείωνε τη συναυλία. Είναι οι δύο συνιστώσες του – αν το χωρίζαμε απλουστευτικά σε δυο ηλικιακές ομάδες – οι οποίες δεν κατάφεραν μάλλον να συνεργαστούν: με άτομα από τη νεότερη να ψιλογιουχάρουν δηλαδή, μεταξύ σοβαρού και αστείου, τη συγκρατημένη στάση των υπολοίπων. Το σκηνικό άλλαξε αρκετά με τη θορυβώδη (πλεονασμός;) διασκευή στο “Ace Of Spades” – με το κοινό να ζεσταίνεται όλο και πιο πολύ, τον Tricky να φωνάζει να ανάψουν τα φώτα και την περιοχή μπροστά στη σκηνή να ταρακουνιέται για τα καλά. Οι Motorhead ήταν όμως και ο επίλογος αυτού του Knowle Wester, που όσο περνάει ο καιρός φέρνει περισσότερο στον Iggy Pop, παρά σε εκφραστή των ήσυχων στιγμών των άγριων παιδιών του 1990 και της γενικότερης coffee-table αισθητικής.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured