Πολλές φορές η μουσική δημοσιογραφία σε κάνει να αναθεματίζεις την ώρα και την στιγμή που αποφάσισες να ασχοληθείς μαζί της. Βλέπεις, όταν ήσουν μικρός φανταζόσουν ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι που διάβαζες ήταν μυθικά πλάσματα, τα οποία κατάφεραν να ζήσουν από αυτό που λάτρευαν περισσότερο και δεν μπορούσες να φανταστείς ότι έβρισκαν δυσκολίες όταν κάλυπταν την αγαπημένη σου συναυλία ή έγραφαν κριτική για τον αγαπημένο σου δίσκο. Οι λέξεις «deadline», «μισθός» και «marketing» δεν υπήρχαν στη φαντασίωση σου. Και αν έκανες το λάθος να ακολουθήσεις το όνειρό σου και είχες και μια ανάλογη αυτογνωσία, απλά θα καταλάβαινες ότι η συγκεκριμένη δουλειά μπορεί να χαρακτηριστεί ως και ένας μονόδρομος στην «κόλαση της κυνικότητας». Στις κακές της στιγμές, η δουλειά αυτή μπορεί να σε κάνει να βιώσεις μερικές από τις πιο αστείες αλλά και τραγελαφικές εμπειρίες. Όμως, το χειρότερο που μπορείς να βιώσεις είναι και ένα τεράστιο κύμα κυνικότητας. Το οποίο, αν είσαι λίγο έξυπνος, μπορείς να το καβαλήσεις ως ένας άλλος surfer με αυτοκτονικές τάσεις - αλλά όντας σίγουρος ότι θα έχει καταστροφικές επιπτώσεις για την υγεία σου.
Την Παρασκευή που το Bios είχε καλεσμένους τους Dopplereffekt - ένα από τα θρυλικά σχήματα της ηλεκτρονικής μουσικής - προσπάθησα να μην φέρω μαζί μου την κυνικότητα που με έχει καταβάλει τον τελευταίο καιρό. Τα αρνητικά vibes της πόλης δεν χωρούσαν σε ένα μέρος που φιλοξενούσε ένα σχήμα αποτελούμενο από ένα μέλος των Drexciya, ένα δίδυμο παραγωγών που πήρε την παράνοια της πόλης του Detroit, την sci-fi λογοτεχνία και την electro/techno μουσικής της πόλης του και δημιούργησε κάτι τόσο διαχρονικό, αλλά και απόκοσμο, που ακόμα βρίσκει τον δρόμο του στις νέες μουσικές τάσεις οι οποίες δημιουργούνται σχεδόν καθημερινά σε όλο τον κόσμο. Αυτό το σχήμα που θα παρουσίαζε τη δουλειά του στο Bios, αποτελεί την εξέλιξη των Drexciya και αυτό που κατάφερε, πριν καν ακόμα την έναρξη του live, ήταν να με κάνει να δω για πρώτη φορά δέος και γλυκιά αναμονή στα πρόσωπα όσων έφτασαν στον συγκεκριμένο συναυλιακό χώρο - κάτι που δεν βλέπεις συχνά σε events της πόλης. Μετά από κάποια καθυστέρηση, οι πόρτες άνοιξαν και ανακαλύψαμε ότι οι Dopplereffekt μας ήθελαν καθιστούς στο πρώτο live τους στην Αθήνα κάτι για το οποίο δεν ήμουν και απόλυτα χαρούμενος. Όμως, η έναρξη της συναυλίας με έκανε να καταλάβω ότι ένα τέτοιο θέαμα δεν θα μπορούσα να το απολαύσω όρθιος, αφού πολλές στιγμές η μουσική ήταν τόσο απίστευτη, ώστε χρειαζόσουν τον χώρο και τον χρόνο για να μπορέσεις να πάρεις μια ανάσα και να καταλάβεις το συγκεκριμένο βίωμα.
Ο Gerald Donald και η Kim Karli εμφανίστηκαν στη σκηνή του Bios ντυμένοι στα μαύρα, φορώντας μαύρες μάσκες και παρουσίασαν ένα set up το οποίο άφησε και τους χειρότερους music nerds με το στόμα ανοιχτό. Σε μια περίοδο όταν τα περισσότερα ηλεκτρονικά live παρουσιάζονται από τους καλλιτέχνες με Ableton live και ένα από midi controller, το κλασικό Korg του Gerald Donald θύμιζε εποχές που το στούντιο ενός ηλεκτρονικού παραγωγού κατακλυζόταν από διάφορα synths και όχι ένα απλό Mac Book. Στην αρχή δεν είχα καταλάβει πως ένα τόσο minimal - και για πολλούς παρωχημένο - set up θα μπορούσε να καλύψει τις ανάγκες αυτού του live. Όμως, για την υπόλοιπη μιάμιση ώρα το σκοτεινό δίδυμο παρουσίασε ένα καταπληκτικό ταξίδι στον γαλαξία που λέγεται «ηλεκτρονική μουσική» και απέδειξε σε μερικούς νέους μουσικούς παραγωγούς πως δεν χρειάζονται πολλά στολίδια στη μουσική, αλλά μεγάλη φαντασία. Για μένα, το συγκεκριμένο live θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως η απόλυτη pun εμπειρία, αφού θεωρώ τον εαυτό μου ένα άνθρωπο που μεγάλωσε με κομπρεσαρισμένη μουσική. Λάτρεψα ανθρώπους που με αυτά τα μηχανήματα κατάφεραν να δημιουργήσουν διάφορα «ηχητικά γλυπτά», που η σημασία την οποία έδιναν στη λεπτομέρεια με έκανε να φαντάζομαι μυθικά πλάσματα χαμένα στο στούντιο και ανέγγιχτα από τον ήλιο. Οι Dopplereffekt έδωσαν μια κλωτσιά σε αυτή μου την φαντασίωση, παίζοντας ένα set που θα μπορούσα να το αποκαλέσω και ύμνο στην τραχύτητα του ήχου. Σκοτεινές ατμόσφαιρες τρύπωσαν σε κάθε γωνία του Bios, ενώ η ένταση που δημιουργούσε η μουσική αποτελούσε ένα μεγάλο χτύπημα για τον ακροατή ο οποίος δεν είχε την ευκολία του χορού για να μπορέσει να χαλαρώσει και να ξεφύγει.
Οι δυο αυτοί μουσικοί δεν σου έδιναν εύκολες λύσεις και σίγουρα δεν ήθελαν να παρουσιάσουν κάτι όμορφο πάνω στα δεδομένα που δίνει η κοινωνία για την ομορφιά. Η μουσική τους θυμίζει τους σιδηρόδρομους του Detroit που το βράδυ θυμίζουν βομβαρδισμένο πεδίο μάχης, αλλά συνεχίζουν να δημιουργούν περίεργους ήχους, δημιουργώντας μια ατμόσφαιρα που «μυρίζει» sci-fi thriller. Στο τέλος της συναυλίας βρήκα - για κακή μου τύχη - μια γνωστή debutant της ελληνικής δημοσιογραφίας. Με ρώτησε αν ενθουσιάστηκα με τη συναυλία και απάντησα θετικά. Χαμογέλασε και μου είπε ότι τους είχε δει στο εξωτερικό και ήταν καλύτεροι. Φαίνεται ότι για αυτή την χρονιά ο ενθουσιασμός δεν είναι trendy στους arty farty κύκλους της Αθήνας…