Φωτογραφία: Έφη Παναγιωτοπούλου

Η ερώτηση ήταν εξ’ αρχής «γιατί να πάει κανείς στην Kylie»; Κι ήταν μια ερώτηση που μου έκαναν όλοι σχεδόν οι συνάδελφοι στο Avopolis. Κι όσοι δεν μου την έκαναν, ήθελαν σίγουρα να μου την κάνουν ή δεν την έκαναν επειδή καταλάβαιναν ότι δεν θα ήθελαν να την ακούσουν κι εκείνοι με τη σειρά τους από άλλους, αν τύχαινε σε εκείνους να αναλάβουν να καλύψουν αυτό το συναυλιακό γεγονός που έγινε στη χώρα μας. Δεν μας τυχαίνουν συχνά τέτοιου μεγέθους κονσέρτα στην Ελλάδα, αν και κάτι μου λέει ότι θα μας τυχαίνουν συχνότερα στο άμεσο μέλλον… Γιατί λοιπόν να πάει κανείς μέχρι τη Μαλακάσα, να περπατήσει κανένα μισάωρο μέχρι να μπει στον χώρο όπου είχε στηθεί η σκηνή για να υποδεχτεί μια από τις γαλαζοαίματες φιγούρες της σύγχρονης pop μουσικής (μα και της παρελθούσας, και της μέλλουσας) και να δώσει, στην τελική, δύο ώρες από την ζωή του για χάρη της;

Τις περισσότερες απαντήσεις τις έχει ήδη δώσει ο Paul Morley στο βιβλίο του Words And Music, το οποίο έχει κατά το ήμισυ γραφτεί για εκείνη, ή μάλλον με αφορμή εκείνη. Ή καλύτερα επειδή εκείνη είναι αυτή και αυτό που είναι και αντιπροσωπεύει - ό,τι είναι τέλος πάντων αυτό που αντιπροσωπεύει και που κάποτε αγαπάμε να αγαπάμε κι ενίοτε αγαπάμε να μισούμε για όλους τους λάθος λόγους. Όπως και κάποιες ακόμη, τις οποίες θα έπρεπε να τις αναζητήσουμε από κοντά. Για να τις δούμε, όπως την Kylie Minogue, να παίρνουν σάρκα και οστά μπροστά στα μάτια μας. Χωρίς τα κόλπα που περιέχονται σε αφθονία στους δίσκους της και χωρίς τα ψέματα και τις μισές αλήθειες τις οποίες κρύβουν οι ειδήσεις που αφορούν στο πρόσωπό της στις σελίδες των εφημερίδων και στα δελτία των ειδήσεων.

Γιατί πήγα στην Kylie και δεν πήγα στον George Michael π.χ.; Γιατί θεωρώ ότι η διασκέδαση που προσφέρει η πρώτη είναι απείρως αγνότερη στις προθέσεις της από τη δήθεν σκεπτόμενη και με πολιτικές κάποτε προεκτάσεις αντίστοιχη του δεύτερου, άσχετα αν ο Γιώργος στηρίχθηκε πολύ λιγότερο στη show πλευρά της συναυλίας του - έμαθα - και βασίστηκε περισσότερο στις ερμηνευτικές του ικανότητες. Δεν έχει σημασία αυτό στην παρούσα φάση. Και η Kylie έδειξε σε ορισμένες στιγμές ότι δεν έχει βρεθεί τυχαία ακριβώς εκεί όπου βρίσκεται, κι ότι κάποια πράγματα οφείλεις να τα έχεις και να τα δείχνεις όταν οι περιστάσεις το απαιτούν - και εχτές το βράδυ ανταποκρίθηκε μια χαρά στις απαιτήσεις του ρόλου της και στις προσδοκίες των οπαδών της. Αντίστοιχα λοιπόν, θα πήγαινα να δω τον Robbie Williams αλλά όχι τους Duran Duran (όσες φορές κι αν έρθουν), τον Elton John εννοείται μα όχι τον James Blunt… Είναι θέμα του τι αποφασίζει να κάνει ο καθένας στην καριέρα του, και το πού σε πετυχαίνει σαν ακροατή όταν το κάνει!

Κατά διαβολική σύμπτωση, ένας συνάδελφος του Sonik (που θα παραμείνει αυτή την στιγμή ανώνυμος για να προστατευτούν τιμές και υπολήψεις…) μου έλεγε ελάχιστες ώρες νωρίτερα ότι ένα πράγμα για το οποίο έχει μετανιώσει στη ζωή του είναι που έχει πάει μόνο δύο φορές στα μπουζούκια! Όσο αστείο κι αταίριαστο κι αν φαντάζει αυτό σε ένα review για την Kylie, νομίζω ότι περιγράφει θεαματικά εκείνο που νιώθει κάποιος «από άλλο ανέκδοτο». Όπως ο γράφων, ο οποίος για πολλά χρόνια δεν έχανε κάθε συναυλία σε τουαλέτα από την κάθε τελειωμένη μπάντα της αλλοδαπής, σε μια τέτοια «μαζική» εκδήλωση. Δεν μπορούσα λοιπόν να μη νοιώσω τη χαρά της γιορτής που υπήρχε στον αέρα, και την προσδοκία από τους οπαδούς της να δουν ένα ίνδαλμα που, ας μην το ξεχνάμε κι αυτό, έχει σημαδέψει με τραγούδια της κάποιες γενιές. Η αφοσίωση είναι η ίδια όπως αυτή την οποία νιώθουν οι οπαδοί του Bruce Springsteen ή και του Nick Cave. Απλά τα ρούχα που φορούν είναι απαραιτήτως μαρκέ και στο Terra Vibe πήγαν με το τζιπ και το κάμπριο…

…Και, ειλικρινά, δεν έχω κανένα πρόβλημα μ’ αυτό, πιστέψτε με, κι εδώ που τα λέμε, τι έγινε που δεν ήξεραν τους στίχους των τραγουδιών; Από μια άποψη, τα τραγούδια της Kylie δεν έχουν στίχους, έχουν όμως εικόνα, κι έχουν glamour που ξεχειλίζει από τους ρυθμούς τους κι από το πρόσωπο της ερμηνεύτριάς τους. Ένα glamour κάποτε φτηνό - πράγματι - αλλά και ειλικρινές μαζί, που μοιράζεται αβίαστα και χωρίς τυμπανοκρουσίες στο φιλοθεάμον κοινό. Το show της Kylie, ως εκ τούτου, ήταν ό,τι έπρεπε για όσους λατρεύουν να ξεφυλλίζουν περιοδικά lifestyle, κάνουν τις διακοπές τους σε μέρη όπου πηγαίνουν οι όμοιοί τους και λατρεύουν οτιδήποτε κάνουν να έχει λάμψη (άσχετα αν η λάμψη αυτή βρίσκεται τελικά μονάχα μέσα στο κεφάλι τους…). Κατά έναν παράδοξο τρόπο βέβαια, ήταν ένα λαϊκό θέαμα (κάποια στιγμή, η λέξη «Δελφινάριο» ήρθε στο μυαλό μου), αν και σίγουρα δεν ήταν αυτό που λανθασμένα αναφέρω παραπάνω σαν «συναυλία» : η μπάντα θα μου έκανε εντύπωση αν μου έλεγαν ότι έπαιζε επί σκηνής - ο ήχος παραήταν ηλεκτρονικός για να ξεχωρίζουν τα τύμπανα ή το μπάσο, μόνο όταν παρουσίασε το συγκρότημα άκουσα πώς βγαίνουν από τα ηχεία τα συγκεκριμένα μουσικά όργανα. Οι χορευτές ήταν τέλειοι, αλλά θα μπορούσα να δω και το So You Think You Can Dance, αν ήθελα φιγούρες και συγχρονισμένη κίνηση. Το οπτικό όμως κομμάτι ήταν ίσως το καλύτερο μέρος της παράστασης, κι ήταν αυτό ίσως το οποίο έδινε το χρώμα στο κάθε τραγούδι.

Κι όσο για την Kylie, ήταν επίσης μια χαρά. Άλλαζε κουστούμια κάθε δύο ή τρία τραγούδια, χαμογελούσε σε όλους και προσέφερε απλόχερα διασκέδαση. «Έκαψε» γρήγορα, μόλις στο τρίτο κομμάτι, τη μεγαλύτερη επιτυχία της, το “Can’t Get You Out Of My Head”, κι απόρησα για το τι θα παιχτεί στη συνέχεια. Τελικά τίμησε υπέρ του δέοντος το πρόσφατο άλμπουμ της X - και λογικά αφού για τη στήριξη αυτού του δίσκου γίνεται η περιοδεία της - με ιδιαίτερα καλές στιγμές το “Wow” και το “Heart Beat Rock”, ενώ το κλείσιμο ήρθε με το “I Should Be So Lucky”, στις δύο ακριβώς ώρες και κάτω από παραλήρημα από το κοινό (που σίγουρα θα μπορούσε να είναι περισσότερο, προσωπικά το υπολογίζω στις έξι χιλιάδες). Υπό τη βροχή γυαλιστερού κονφετί αποχωρήσαμε ευχαριστημένοι, μαζί με όλη την οικογένεια, και μακαρίσαμε τον Θεό της pop, που διάλεξε ένα τόσο ευλογημένο κορίτσι να έχει στο πλάι του σαν αγγελιοφόρο με τους θνητούς εκεί κάτω…

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured