Ώρα: 8:30 μ.μ. Σε ένα γεμάτο, σχεδόν ασφυκτικά, Dada, οι Έλληνες φίλοι του Roland και της neofolk σκηνής ανυπομονούν για την έναρξη του μικρού αλλά σπουδαίου για τα ελληνικά δεδομένα φεστιβάλ της Καθαράς Δευτέρας. Χωρίς πολλές καθυστερήσεις και αναμονή, οι Έλληνες Mani Deum ανεβαίνουν στη σκηνή για να μας μυήσουν στη μελαγχολική αισθητική τους, με κιθάρες, βιολοντσέλο, ντέφι, πλήκτρα και φωνητικά εναλλάξ από το Μάνο Κ. και τον Π. Το αποτέλεσμα είναι άψογο, σε συνδυασμό με τον επιβλητικό φωτισμό. Οι ίδιοι εύστοχα περιγράφουν τη μουσική τους ως “infected folk & roll” - εμφανείς είναι οι επιρροές τους από Current 93 και Band Of Holy Joy, ιδιαίτερα σε κομμάτια όπως το “Nemesis”, χωρίς όμως να χάνουν σε πρωτοτυπία. Πολύ δεμένοι μεταξύ τους, επίσης, χωρίς να λείπει το χιούμορ και η επικοινωνία με το κοινό.
Προς το τέλος του live των Mani Deum, ανεβαίνει ο Dev των While Angels Watch για να ερμηνεύσουν μαζί το τελευταίο τραγούδι. Στη συνέχεια, ολομόναχος με μια κιθάρα στη σκηνή, συνεχίζει με δικά του τραγούδια, σοβαρός κι απόλυτος. Έπειτα συνοδεύεται ξανά από τους Mani Deum για μερικά ακόμα κομμάτια. Δεν ξέρω αν είναι δική μου εντύπωση ή αυτή η συνεργασία είχε μεγαλύτερη επιτυχία από τις σόλο εκτελέσεις του Dev. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων, το κοινό φάνηκε κάπως κουρασμένο, ίσως από την άλλη να ήταν και από την ανυπομονησία τους να ακούσουν τον ξακουστό Paul Roland...
Ήρθε και η σειρά του Roland, λοιπόν, η στιγμή που περιμέναμε μήνες ολόκληρους εναγωνίως. Τι να πρωτοπεί κανείς; Όλα άψογα, ούτε ένα λάθος και η συγκίνηση ήταν αναπόφευκτη. Το setlist περιλάμβανε κομμάτια απ’ όλες του τις κυκλοφορίες, κυρίως βέβαια από τα πρόσφατα Pavane και Re-Animator. Παρουσίασε όμως και πολλά από το Nevermore, που βγαίνει στην αγορά σε δυο μήνες. Στη σκηνή αυτός και οι δύο συνεργάτες του - Ralf Jesek από τους Γερμανούς In My Rosary και Jenny Benwell από Αγγλία - παρουσίασαν το έργο του λιτά κι απέριττα και χωρίς υπερβολές, με κιθάρα, μπάσο, πλήκτρα και βιολί. Τα τραγούδια του Roland δεν εκπέμπουν τόσο μελαγχολία όσο αισιοδοξία, πράγμα που τον κάνει ξεχωριστό. Κοιτάω γύρω μου, σε ένα διάλειμμα από την (κατά)χρηση της φωτογραφικής μηχανής, και βλέπω τον κόσμο να παρακολουθεί ακίνητος, αμίλητος, με πλήρη αφοσίωση, και να περιμένει το τέλος του κάθε τραγουδιού για να αποθεώσει τον ήρωά του με ζωηρά χειροκροτήματα. Ο απόλυτος χαμός έγινε μετά το “Nosferatu”, το πλέον γνωστό απ’ όλα όσα έχει κυκλοφορήσει. Ευχάριστη έκπληξη της βραδιάς ήταν η διασκευή στο “Hurt” των Nine Inch Nails, που πολλοί έχουν γνωρίσει από τη διασκευή του Johnny Cash. Και πλησιάζει το τέλος... Με ένα ευγενικό πάντα χαμόγελ, ο Roland, χαρούμενος και συγχρόνως μετριόφρων, επιστρέφει για encore μετά από την επιμονή του κοινού, κι έπειτα ξαναεπιστρέφει, και ξανά και ξανά. Όταν πια ακούγεται το outro, το “Thirteen” από Johnny Cash, αρχίζουμε να συνειδητοποιούμε ότι δεν έχει άλλο... Τελειώνοντας, μια μικρή σημείωση όσον αφορά το χώρο διεξαγωγής του live: χωρίς καμία επιφύλαξη πλέον, το Dada μπορεί να μην είναι συναυλιακός χώρος αλλά είναι άκρως λειτουργικό για συναυλίες τέτοιας έκτασης, με σχετικά μικρό, συσπειρωμένο και αφοσιωμένο κοινό. Εκτός αυτού δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα ούτε στον ήχο ούτε στην οργάνωση. Τα πάντα συνέβαλαν στο να απολαύσουμε όλοι το πολυαναμενόμενο live χωρίς κωλύματα. Εύχομαι και σε άλλες παρόμοιες διεξαγωγές στο μέλλον...