Φωτογραφίες: Τζώρτζια Παγιατάκη
Την τελευταία φορά που είχα δει τον Nyman (άνευ Michael Nyman Band) ήταν το 1994, αν θυμάμαι καλά, τότε δηλαδή που το soundtrack για τα Μαθήματα Πιάνου είχε χωθεί σε κάθε σπίτι της χώρας. Με μεγαλύτερη μπάντα από αυτή που ήρθε αυτή τη φορά, είχε αφιερώσει το δεύτερο μέρος της συναυλίας παίζοντας ολόκληρο το soundtrack, ενώ στον Λυκαβηττό ολόκληρο το κοινό παρακολουθούσε με απόλυτη αφοσίωση και συγκίνηση. Με λίγα λόγια, περιμέναμε ένα εξαιρετικό live - και αυτό παρακολουθήσαμε τελικά.
Στο θέατρο Badminton (όπου αντιμετώπισε κάποια μικροπροβλήματα στον ήχο, ειδικά στα μέρη των πνευστών) ο Nyman με την παλιά του μπάντα αφιέρωσε τον περισσότερο χρόνο του παίζοντας πολλά θέματα από τις μουσικές τις οποίες έχει χαρίσει στον Greenaway και τις ταινίες του. Με επιφύλαξη πάντα (άλλωστε με 100 περίπου δίσκους που έχει κυκλοφορήσει δεν μπορείς να είσαι σίγουρος), αναγνώρισα δυο εξαιρετικά θέματα που έχουν χαρακτηρίσει τις ταινίες Ο Μάγειρας, Ο Κλέφτης, Η Γυναίκα Του Και Ο Εραστής Της και Τα Βιβλία Του Πρόσπερο. Ο ίδιος ο Nyman έπαιξε όλα τα μέρη στο πιάνο, αποφεύγοντας αυτή την φορά να αναλάβει τον ρόλο του μαέστρου, ενώ το κουαρτέτο εγχόρδων, μαζί με τα πλούσια πνευστά και το μπάσο που απαρτίζουν την μπάντα του, είχαν τον πρωταγωνιστικό ρόλο στη συναυλία. Είναι αδύνατο να βρεις ψεγάδια στον τρόπο που παρουσίασαν τις πολύπλοκες συνθέσεις του Nyman. Απόλυτα κουρδισμένοι μεταξύ τους, με άπλετη ένταση και πάθος άφησαν το αφεντικό στο πιάνο να ασχοληθεί αποκλειστικά με τις μπάσες - πάντα μινιμαλιστικές - νότες του, ενώ αυτοί ενάλλασσαν ρυθμούς, κλίμακες και ρόλους με χαρακτηριστική άνεση.
Μετά το διάλειμμα που ακολούθησε την ολοκλήρωση του πρώτου μέρους, ο Nyman εμφανίστηκε μόνος του στη σκηνή για να παίξει τρία θέματα από το προαναφερθέν και κλασικό πλέον soundtrack για τα Μαθήματα Πιάνου. Ακούγοντας τον να παίζει την μελωδία που έχει στιγματίσει τον ίδιο αλλά και την αντίληψη που έχουμε για τη σημασία της μουσικής στις ταινίες, δεν μπορείς παρά να παραδεχτείς την εκτελεστική του δεινότητα, αφού οι live χρωματισμοί, καθώς και το παιχνίδι με την ένταση και την ταχύτητα εκτόξευσαν το κομμάτι σε υψηλότερο επίπεδο από το ηχογραφημένο. Περίπου στο ίδιο συμπέρασμα κατέληξα και μετά την ακρόαση του θέματος από το Το Τέλος Μιας Σχέσης που έκλεισε και τη συναυλία.
Τελικά ο Nyman, αν και δεν είναι το ίδιο εμπνευσμένος συνθέτης με τον Preisner (αν και πιο καταρτισμένος), ούτε καλύτερος εκτελεστικά από τον Mertens, έχει μια έντονη αντίληψη της μελωδίας, παρόλο που συνηθίζει να την κρύβει κάτω από «στρώσεις» εγχόρδων και πνευστών. Ίσως γι’αυτό τον χαρακτηρίζουν και ως pop μουσικό, που δεν είναι βέβαια. Το αδιαμφισβήτητο είναι πάντως πως soundtrack σαν το Gattaca δεν υπογράφουν πολλοί εκεί έξω.