Η Ikue Mori, που εμφανίζεται στο φετινό Borderline Festival μαζί με την Zeena Parkins (το επόμενο Π-Σ-Κ, 26, 27 & 28 του μήνα στη Στέγη Γραμμάτων & Τεχνών –η Mori παίζει τη δεύτερη μέρα), αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση. Όχι μόνο επειδή ρίσκαρε να αναζητήσει την τύχη της εκτός Ιαπωνίας, πηγαίνοντας στη Νέα Υόρκη κατά τη δεκαετία του 1980, μα και γιατί κατάφερε να μεταλαμπαδεύσει την οργή του πανκ –όπως την εξέφρασε η ίδια με τους βασικούς αλλά και ιδιότυπους DNA– σε μία δημιουργική πλατφόρμα έκφρασης, η οποία άπτεται πια του σύγχρονου πειραματικού ήχου...
Ήταν εύκολο για σας να προχωρήσετε το όραμά σας στην πειραματική μουσική; Υπάρχει ξέρετε η δοξασία στη Δύση ότι για τις γυναίκες στην Ιαπωνία είναι δύσκολη η πρόσβαση στο συγκεκριμένο είδος…
Όταν μετακόμισα στη Νέα Υόρκη για να αναμιχθώ με την εκεί πειραματική σκηνή, κατάλαβα ότι θα είχα δυσκολίες αν είχα μείνει στην Ιαπωνία. Ήταν μάλλον δύσκολο σε εκείνα τα χρόνια για ένα κορίτσι να εντρυφήσει στους πειραματικούς ήχους και να παρουσιάσει τη δουλειά της πάνω σε αυτούς. Ευτυχώς, στις Η.Π.Α. βρέθηκα στην αγκαλιά μιας μεγάλης κοινότητας, η οποία με υποστήριξε αμέσως, ήδη από την αρχή. Δεν νομίζω πάντως ότι ισχύει και σήμερα κάτι τέτοιο για την Ιαπωνία: υπάρχει μεγάλο σχετικό ενδιαφέρον, όπως και δραστηριότητα.
Κατά τη γνώμη σας, τι ώθησε τόσα βήματα μπροστά (σε αναγνωσιμότητα και δημιουργικότητα) τον ιαπωνικό αυτοσχεδιασμό στα τελευταία 40 χρόνια; Υπήρχε κάποιο λειασμένο έδαφος, λ.χ. από μουσικές σχολές; Ή βοήθησε κάτι εγγενές στην ιαπωνική κουλτούρα;
Στην πατρίδα μου υπήρχε πάντα μεγάλο ενδιαφέρον για τις τέχνες και ειδικότερα για τη μουσική. Κι αυτό επεκτεινόταν σε πολλά διαφορετικά –και μερικές φορές «αιρετικά»– είδη. Έχω πάντως την εντύπωση ότι βοήθησε πάρα πολύ η εμπλοκή του John Zorn με την ιαπωνική σκηνή, κατά τη δεκαετία του 1980. Γιατί ανακατεύτηκε με πολλούς και διαφορετικούς μουσικούς κι έτσι σχηματίστηκαν πυρήνες και παρέες γύρω από τον πειραματισμό. Καμία σχέση δηλαδή δεν υπήρξε με μουσικές σχολές ή κονσερβατόρια.
Μιας και αναφέρθηκε ο Zorn, έχετε επιμεληθεί προσωπικά τα εξώφυλλα πολλών δίσκων της Tzantik. Παραδίδετε έργα σας και η εταιρεία αποφασίζει ποια συνδυάζονται καλύτερα με το εκάστοτε άλμπουμ; Ή αναλαμβάνετε συγκεκριμένες εκδόσεις και προετοιμάζετε κάτι για την κάθε μία ξεχωριστά;
Υπάρχει μια συγκεκριμένη γραμμή την οποία ακολουθώ για την κάθε σειρά της εταιρείας. Συνήθως δουλεύω σε συνεργασία με τους μουσικούς: εκείνοι φέρνουν κάποιες εικόνες ή φωτογραφίες που θέλουν να υπάρχουν στον δίσκο τους κι εγώ αναλαμβάνω μετά να τις μεταφέρω μέσα από το προσωπικό μου φίλτρο –κι αυτό βέβαια που έχει οριστεί ως «αισθητική γραμμή» της κάθε σειράς και της Tzantik γενικότερα.
Είναι φανερό ότι ο John Zorn υπήρξε για σας μια συνεργασία/σχέση ζωής. Υπάρχουν άλλοι μουσικοί με τους οποίους να έχετε δεθεί τόσο πολύ σε βάθος χρόνου;
Όλα αυτά τα χρόνια έχω γνωρίσει, γίνει καλή φίλη και συνεργαστεί με ανθρώπους όπως η Sylvie Courvoiser, η Maja Ratka, η Lotte Anker και η Koich Makigami. Παράλληλα, η συνεργασία μου με την Zeena Parkins και με τον Fred Frith απλώνεται πια σε ένα χρονικό διάστημα 20 χρόνων.
Το Aphorism ήταν ένα έργο σας το οποίο έγινε γνωστό στην Ελλάδα, έστω και στα πλαίσια ενός μικρού τότε πειραματικού κύκλου –ίσως και εξαιτίας της ελληνικής καταγωγής του τίτλου του. Ποιες ήταν αλήθεια οι δυσκολίες στην περάτωση αυτού του τόσο φιλόδοξου μουσικού σχεδίου;
Μου κάνει εντύπωση, διότι το Aphorism είναι το έργο μου που αναφέρεται λιγότερο! Μου ανατέθηκε από τη νεοϋορκέζικη γκαλερί Kitchen, πιο συγκεκριμένα από τη resident μπάντα της, τους Sink Ensemble. Έχει εκτελεστεί μόνο μία φορά και από όσο ξέρω δεν υπάρχει επίσημη ηχογράφηση ή κάποιος δίσκος (σ.σ.: δεν υπάρχει και ο νοών νοείτω). Ήταν η πρώτη φορά που χρησιμοποίησα παρτιτούρα σε δουλειά μου, παράλληλα βέβαια με αυτοσχεδιασμό. Η δυσκολία έγκειτο στο ότι υπήρχε λίγος χρόνος προετοιμασίας και όχι επαρκής για έναν τόσο μεγάλο αριθμό μουσικών –κυρίως σε επίπεδο επικοινωνίας. Μιλάμε όμως για πεπειραμένους αυτοσχεδιαστές, οπότε στο τέλος έμεινα κάτι παραπάνω από ευχαριστημένη με την παρουσίαση της σύνθεσης.
Η επικείμενη εμφάνισή σας στην Ελλάδα, στα πλαίσια του φετινού Borderline Festival, θα εμπεριέχει έργα από διαφορετικές δημιουργικές περιόδους σας; Ή σκοπεύετε να επικεντρωθείτε σε κάποια συγκεκριμένη σύνθεση;
Το πρότζεκτ που θα παρουσιάσουμε στο Borderline μαζί με τη Zeena Parkins ονομάζεται Phantom Orchard και πήρε την τελική του μορφή πριν από 10 περίπου χρόνια. Μας ανατέθηκε από τον γερμανικό ραδιοφωνικό σταθμό SWR και μεταδόθηκε μάλιστα δύο φορές από τη συχνότητά του, εκπροσωπήθηκε όμως από μια μεγαλύτερη σε έκταση μορφή αυτής της μεταξύ μας «μπάντας», τους Phantom Orchard Orchestra, όπου συμμετείχαν η Maja Ratka, η Hild Sofi και η Spunk. Το δουλέψαμε πάντως παράλληλα με τη Zeena, ως ντουέτο –έχουμε άλλωστε εκδώσει και τρεις δίσκους με τη συγκεκριμένη προσωνυμία, με πολλούς και διαφορετικούς καλεσμένους σε κάθε έναν από αυτούς. Τώρα όμως θα παρουσιάσουμε νέες συνθέσεις πάνω στη βάση του "100 Fairies". Σκοπεύουμε δηλαδή να δημιουργήσουμε καινούριες …νεράιδες, με ήχους μυστηριακούς, με μια δαιμονική και πανέμορφη άρπα, με απροσδιόριστους και απερίγραπτους θορύβους. Παράλληλα, θα χρησιμοποιήσουμε και εικόνες, οι οποίες θα βοηθήσουν στην κατανόηση των ιστοριών/μύθων που θα διηγηθούμε.
{youtube}bjxbU-GlVag{/youtube}