Άφησα πονηρά, τάχα μου κατά λάθος τη μουσική του Κωνσταντίνου Βήτα σε ένα ατελείωτο shuffle play και ξάπλωσα να κοιμηθώ για μεσημέρι, που δεν το συνηθίζω. Ο μεσημεριανός ύπνος από μικρό παιδί με τρόμαζε, αφενός γιατί έβλεπα πάντα μυστήρια όνειρα, αφετέρου γιατί ξύπναγα πάντα σα ζόμπι, εκτός τόπου και χρόνου. Και αυτό δεν νομίζω πως συμβαίνει μόνο σε μένα. Μίας που έψαχνα αφορμή για έμπνευση, μίας που ο πρώτος μίνι καύσωνας ήταν ήδη εδώ και όλα οδηγούσαν προς το πιο σκιερό κομμάτι του σπιτιού, έφτασε η στιγμή να μπει στο πικάπ ένας μεγάλος δίσκος.
Αυτός ο δίσκος ήταν προέκταση όσων άκουγες εκείνην την εποχή; Τι πράγματα άκουγες τότε; Από τη στιγμή που έγραψα το «Ταξίδι στη γη» είχα μέσα μου μια επιθυμία να γράψω μερικά τραγούδια για την Πόπη. Έτσι άρχισα να γράφω κυρίως στην κιθάρα τα τραγούδια και πολύ πιο μετά άρχισα να τα μετατρέπω σε ενορχηστρώσεις. Τα κανονικά ντέμο είναι πολύ πιο διαφορετικά από αυτό που συνέβη στο στούντιο, θυμίζουν πιο πολύ ένα folk άλμπουμ, εννοώ ότι ήταν όλα πολύ ακουστικά. Μιλάμε για το 1997, μια εποχή που η ηλεκτρονική μουσική και η techno αρχίζουν και ξεφτίζουν και όλοι ψάχνουν κάτι καινούργιο, μέχρι και τις αρχές του 2000 υπάρχει ένα λυκόφως που διαρκεί πολύ περισσότερο, ενώ τα mp3, ο winamp που κυκλοφορούν στο διαδίκτυο αρχίζουν και φέρνουν ανατριχίλες στη μουσική κοινότητα. Το άλμπουμ ήθελα να θυμίζει μουσική του '60 με νέες ενορχηστρώσεις, άκουγα Burt Bacharach, Carpenters, Paul Williams, Ray Conniff, Donald Byrd, Pat Martino και βάζοντας και ένα άγγιγμα από trip hop, ξεκίνησα τις ηχογραφήσεις. Επίσης βρήκα τους καλύτερους μουσικούς που θα έπαιζαν στο άλμπουμ. Ήταν πραγματικά μια πολύ όμορφη εμπειρία, η ηχογράφηση έγινε στον Ταύρο στο στούντιο των C&C.
Πώς έγινε η επαφή με την Αστεριάδη; Κρύβεται κάποια ωραία ιστορία από πίσω; Έγραψα το «Ταξίδι στη γη» μετά τα μεσάνυχτα που είχα γυρίσει από ένα κλαμπ, ήταν μια πολύ άσχημη νύχτα, αρνητικά φορτισμένη, κάπνιζα στη βεράντα μου και κοιτούσα τις επιγραφές των σούπερ μάρκετ, ήταν άνοιξη, ήταν ένας γαλακτώδης συννεφιασμένος ουρανός και ένας νοτιάς αφόρητος. Σκεφτόμουν την πρώτη μου αγάπη, ήταν ένα αντίστοιχο βράδυ με τα ίδια χρώματα στην Μελβούρνη, γυρνούσαμε από ένα πάρτι στο Πανεπιστήμιο. Είχα την κιθάρα στο κρεβάτι και αμέσως άρχισα να γράφω το τραγούδι, μέσα σε μία ώρα ήταν έτοιμο. Συνέβη κάτι πολύ παράξενο την ώρα που τραγουδούσα, μπερδευόταν η φωνή μου με την φωνή της Αστεριάδη, ήταν κάτι πολύ έντονο, ήξερα πως θα το τραγουδούσε η Πόπη. Το επόμενο πρωί πήρα τηλέφωνο στην εταιρία και ζήτησα να μου βρουν το τηλέφωνό της. Μίλησα μαζί της και μου είπε να πάω στα μπουζούκια που τραγουδούσε στην Πειραϊκή, έβαλα το κοστούμι μου και πήγα το ίδιο βράδυ. 'Ετσι ξεκίνησαν όλα, ήταν σαν να γνωριζόμασταν πολύ καιρό, σαν να μην είχαμε χαθεί ποτέ. Όταν τραγούδησε τις πρώτες νότες στο στούντιο θυμάμαι ότι έκλαιγα…
Πώς νιώθεις που κυκλοφόρησε σε βινύλιο και ξανασυστήνεται στο κοινό και πως σου ακούγεται, 23 χρόνια μετά; Θα άλλαζες κάτι; Πραγματικά χάρηκα πάρα πολύ όταν μου τηλεφώνησε ο Αντρέας Μητρέλης από την Veego και μου είπε πως ήθελε να εκδώσει το βινύλιο. Και η Πόπη χάρηκε πολύ όταν της το είπα. Είναι πολύ ευχάριστο που γίνονται επανεκδόσεις παλιών άλμπουμ. Το λέω αυτό γενικά, είναι κάτι πολύ όμορφο γιατί ανακαλύπτουμε ξανά παλιά μουσική. Όχι δεν θα άλλαζα κάτι, δεν μπορώ να αλλάξω το παρελθόν, έτσι έγιναν τα πράγματα, σου αρέσει δεν σου αρέσει αυτό είναι τώρα. Η αλήθεια είναι πως βρίσκεις λάθη ακούγοντας τις παλιές δουλειές. Ίσως όλα γίνονται για να μας υπενθυμίσουν πως ποτέ δεν θα είμαστε τέλειοι. Το ίδιο νιώθω και με τη ζωγραφική. Ευχαριστήθηκα πολύ το mastering που έγινε και την απόδοση του αναλογικού ήχου.