Ενεργός στη δισκογραφία από τα μέσα των 1990s, ηγέτης της πιο επιτυχημένης ίσως αγγλόφωνης μπάντας της ημεδαπής, αλλά και ικανότατος ως ερμηνευτής σε ρεπερτόριο τόσο διαφορετικό όσο οι Beatles, ο Leonard Cohen ή ο Βασίλης Τσιτσάνης. Με αρκετά πλάνα για το άμεσο μέλλον και τον δίσκο του Sunday Cloudy Sunday (με διασκευές στον Τσιτσάνη) να κυκλοφορεί αυτές τις μέρες, ο Βασιλικός θα κάνει μια στάση στην Τεχνόπολη την ερχόμενη Τρίτη 9 Ιουλίου για να μας ξεναγήσει στα σημαντικότερα σημεία αυτής της πορείας. Λίγο πριν, σταματάει στις σελίδες μας για να απαντήσει σε ορισμένες ερωτήσεις…
17 χρόνια έχουν περάσει από όταν η Lazy Dog κυκλοφόρησε τον πρώτο δίσκο των Raining Pleasure. Αν ο Βασιλικός του 1996 σκεφτόταν τον Βασιλικό του 2013, θα τον έβρισκε όπως είναι;
Να σου πω την αλήθεια, βρίσκω λίγο σουρεάλ τέτοιου είδους ερωτήσεις και δεν ξέρω πώς να απαντήσω. Έχω ζήσει τη ζωή μου προκαλώντας την κι αυτό μ’ έχει φέρει εδώ που είμαι. Ίσως πάλι να μην έχει απάντηση η συγκεκριμένη ερώτηση στην περίπτωσή μου, μιας και ως πιτσιρικάς ήμουν για κάποιον λόγο σίγουρος ότι δεν θα φτάσω ούτε τα 30! Τα έφτασα και τα πέρασα όμως, οπότε τι να πω…
Στην πρόσφατη συναυλία σου στην Πάτρα, οι Raining Pleasure βρέθηκαν ξανά επί σκηνής (έστω και για λίγο). Σκέφτεστε να δώσετε συνέχεια;
Οι Raining Pleasure ήταν πάντοτε ένα αρκετά αυθόρμητο σύνολο, ποτέ δεν προγραμμάτισαν τα επόμενα βήματά τους. Και έτσι παραμένουν. Είδα τους υπόλοιπους κάτω στον κόσμο που παρακολουθούσε τη συναυλία στην Πάτρα και τους φώναξα στη σκηνή. Έτσι απλά. Επομένως, με την ίδια αβεβαιότητα που μας χαρακτήριζε πάντα, μπορώ να σου πω πως όλα τα ενδεχόμενα είναι πιθανά.
Οι Raining Pleasure ανήκουν στα σημαντικά σχήματα του εγχώριου εναλλακτικού ροκ. Την σημερινή αντίστοιχη δραστηριότητα πώς τη βλέπεις; Συμμερίζεσαι την άποψη που μιλάει για μια σκηνή σε άνθηση, βρασμό και άλλα συναφή;
Θεωρώ πως επί της ουσίας δεν υπάρχει αντίστοιχη δραστηριότητα, με την έννοια ότι τότε ήμασταν εμείς και οι Closer. Τώρα το πράγμα, όπως λες κι εσύ, βράζει. Και άσχετα με το αποτέλεσμα, μ’ αρέσει που βράζει. Και μ’ αρέσει που οι μπάντες –σε αντίθεση με εμάς τότε– ξέρουν πολύ καλά πως ό,τι είναι να καταφέρουν θα το καταφέρουν μόνες τους, χωρίς καμία βοήθεια.
Καλοκαίρι του 2002, ανοίγατε εκείνο το αντι-Rockwave, που είχε τους Cure για headliners. Σε κάποια φάση λες στο μικρόφωνο «θα παίξουμε τώρα κι ένα δικό μας» και αρχίζετε το “You Are My Destiny” (αν δεν απατώμαι, σε παρόμοια εκτέλεση μ’ εκείνη που αργότερα εντυπώθηκε στο Vintage). Σε ιντρίγκαρε από τότε η έννοια της διασκευής;
Ναι, με ιντρίγκαρε πάντοτε. Σαν μπάντα πολύ συχνά κάναμε διασκευές, αν και πολύ λίγες κυκλοφόρησαν επίσημα –οι περισσότερες ήταν μόνο για συναυλιακή χρήση. Περνώντας τα χρόνια, βέβαια, συνειδητοποιώ ότι εκείνο το κομμάτι μου, του ενορχηστρωτή, είναι το ίδιο δυνατό με αυτό του συνθέτη…
Πώς προσεγγίζεις αλήθεια μια σύνθεση που πρόκειται να διασκευάσεις; Προέχει να φέρεις το πρωτότυπο στα δικά σου μέτρα ή να έρθεις εσύ στα μέτρα του πρωτοτύπου;
Νομίζω πως για να πετύχει μια διασκευή, πρέπει να γίνουν και τα δύο εξίσου. Κάποιες φορές απομακρύνεσαι περισσότερο από το πρωτότυπο και κάποιες άλλες λιγότερο. Είναι θέμα διάθεσης και έμπνευσης της στιγμής. Δεν πέρασα ποτέ πολύ χρόνο αποφασίζοντας την κατεύθυνση στην οποία θέλω να οδηγήσω μια διασκευή. Ο χρόνος ξοδευόταν περισσότερο στην υλοποίηση της ιδέας. Νομίζω πως σε μια διασκευή, αν το ζαλίσεις πολύ, το χάνεις. Και είχα πάντοτε εμπιστοσύνη στο πρώτο μου ένστικτο, τουλάχιστον μουσικά μιλώντας.
Υπάρχει το Vintage, η εμπλοκή σου σε διασκευές Χατζιδάκι, Τσιτσάνη κ.ά. Ποια περίπτωση θα έλεγες πως εμπεριείχε τη μεγαλύτερη καλλιτεχνική πρόκληση;
Πάντα η πιο πρόσφατη! Εν προκειμένω, η δουλειά πάνω στον Τσιτσάνη είναι πολύ φρέσκια (μόλις πριν λίγες μέρες τελείωσα τις μίξεις), νιώθω όμως ότι ήταν η πιο πολύπλοκη από όλες. Και ίσως να ήταν όντως. Δεν έχω ηχογραφήσει ξανά στα ελληνικά, πέρα από συμμετοχές σε δουλειές άλλων και –το σημαντικότερο– πρόκειται για ένα είδος με το οποίο είμαι σχετικά «ξένος», τεχνικά. Αν και καθόλου συναισθηματικά.
Πλέον ζεις στο Λονδίνο, παλαιότερα ζούσες στη Γερμανία, έχετε κάνει και με τους Raining Pleasure τις απόπειρές σας στο εξωτερικό… Πόσο δύσκολο είναι να ορθοποδήσει κάποιος (Έλληνας) μουσικός στο διεθνές στερέωμα;
Υποθέτω ότι είναι τόσο δύσκολο όσο και εύκολο, με την προϋπόθεση φυσικά ότι δεν ζεις στην Ελλάδα. Δεν έχουμε πολλά τέτοια δείγματα, γιατί είναι ελάχιστοι όσοι έχουν τη γενναιότητα να φύγουν. Όμως οι περισσότεροι που το έχουν επιχειρήσει τα κατάφεραν. Και δεν μιλάω φυσικά μόνο για τη μουσική, νομίζω ότι κάτι τέτοιο ισχύει για όλους τους κλάδους.
Από το δελτίο τύπου της επερχόμενης συναυλίας σου στη Τεχνόπολη, συμπεραίνω πως η βραδιά θα είναι κάτι σαν best of. Θα είναι όντως;
Θα είναι, ναι. Η διάθεση είναι κάπως εορταστική. Δεν υπάρχει κάποια επέτειος ή κάτι παρόμοιο, όμως εγώ περιέργως έτσι νιώθω. Ίσως είναι το ότι υπάρχουν νέες κυκλοφορίες στα σκαριά και το ότι θέλω να ξαναδώ τον κόσμο μου.
Πέραν των ζωντανών εμφανίσεων, το άμεσο μέλλον περιλαμβάνει (όπως προελέχθη) την κυκλοφορία με τα τραγούδια του Τσιτσάνη. Σχεδιάζεις και κάτι άλλο;
Η δουλειά μου πάνω σε υλικό του Τσιτσάνη κυκλοφορεί εντός των ημερών. Ταυτόχρονα ηχογραφώ και τον επόμενο προσωπικό μου δίσκο με αυθεντικό, δικό μου υλικό και ομολογώ πως η ανυπομονησία είναι τεράστια. Θα έβγαινε τώρα, αλλά το άφησα λίγο πίσω γιατί προέκυψε η ιδέα να ηχογραφηθεί ο Τσιτσάνης. Οπότε το νέο άλμπουμ πάει για τον χειμώνα.
{youtube}4Qg_YzcM7yM{/youtube}