Γνωρίσαμε στα ελληνικά τον Graeme Macrae Burnet με το μυθιστόρημα μυστηρίου «Το ματωμένο του έργο» (Μεταίχμιο, 2017, μτφρ. Χίλντα Παπαδημητρίου), που ήταν υποψήφιο για το βραβείο Booker 2016. Η πλοκή εκτυλίσσεται το 1869. Ένα κτηνώδες τριπλό φονικό σε μια απομονωμένη κοινότητα των σκοτσέζικων Χάιλαντς οδηγεί στη σύλληψη ενός νεαρού ονόματι Ρόντερικ Μακρέι. Ένα βιογραφικό κείμενο γραμμένο από τον κατηγορούμενο διασαφηνίζει ότι είναι ένοχος, αλλά εναπόκειται στους λαμπρότερους νομικούς και ψυχιατρικούς εγκεφάλους της χώρας να αποκαλύψουν τι τον οδήγησε να διαπράξει αυτά τα στυγνά και βίαια εγκλήματα.Στο βιβλίο αυτό, ο συγγραφέας χρησιμοποίησε μια σειρά αφηγηματικών τεχνικών για να αναδείξει την αλήθεια γύρω από έναν φόνο σε μια κλειστή κοινότητα της Σκωτίας του 19ου αιώνα. Το ενδιαφέρον του Graeme Macrae Burnet δεν αφορά τόσο στο ποιος διέπραξε το έγκλημα –το γνωρίζουμε από την αρχή– αλλά με την ηθική ασάφεια που ενυπάρχει στην απόδοση ευθύνης.

Το τελευταίο του μυθιστόρημα με τον τίτλο «Μελέτη Περίπτωσης» (Μεταίχμιο, 2024, μτφρ. Χίλντα Παπαδημητρίου), έχει διαφορετικούς τόνους, αν και το ενδιαφέρον για την εξερεύνηση σύνθετων ψυχολογικών δραμάτων μέσω περίπλοκων αφηγηματικών δομών έρχεται ξανά στο επίκεντρο. Το αφηγηματικό προσκήνιο στη «Μελέτη Περίπτωσης» εστιάζεται στην ίδια την ψυχιατρική, με έμφαση στο κίνημα της αντιψυχιατρικής που άνθησε στη δεκαετίας του 1960 και επηρέασε καταλυτικά την Αντικουλτούρα, και στο πώς αυτοί που την ασκούν δεν έχουν πάντα τα καλύτερα προσόντα για να κρίνουν τη λογική ή όχι εκείνων που υποτίθεται ότι θεραπεύουν.

Λονδίνο, 1965. Μια νεαρή κοπέλα πιστεύει ότι ένας χαρισματικός ψυχοθεραπευτής, ο Κόλινς Μπρέιθγουεϊτ, οδήγησε την αδερφή της στην αυτοκτονία. Για να επιβεβαιώσει τις υποψίες της, υιοθετεί μια πλαστή ταυτότητα και τον επισκέπτεται ως πελάτισσα, καταγράφοντας τις εμπειρίες της σε μια σειρά από τετράδια. Σύντομα όμως αρχίζει να αμφισβητεί τα πάντα. Ακόμα και τον ίδιο της τον εαυτό.

Ο Graeme Macrae Burnet μπολιάζει αυτά τα τετράδια με τη δική του έρευνα για τον Κόλινς Μπρέιθγουεϊτ. Το αποτέλεσμα είναι μια εντυπωσιακή –και συχνά πολύ χιουμοριστική– διερεύνηση της ψυχικής υγείας, της ταυτότητας και της αλήθειας, από έναν ιδιαίτερα επινοητικό συγγραφέα. .

Ο Graeme Macrae Burnet γεννήθηκε to 1967 στο Κιλμάρνοκ της Σκοτίας. Σπούδασε Αγγλική Φιλολογία και Σινεμά στο πανεπιστήμιο της Γλασκόβης και Διεθνείς Σχέσεις στο πανεπιστήμιο του Σεντ Άντριους. Έζησε κάποια χρόνια στη Γαλλία, την Τσεχία και την Πορτογαλία. Εκτός από το προαναφερθέντα βιβλία, έχει εκδώσει ένα ακόμα μυθιστόρημα με τίτλο The Disappearance of Adele Bedeau (2014). Ζει στη Γλασκόβη.

Ο Graeme Macrae Burnet μιλάει αποκλειστικά στο Avopolis:

Νομίζω ότι είναι δύσκολο να ταξινομήσει κανείς  τα βιβλία σας, συμπεριλαμβανομένης της Μελέτης περίπτωσης" – είναι θρίλερ, λογοτεχνικά παζλ ή ψυχολογικά δράματα; Για παράδειγμα, Το ματωμένο του έργο έχει ονομαστεί αστυνομικό μυθιστόρημα, ιστορικό μυθιστόρημα, γοτθικό μυθιστόρημα, λογοτεχνία του φανταστικού,. Όμοια και η Μελέτη περίπτωσης. Όταν ξεκινάτε να γράφετε ένα μυθιστόρημα, έχετε στο μυαλό σας το είδος στο οποίο θα ανήκει; Ή εξαρχής στοχεύετε σε ένα μυθιστόρημα που θα υπερβαίνει τα είδη; 

Χαίρομαι που γράφω βιβλία που είναι δύσκολο να ταξινομηθούν ή που ίσως δανείζονται στοιχεία από διαφορετικά είδη. Έχω γράψει επίσης τρία αστυνομικά μυθιστορήματα, στα οποία, σε κάποιο βαθμό, παίζω με τις συμβάσεις αυτού του είδους. Αλλά όταν έγραφα τη Μελέτη περίπτωσης δεν σκεφτόμουν καθόλου το είδος. Είναι απλώς ένα μυθιστόρημα. 

Τελικά, όλα είναι θέμα χαρακτήρων, έτσι δεν είναι; Παραφράζοντας τον Καρλ Μαρξ, «η ιστορία της λογοτεχνίας είναι η ιστορία των χαρακτήρων της»; 

Απολύτως. Για μένα, τόσο ως αναγνώστη όσο και ως συγγραφέα, ο χαρακτήρας είναι αναμφίβολα το πιο σημαντικό στοιχείο ενός μυθιστορήματος. Ανεξάρτητα από το πόσο κομψή είναι η πρόζα ή πόσο πρωτότυπη είναι η πλοκή, νομίζω ότι οι αναγνώστες παρασύρονται στα μυθιστορήματα από τους χαρακτήρες. Είναι αυτός το δέσιμο που δίνει σε ένα μυθιστόρημα το συναισθηματικό του βάρος. Για πολύ καιρό αφότου έχει κάποιος τελειώσει την ανάγνωση ενός μυθιστορήματος, αυτό που κυρίως θυμάται είναι οι χαρακτήρες – ο Ρασκόλνικοφ, η Έμμα Μποβαρύ, 0 Μαιγκρέ - και όχι η ιστορία, τουλάχιστον αυτό ισχύει σίγουρα στη δική μου περίπτωση. 

Η υπόθεση περιστρέφεται γύρω από τη ζωή και τη δράση του ψυχίατρου Κόλινς Μπρέιθγουεϊτ, ενός υπέροχου, φρικτού, συναρπαστικού και βαθιά χαρισματικού ανθρώπου, που ως χαρακτήρας αναδύεται πλήρως διαμορφωμένος και τόσο αληθινός όσο τα ιστορικά πρόσωπα που παρελαύνουν στο βιβλίο. Πώς τον δημιουργήσατε; Βασίζεται σε κάποιο συγκεκριμένο πρόσωπο; 

Ο Μπρέιθγουεϊτ δεν βασίζεται σε κάποιον συγκεκριμένα, αλλά σίγουρα υπήρχαν θεραπευτές (ή ψευτοθεραπευτές) που συμπεριφέρθηκαν με παρόμοιους, εξωφρενικούς τρόπους κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1960. 

Ο Collins Braithwaite προέρχεται από την εργατική τάξη – και καμαρώνει γι’ αυτό. Παρόλα αυτά, προσπαθεί να ανέβει στην κοινωνικά, να γίνει μέλος της πνευματικής ελίτ. Νιώθετε ότι η προσωπικότητά του ταυτίζεται με την κοινωνική κινητικότητα της Μεγάλης Βρετανίας μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο; 

Σε μεγάλο βαθμό. Το 1956 δημιουργήθηκε στη Βρετανία ένα λογοτεχνικό κίνημα της εργατικής τάξης που αμφισβήτησε πραγματικά την κυριαρχία της πολιτιστικής ελίτ, η οποία μέχρι εκείνη την εποχή κυριαρχούνταν από τα ανώτερα και μεσαία στρώματα. Αυτοί οι συγγραφείς (όπως ο John Braine, ο Stan Barstow, ο Shelagh Delaney, ο Alan Sillitoe) έγραψαν για την καθημερινή ζωή στις πόλεις της Βόρειας Αγγλίας και πολλά από αυτά τα μυθιστορήματα διασκευάστηκαν σε ταινίες στις αρχές της δεκαετίας του ‘60 - τα λεγόμενα «kitchen sink dramas». Ήταν πραγματικά μια επίθεση στις ακροπόλεις της παραδοσιακής βρετανικής κουλτούρας και ο Μπρέιθγουεϊτ, με το βόρειο εργατικό υπόβαθρό του, είναι σε μεγάλο βαθμό μέρος αυτού του κινήματος, των λεγόμενων «Angry Young Men». Όλα αυτά ήταν σίγουρα ένας παράγοντας στην αλλαγή των κοινωνικών συμπεριφορών στη Βρετανία της δεκαετίας του 1960. 

Υπάρχει ένας υπέροχος διάλογος μεταξύ του Κόλιν και της ερωμένης του, της Ζέλντα, που είναι κατά κάποιο τρόπο ο μέντοράς του. Ο πρώτος υπερασπίζεται την εργατική τάξη, η δεύτερη τη μεσαία/ανώτερη τάξη. Κατά τη δημιουργία του χαρακτήρα της Ζέλντα, είχατε -ίσως- στο μυαλό σας τη Ζέλντα Φιτζέραλντ; 

Οι γονείς της Ζέλντα –ένα ζευγάρι καθηγητών από το μποέμ Εδιμβούργο– της έδωσαν το όνομά της από τη Ζέλντα Φιτζέραλντ, αλλά ο χαρακτήρας δεν έχει το πρότυπο της. 

Γιατί επιλέξατε να επικεντρώσετε την πλοκή γύρω από το κίνημα της αντιψυχιατρικής της δεκαετίας του '60; Σας έχουν επηρεάσει τα έργα στοχαστών όπως ο Timothy Leary, ο David Cooper, ο Gilles Deleuze ή ακόμα και ο Herbert Marcuse; 

Ο άνθρωπος-κλειδί για μένα είναι ο R.D. Laing, ο Σκωτσέζος ψυχίατρος που δημοσίευσε το σημαντικό βιβλίο The Divided Self το 1960 και έγινε ένα είδος ροκ σταρ της Αντικουλτούρας της δεκαετίας του '60. Εκτός από την περιγραφή του τρόπου με τον οποίο οι άνθρωποι υιοθετούν μερικές φορές διαφορετικά πρόσωπα και έτσι μπορούν να «διχαστούν» (μια σημαντική ιδέα στη Μελέτη περίπτωσης), ο Laing αμφισβήτησε επίσης ορισμένες από τις κοινές ψυχιατρικές πρακτικές της εποχής, όπως η χρήση ηλεκτροσπασμωδικής θεραπείας ή της πρόκλησης κώματος με τη χρήση ινσουλίνης, γι' αυτό συνδέθηκε με το αντιψυχιατρικό κίνημα.

Δεδομένου ότι ο χαρακτήρας του Κόλινς Μπρέιθγουεϊτ είναι ένα είδος ανταγωνιστή του Laing και δημοσιεύει το δικό του βιβλίο Kill Your Self ως απάντηση στο The Divided Self, ήταν πολύ φυσικό να εντάξω στο βιβλίο αυτές τις θεωρίες. Ήταν επίσης μια πολύ συναρπαστική περίοδος για να γράψω γι’ αυτή, καθώς ήταν μια εποχή μεγάλων κοινωνικών αλλαγών στη Βρετανία, όπως και αλλού. 

Η Μελέτη περίπτωσης παίζει με τις ταυτότητες, διερευνά ιδέες γύρω από την ταυτότητα και την έννοια του εαυτού. Νιώθετε ότι κατά μία έννοια κανένας δεν είναι όπως φαίνεται στον έξω κόσμο; 

Νομίζω ότι οι περισσότεροι άνθρωποι παρουσιάζουν διαφορετικές πλευρές του εαυτού τους στον κόσμο, ανάλογα με την κατάσταση στην οποία βρίσκονται, οπότε σε αυτόν τον βαθμό όλοι έχουμε διαφορετικές προσωπικότητες. Αλλά δεν νομίζω ότι είναι το ίδιο με το να λέμε ότι αυτοί (ή εμείς) δεν είμαστε όπως φαινόμαστε στον κόσμο. Αν έτσι φαινόμαστε, τότε έτσι είμαστε. Αυτά τα άτομα δεν είναι απαραίτητα «ψεύτικα». είναι απλώς διαφορετικές πτυχές αυτού που είμαστε. 

Το μυθιστόρημα περιλαμβάνει αρκετά ιστορικά πρόσωπα ως δευτερεύοντες χαρακτήρες (Colin Wilson, R.D. Laing, Joan Bakewell, Dirk Bogarde), αφήνοντας τον αναγνώστη να αναρωτιέται τι είναι «αληθινό». Ποιο είναι το όριο μεταξύ μυθοπλασίας και αφήγησης πραγματικών γεγονότων; Σας ελκύει ως συγγραφέα να ακροβατείτε ανάμεσα στα δύο; 

Νομίζω ότι η μυθοπλασία τοποθετείται σχεδόν πάντα σε έναν αναγνωρίσιμο κόσμο. Είναι απολύτως φυσιολογικό σε ένα μυθιστόρημα να χρησιμοποιούνται πραγματικές πόλεις και ονομασίες δρόμων, και προσπαθώ στα βιβλία μου να είναι τα τοπωνύμια (ακόμα και, για παράδειγμα, τις παμπ) ιστορικά ακριβή. Νομίζω ότι στους ανθρώπους αρέσει να διαβάζουν για μέρη που αναγνωρίζουν από τον πραγματικό κόσμο. Μου φαίνεται λοιπόν απόλυτα λογικό το ότι, αν οι χαρακτήρες μου κατοικούν σε πραγματικούς γεωγραφικούς χώρους, θα πρέπει να κατοικούν και σε πραγματικούς πολιτιστικούς χώρους και να συναντούν αληθινούς ανθρώπους της εποχής. Αλλά γνωρίζω ότι αν γράψω μια σκηνή στην οποία ένας φανταστικός χαρακτήρας συναντά και μιλάει με ένα πραγματικό πρόσωπο (όπως ο Dirk Bogarde ή ο R.D. Laing), έχει ως αποτέλεσμα να κάνει τους αναγνώστες να πιστεύουν ότι ο φανταστικός χαρακτήρας είναι επίσης πραγματικός. Είμαι σίγουρος ότι σχεδόν όλοι όσοι διαβάζουν τη Μελέτη περίπτωσης κάποια στιγμή γκουγκλάρουν τον Κόλινς Μπρέιθγουεϊτ. 

Θέλω να εστιάσουμε στο αριστουργηματικό βιβλίο του Colin Wilson The Outsider (σημ: στα ελληνικά Ο ξένος, εκδόσεις Οξύ, 1999, μτφρ. Γιάννης Ανδρέου). Θα θέλατε να μας πείτε μερικά πράγματα για τη μεγάλη απήχηση του βιβλίου στη βρετανική πνευματική/αντεργκράουντ σκηνή; 

Δεν νομίζω ότι το βιβλίο του Wilson είναι πραγματικά αριστούργημα, αλλά σίγουρα είχε μεγάλη απήχηση όταν εκδόθηκε το 1956, κυρίως νομίζω επειδή ο Wilson προερχόταν από την εργατική τάξη και ήταν αυτομορφωμένος και φέρεται να κοιμόταν στον δρόμο, στο Hampstead Heath όταν έγραφε το βιβλίο. Το βιβλίο κυκλοφόρησε την ίδια εβδομάδα με την έναρξη του διάσημου θεατρικού έργου Look Back in Anger του John Osborne και ήταν αυτά που προανήγγειλαν την έλευση της εποχής των Angry Young Men. 

Ας μιλήσουμε για τη Ρεβέκκα Σμάιθ, την βασική αφηγήτρια του μυθιστορήματος. Γιατί επιλέξατε να χτίσετε τον χαρακτήρα της γύρω από την ομότιτλη ταινία του Χίτσκοκ και τα μυθιστορήματα μυστηρίου της Δάφνης ντι Μωριέ; 

Στην πραγματικότητα, επέλεξα το όνομα Ρεβέκκα, γιατί μου αρέσει και πιστεύω ότι έχει μια κάποια κομψότητα. Μόλις το διάλεξα, συνειδητοποίησα ότι ο χαρακτήρας θα συνέδεε αυτό το όνομα με το όνομα του χαρακτήρα της Δάφνης ντι Μωριέ. Και μόνον όταν τελείωσα το βιβλίο συνειδητοποίησα τους παραλληλισμούς μεταξύ των δύο χαρακτήρων (ότι και οι δύο είναι ανώνυμοι αφηγητές, στους οποίους κυριαρχεί ένας δεύτερος, εσωτερικός χαρακτήρας που ονομάζεται Ρεβέκκα). Μερικές φορές, πράγματα που φαίνονται πολύ εσκεμμένα σε ένα μυθιστόρημα είναι συχνά τυχαία ή απρογραμμάτιστα. 

Οι περισσότεροι άνθρωποι υιοθετούν διαφορετικές προσωπικότητες σε διαφορετικές καταστάσεις. Σε ποιο βαθμό αυτές οι διαφορετικές προσωπικότητες μπορούν να θεωρηθούν «πραγματικές». Κατά κάποιο τρόπο, υπάρχει μια διαμάχη μεταξύ των δύο προσωπικοτήτων της Ρεβέκκας; Πώς θα περιγράφατε τη σχέση της αφηγήτριας με τη νεκρή αδερφή της, τη Βερόνικα; 

Ναι, καθώς το μυθιστόρημα προχωρά, αναπτύσσεται ένας αγώνας για την υπεροχή μεταξύ των δύο προσωπικοτήτων της πρωταγωνίστριας – του αρχικού συγκρατημένου και σεξουαλικά απωθημένου εαυτού της και της επινοημένης πιο απελευθερωμένης περσόνας της Ρεβέκκας Σμάιθ. Το αν κάποιος από αυτούς τους εαυτούς μπορεί να θεωρηθεί πιο «αληθινός» από τον άλλον, εξαρτάται από τον αναγνώστη να το αποφασίσει. 

Η αφηγήτρια αισθάνεται περιορισμένη στις σεξουαλικές της σχέσεις. Συνδέεται αυτό με τις παιδικές της εμπειρίες; 

Η αφηγήτρια ταυτόχρονα γοητεύεται και απωθείται από το σεξ. Σίγουρα είναι πολύ καταπιεσμένη στα σεξουαλικά της συναισθήματα. Κατά κάποιον τρόπο χρησιμοποιεί την επινοημένη περσόνα της Ρεβέκκας Σμάιθ για να μπορέσει να εκφράσει τη σεξουαλικότητά της.

Η ανατροφή του χαρακτήρα χαρακτηρίζεται από την ψυχρότητα και την επιφύλαξη που είναι κοινά μεταξύ των βρετανικών ανώτερων μεσαίων τάξεων, ειδικά στα μέσα του εικοστού αιώνα, οπότε, ναι, νομίζω ότι υπάρχει μια σύνδεση εκεί. 

Η αφήγηση της πρωταγωνίστριας αναδύεται μέσα από τα ημερολόγιά της. Πρόκειται για «ένα βιβλίο μέσα στο βιβλίο»; 

Δεν θα έλεγα ότι είναι ένα βιβλίο μέσα στο βιβλίο. Θα έλεγα ότι λίγο πολύ αυτό είναι το βιβλίο. Αν υπάρχει ένα βιβλίο μέσα στο βιβλίο, είναι πιθανότατα η Αντιψυχιατρική του Κόλινς Μπρέιθγουεϊτ, από το οποίο ο αφηγητής παίρνει την ιδέα ότι ο Μπρέιθγουεϊτ έχει οδηγήσει την αδερφή της (Ρεβέκκας) στην αυτοκτονία. 

Μου άρεσε επίσης το γεγονός ότι η αφήγηση της Ρεβέκκας είναι μάλλον «αναξιόπιστη». Μου θύμισε λίγο τις τεχνικές που χρησιμοποίησε ο Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ σε πολλά από τα βιβλία του, η οποία εγείρει περισσότερα ερωτήματα απ’ ότι δίνει απαντήσεις. Θέλατε ίσως με αυτόν τον τρόπο να εντείνετε την ατμόσφαιρα μυστηρίου του μυθιστορήματος; 

Νομίζω ότι αν, ως μυθιστοριογράφος, επιλέξεις να γράψεις σε πρώτο πρόσωπο, τότε η εκδοχή των γεγονότων θα είναι πάντα «αναξιόπιστη». Κανείς δεν γνωρίζει όλη την αλήθεια οποιουδήποτε γεγονότος. Μπορούμε μόνο να περιγράψουμε την εμπειρία ή τις γνώσεις μας για αυτό. Υποθέτω ότι σε σχέση με την κατασκευή ενός μυθιστορήματος, αυτό μπορεί να συμβάλει στο επίπεδο της ίντριγκας, καθώς εμείς (ως αναγνώστες) δεν μπορούμε να γνωρίζουμε αν αυτό που μας λένε είναι «η αλήθεια» ή αν μπορεί να δοθεί διαφορετική ερμηνεία στα γεγονότα που περιγράφονται. Σίγουρα ως συγγραφέας, προτιμώ να θέτω ερωτήματα παρά να δίνω σαφείς απαντήσεις. Θέλω ο αναγνώστης να παίξει ενεργό ρόλο στην επεξεργασία του βιβλίου, στο τι μπορεί να έχει συμβεί ή να μην έχει συμβεί. 

Δεν ξέρω αν το λέω σωστά, αλλά η αφήγησή σας μοιάζει με ένα σύνολο πολυεπίπεδων ιστοριών. Πώς καταφέρνετε να συνδέσετε αυτές τις ιστορίες τόσο επιτυχημένα; 

Δεν σχεδιάζω τίποτα. Μου αρέσει να ξεκινώ με ένα θέμα ιδέα ή μια κατάσταση και μια ιδέα για τους χαρακτήρες. Αρχίζω να γράφω και βλέπω πού πάει η ιστορία. Ένα έργο αποκτά λίγη ζωή μόνο όταν συμβαίνει κάτι απροσδόκητο και δεν νομίζω ότι μπορεί να συμβεί αν τα προγραμματίζουμε όλα εκ των προτέρων. Έτσι, οι συνδέσεις που αναφέρετε προκύπτουν οργανικά, αν και καθώς γράφει κανείς ξανά ή επανασχεδιάζει ένα μυθιστόρημα, μπορεί να τονίσει τις συνδέσεις. 

Ήταν σημαντικό για εσάς που συμπεριληφθήκατε στη βραχεία λίστα των βραβείων Booker το 2016 με το μυθιστόρημα Το ματωμένο του έργο; Η Μελέτη περίπτωσης βρέθηκε αντίστοιχα στα μακρά λίστα του Booker το 2022.

Το ότι μπήκα στη βραχεία λίστα του Booker το 2016 για Το ματωμένο του έργο άλλαξε εντελώς τη ζωή και τη συγγραφική μου καριέρα, καθώς εκείνη την εποχή απείχα πολύ από το να μπορώ να ζήσω ως συγγραφέας. Είναι το μεγαλύτερο βραβείο στην αγγλική γλώσσα, επομένως βάζει πραγματικά ένα βιβλίο στο προσκήνιο και προσελκύει επίσης το ενδιαφέρον ξένων εκδοτών. Δεν υπάρχει τίποτα που αγαπώ περισσότερο από το να μεταφράζεται η δουλειά μου. Τρέφω τεράστιο σεβασμό για τους μεταφραστές, όπως την ελληνική μεταφράστριά μου Χίλντα Παπαδημητρίου, και δεν νομίζω ότι μιλάμε αρκετά για τη δουλειά που κάνουν.

Ήταν υπέροχο που η Μελέτη περίπτωσης μπήκε στη μακρά λίστα το 2022, αλλά δεν μπορώ να προσποιηθώ ότι δεν απογοητεύτηκα που δεν μπήκε στη βραχεία λίστα. 

Υπάρχουν σχέδια για τη συγγραφή άλλου μυθιστορήματος; Εάν ναι, θέλετε να πείτε λίγα λόγια γι' αυτό; 

Τον Οκτώβριο, θα δημοσιευθεί το τελευταίο μέρος της αστυνομικής μου τριλογίας που εκτυλίσσεται στη Γαλλία. Αυτή τη στιγμή, βρίσκομαι σε μια περίοδο έρευνας, σκέφτομαι μια ιδέα για ένα αρκετά φιλόδοξο έργο, αλλά φοβάμαι ότι δεν μπορώ πραγματικά να πω περισσότερα αυτή τη στιγμή. Λυπάμαι! 

Πώς είναι η ζωή στη σημερινή Γλασκώβη; 

Η Γλασκώβη είναι ένα υπέροχο μέρος για να ζεις. Είναι ένα πολύ φιλικό μέρος, με ζωντανή πολιτιστική σκηνή. Αλλά όπως πολλά μέρη, έχει υποφέρει λίγο οικονομικά τα τελευταία χρόνια. Αισθάνομαι μεγάλη απώλεια που δεν είμαστε πλέον μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ελπίζω ότι η Σκωτία θα μπορέσει να ενταχθεί ξανά κάποια στιγμή. 

Η καλλιτεχνική underground σκηνή της Γλασκώβης ήταν πάντα πολύ δημιουργική και καινοτόμος. Κατά πόσο η μουντή, μεταβιομηχανική ατμόσφαιρα της πόλης έχει εμπνεύσει τον υπνωτιστικό ρυθμό των μυθιστορημάτων σας; 

Στην πραγματικότητα, αν και λατρεύω τη Γλασκώβη, δεν νομίζω ότι η ατμόσφαιρα και το σκηνικό της πόλης έχουν κάποια επίδραση στα μυθιστορήματά μου, τα οποία διαδραματίζονται σε πολλά διαφορετικά μέρη. 

Σας ευχαριστώ.

 

Graeme Macrae Burnet, Μελέτη περίπτωσης

Εκδόσεις Μεταίχμιο, 2024
Σελίδες: 416
Μετάφραση: Χίλντα Παπαδημητρίου

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured