Στο πλαίσιο του αστυνομικού αφηγήματος, ο Ρέιμοντ Τσάντλερ έγραψε ότι ο Ντάσιελ Χάμετ παρέδωσε το έγκλημα πίσω σ’ αυτούς που είχαν τον λόγο για να το διαπράξουν: στον υπόκοσμο, στους εγκληματίες, στους διεφθαρμένους μπάτσους, πολιτικούς και μεγιαστάνες του πλούτου. Με αυτόν τον τρόπο, χάραξε διαφορετική πορεία στο αστυνομικό σε σχέση με τους συγγραφείς του λεγόμενου whodunit (παραφθορά των φθόγγων της έκφρασης who done it?), που τους ενδιέφερε μόνο η εκκεντρικότητα, μόνο ποιος ήταν ο δολοφόνος ή ποια ήταν η πιο έξυπνη λύση στο έγκλημα ή στο αίνιγμα (Τζ. Κ. Τσέστερτον, Άγκαθα Κρίστι, Ντόροθι Σέιερς κ.ά). Ο Τσάντλερ πάτησε μεν στο κεκτημένο του Χάμετ (“Ο Kόκκινος Θερισμός”, “Το γεράκι της μάλτας”, “Η κατάρα των Ντέιν”), πλην όμως λείανε τις ευθείες πολιτικοκοινωνικές αιχμές (ο Χάμετ υπήρξε έντονα πολιτικοποιημένος και μέλος του Αμερικανικού Κομμουνιστικού Κόμματος σε εποχές διώξεων) και ανακάτωσε εκ νέου την τράπουλα, εισάγοντας στην εξίσωση έναν «άγνωστο ήρωα»: έναν ρομαντικό.
Ο ίδιος ο Ρέιμοντ Τσάντλερ (1888 – 1959) ήταν λόγιος (και δεινός σκακιστής). Ήταν εξπέρ τόσο στον Σαίξπηρ, όσο και στη λογοτεχνία του 19ου αιώνα και δη στον ρομαντισμό και στην ποίηση. Χάινριχ Χάινε, Σάμιουελ Τέιλορ Κόλεριτζ, Ρόμπερτ Σέλει, Ουίλιαμ Μπάτλερ Γιέητς, Ήντιθ Γουόρτον - η ειδικότητά του. Ο Τσάντλερ δεν σνόμπαρε το αστυνομικό, όμως έγραψε αστυνομικό, το ιδίωμα που ονομάστηκε hard-boiled, κυρίως για τα προς το ζην. Κάπως έτσι εγκαινιάστηκε η συνεργασία του στα 30s με το περιοδικό Black Mask, όπου δημοσίευσε τις πρώτες ιστορίες του. Ο δυισμός αυτός αντανακλά στο κυριότερο δημιούργημά του: στον ιδιωτικό ντετέκτιβ Φίλιπ Μάρλοου. Έναν ρομαντικό στην εποχή της ποταπαγόρευσης. Έναν ιππότη-κάθαρμα με ηθικό κώδικα.
Τα πρώτα διηγήματα του Τσάντλερ, που επίσης έχουν συγκεντρωθεί στους τόμους “Νουάρ Ιστορίες Α’ και Β’”( Κέδρος), μικρά μυθιστορήματα αυτά καθαυτά, δίνουν το έναυσμα για την καθιέρωση του Μάρλοου στη μεγάλη φόρμα (υπόψη, ότι ο ντετέκτιβ αρχικά απαντά με το όνομα Μάλορι). Ήταν στον Μεγάλο ύπνο του 1939 που ο Μάρλοου θα έκανε την φιγούρα του, αναλαμβάνονοντας μια οικογενειακή υπόθεση, αυτή των Σέργουντ, ανάμεσα σε δύο αδελφές, που κάτι δεν πάει καλά μεταξύ τους, αναζητώντας χαμένους λαθρέμπορους, σε μια Πόλη των Αγγέλων που ποτέ δεν κοιμάται. Ο Μεγάλος ύπνος έθεσε τα στάνταρντ για τις μελλοντικές υποθέσεις του Μάρλοου, που δίνει τα ρέστα του με τις ατάκες που πετάει σελίδα ανά σελίδα: L.A., άναρχο σε πολεοδόμηση, νοτισμένο με αλκοόλ και τσιγάρο, ξανθιές και κοκκινομάλλες, κακοί που ξεπηδούν από κάθε γωνιά, και ο Μάρλοου στη μέση. Φλερτ; Υπάρχει. Όμως η συνθήκη λέει ότι στο τέλος ο ντετέκτιβ μένει μόνος. Ο Μεγάλος ύπνος μεταφέρθηκε πετυχημένα στον κινηματογράφο πολλές φορές, αξέχαστα στην εκδοχή του Χάοουαρντ Χοκς (1946), με τον Χάμφρει Μπόγκαρντ και την Λορίν Μπακόλ.
Στη Μικρή αδερφή (1949), η σεμνή Όφαμεϊ Κουέστ αναθέτει στον Φίλιπ Μάρλοου να αναζητήσει τον μεγάλο της αδερφό της. Μπλεξίματα με μπάτσους και αμφιβόλου νομιμότητας γιατρούς αποτελούν τροχοπέδη, ενώ συγχρόνως κάποιος αρέσκεται να δολοφονεί με παγοκόφτη. Ο Μάρλοου στριμώχνεται, ανασκουμπώνεται και βρίσκει την άκρη του νήματος, ενώ και η μικρή αδερφή δεν είναι και τόσο σεμνότυφη όσο προλέγεται.
O μεγάλος αποχαιρετισμός (1953), τέλος, αποτελεί το πιο εκτενές και ίσως το αριστούργημα του Τσάντλερ. Υπάρχει κάτι το ψυχεδελικό σ’ αυτό το μυθιστόρημα (παίζουν και ουσίες), που εκτυλίσσεται στο σύνορα της Καλιφόρνιας και του Μεξικού και εστιάζει στη φιλία του Μάρλοου με τον αλκοολικό συγγραφέα Τέρι Λένοξ. Μια απάτη που πρόκειται να ξεσκεπαστεί είναι το διακύβευμα εδώ. Ο Μάρλοου και ο Λένοξ γνωρίστηκαν τυχαία, όμως τους συνέδεσε κάτι, που αναγκάζει τον πρώτο να ταξιδέψει στο Μεξικό για να προστατέψει τον δεύτερο – ο οποίος στο μεταξύ κατηγορείται για φόνο και σκηνοθετεί τον δικό του θάνατο για αυτοπροστασία. Χρήμα, σεξ, ναρκωτικά, ψευδαισθήσεις και ένοχα μυστικά βρίσκονται στο επίκεντρο της ιστορίας, η οποία επίσης μεταφέρθηκε με επιτυχία στον κινηματογράφο από τον σκηνοθέτη Ρόμπερτ Όλτμαν και με τον Έλιοτ Γκουλντ στον ρόλο του Μάρλοου (1973). Ο πυρήνας της ιστορίας ταίριαξε μια χαρά στην ατμόσφαιρα των ψυχεδελικών early 70s όπου τοποθετείται η ταινία. Επιπλέον, O μεγάλος αποχαιρετισμός επανεμφανίζεται ως απόηχος τόσο στην ταινία Chinatown του Ρόμαν Πολάνσκι (1974), όσο και στο κάτι-σαν-νουάρ μυθιστόρημα του Τόμας Πύντσον Έμφυτο Ελάττωμα (Καστανιώτης, 2011).
Στις παραπάνω ιστορίες, αναδεικνύεται ο στιλίστας Ρέιμοντ Τσάντλερ. Μιλήσαμε για τον δυισμό που διέπει τον ήρωά του. Θα πρέπει επίσης να σταθούμε στην οικονομία του κειμένου. Παρόλο που ο Τσάντλερ –μέσω Μάρλοου- αποδεικνύεται δεινός ατακαδόρος, δεν περισσεύει ούτε μια λέξη από τα λεγόμενά του. Όλα είναι λες μετρημένα και το ίδιο ισχύει και για τις εξωτερικές περιγραφές ή για τους εσωτερικούς μονολόγους. Οι τελευταίοι, στην περίπτωση του Μάρλοου (όνομα εμπνευσμένο από τον μεγάλο Άγγλο δραματουργό Κρίστοφερ Μάρλοου, πρόδρομο, αν και σύγχρονο, του Σαίξπηρ) διαθέτουν την ποιητικότητα μιας ελεγείας. Ακόμα και οι σκηνές φόνου, που σπανίως μεν εμφανίζονται σε πρώτο πλάνο, είναι σκηνοθετημένες με τέτοιο τρόπο, ώστε να υπακούουν σε μια «ποιητική της βίας». Οι ερωτικές σκηνές είναι φειδωλές. Ο Μάρλοου πού και πού ξεκλέβει κανένα φιλί, ενώ δρα στον κόσμο του πορνό. Αυτοί οι δυισμοί είναι που τον κάνουν τόσο ακαταμάχητο ως λογοτεχνικό ήρωα.
Η επίδραση του Τσάντλερ (και του Μάρλοου) στη σύγχρονη αστυνομική λογοτεχνία είναι δεδομένη, είτε μιλάμε για το γαλλικό νουάρ (Ζαν-Κλοντ Ιζζό, Ζαν-Πατρίκ Μανσέτ), είτε για τους υπερεκτιμημένους Σκανδιναβούς συγγραφείς του είδους (Τζο Νέσμπο), είτε για αγγλόφωνους συγγραφείς (Γουίλιαμ ΜακΙλβένι, Ίαν Ράνκιν, Ντένις Λεχέιν, Τζορτζ Πελεκάνος κ.ά.). Ο Ράνκιν σημειώνει ότι «ελάχιστοι συγγραφείς έχουν πλησιάσει την ποιότητα της γραφής του». Στα καθ' υμάς, ίχνη του εντοπίζονται στην αστυνομική λογοτεχνία του Ανδρέα Αποστολίδη, αλλά και σε κινηματογραφιστές όπως ο Νίκος Τριανταφυλλίδης (ειδικά στους Αισθηματίες) και –κυρίως- ο Νίκος Νικολαΐδης, ο οποίος στην οιωνεί αυτοβιογραφία του Μια στεκιά στο μάτι του Μοντεζούμα (greekworks.com, 2008) αναγνωρίζει τη στιλιστική επιρροή του Τσάντλερ στη Γλυκιά Συμμορία και δηλώνει ότι τον προτιμά από τον Χάμετ.
Ο Τσάντλερ, με μια διαφορετική οπτική, ήταν ο χρονικογράφος της Καλιφόρνιας της εποχής του. Εκεί που άλλοι την έβλεπαν ως κήπο της Εδέμ, ο Τσάντλερ είχε την οξυδέρκεια να αντικρίσει όπως ήταν στην πραγματικότητα «τα σταφύλια της οργής», σαν έναν σκοτεινό και αιματοβαμμένο τόπο.
Παραφράζοντας εν τέλει αυτό που έγραψε ο Τζορτζ Όργουελ για τον Τσαρλς Ντίκενς, ο Ρέιμοντ Τσάντλερ είναι ένας συγγραφέας που αξίζει να κλέψει κανείς. Το έπραξε καλύτερα από όλους στη συγχρονία ο Τζέημς Ελλρόυ.
Ο μεγάλος ύπνος
εκδ. Κέδρος, σελ. 304, μτφ. Φίλιππος Χρυσόπουλος
Η μικρή αδερφή
εκδ. Κέδρος, σελ. 360, μτφ. Αντώνης Καλοκύρης
Ο μεγάλος αποχαιρετισμός
εκδ. Κέδρος, σελ. 535, μτφ. Αντώνης Καλοκύρης