Δανείζομαι τον τίτλο του κειμένου από τον τίτλο του εμβληματικού μυθιστορήματος του μετρ John le Carré.
O Τζέιμς Γρέιντι, καταρχάς είναι ο συγγραφέας του κλασικού κατασκοπικού μυθιστορήματος "Έξι μέρες του Κόνδορα" (1974), που μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο ως Οι τρεις μέρες του Κόνδορα από τον σκηνοθέτη Sydney Pollack και με τον Robert Redford και τη Faye Dunaway στους πρωταγωνιστικούς ρόλους.
Όπως και στο πιο γνωστό του έργο, έτσι και στο "Mad Dogs",καταπιάνεται κυρίως με τους εσωτερικούς ανταγωνισμούς στους κύκλους των μυστικών υπηρεσιών, έναν κόσμο όπου οι πάντες αναζητούν εσωτερικούς εχθρούς και προδότες. Το επίκεντρο της υπόθεσης εδώ είναι ένα ψυχιατρείο κρυμμένο σε ένα δάσος στο Μέιν, όπου εγκλείονται πράκτορες της CIA, οι οποίοι παρουσιάζουν ψυχωσικά τραύματα όταν επιστρέφουν από επικίνδυνες αποστολές. Όταν ο ψυχίατρος που επιβλέπει πέντε από αυτούς βρίσκεται δολοφονημένος, οι πέντε θεωρούν ότι πίσω από τον φόνο βρίσκεται η ίδια η Υπηρεσία και ξεκινούν ένα ταξίδι θανάτου προς την Ουάσινγκτον για να διαλευκάνουν την υπόθεση. Φευ! Δεν έχουν χρήματα, οπλισμό και, κυρίως, ψυχοφάρμακα από τα οποία είναι πλήρως εξαρτημένοι.
Ο συγγραφέας στήνει ένα road trip, όπου μεγαλύτερη σημασία δεν έχει τόσο η δράση αυτή καθαυτή, όσο τα εγκεφαλικά παιχνίδια. Οι ήρωες, χωρίς τα ψυχοφάρμακα, πάσχουν από μανία καταδίωξης και κατακλύζονται από τις πιο παρανοϊκές θεωρίες συνωμοσίας, κάτι που αποτυπώνεται στους ντελιριακούς διαλόγους που μοιάζουν με παραληρήματα. Ο Γκρέιντι χρησιμοποιεί αφειδώς και με επιτυχία την τεχνική της συνειδησιακής ροής, προκειμένου να μεταφέρει την αγωνία των ηρώων του, που έχουν εκπαιδευθεί να σκέφτονται τον κόσμο μόνο ως εστία απειλής. Ο καθένας είναι ένας πιθανός εχθρός. Και εδώ είναι που το μυθιστόρημα προσαρτά πολιτικές διαστάσεις, καθώς ο συγγραφέας θέτει ερωτήματα σχετικά με το τι/αν δικαιολογεί τα εγκλήματα στο όνομα του εθνικού συμφέροντος. Πόσο επίκαιρο, σε μια εποχή που οι εθνικισμοί που εξαπλώνονται ανά τον κόσμο τείνουν να δικαιολογούν την οποιαδήποτε βαναυσότητα.
To "'Εξοδος Κινδύνου" του Olen Steinhauer αποτελεί την άτυπη συνέχεια του μυθιστορήματος "Ο Τουρίστας", που είχε επίσης κυκλοφορήσει από τις Εκδόσεις Πόλις το 2021. «Τουρίστας» είναι το κωδικό όνομα του Μάιλο Γουίβερ, που στο παρελθόν έχει «διεκπεραιώσει» διάφορες βρωμιές (και αρκετές δολοφονίες) για λογαριασμό της CIA. Ο Μάιλο έχει αποσυρθεί από την ενεργό δράση, όμως τον αναγκάζουν να επιστρέψει και του αναθέτουν τη δολοφονία της κόρης ενός Μολδαβού μετανάστη στο Βερολίνο. Ο Μάιλο δεν θέλει να το κάνει, βρίσκεται όμως με την πλάτη στον τοίχο, καθώς κινδυνεύει –και εδώ- να κατηγορηθεί ως προδότης. Αμφιταλαντεύεται και μέσα στην έμφυτη μελαγχολία του, αποφασίζει να δράσει ως μοναχικός λύκος.
Και σε αυτό το μυθιστόρημα, η δράση (που σε σημεία είναι καταιγιστική) δεν είναι το πρωταρχικό ζητούμενο. Τα πάντα περιστρέφονται γύρω από τον θαυμάσια δομημένο χαρακτήρα του Μάιλο, γύρω από την αγωνία και την εσωτερική του σύγκρουση, τις ηθικές και συναισθηματικές αναστολές του. Εδώ, παρά τη δράση, έχουν βάση οι συγκρίσεις/αναλογίες ανάμεσα στο έργο του Steinhauer και σε αυτά του John le Carré. Τόσο ο «Τουρίστας» όσο και ο Τζορτζ Σμάιλι του τελευταίου κάνουν μια δουλειά, που όχι μόνο δεν του αρέσει, αλλά και τη θεωρούν ηθικά κατακριτέα. Ο Μάιλο απεχθάνεται τις δολοφονίες (έστω και αν αναγκάζεται να τις διαπράξει) όπως και ο Σμάιλι απεχθάνεται το ψυχροπολεμικό παιχνίδι (στο οποίο όμως συμμετέχει). Το αν θα ενδώσει ο Τουρίστας για μια άλλη μια φορά ή όχι είναι το διακύβευμα αυτού του εξαιρετικού κατασκοπικού μυθιστορήματος. Εξίσου εξαιρετικές και οι δύο μεταφράσεις της Άλκηστης Τριμπέρη.