«Γιατί με αποκαλείτε δολοφόνο κι όχι οργή του Θεού που καίει τα βήματα του δυνάστη και καθαρίζει την γη απ’ το αίμα

Με το παραπάνω εδάφιο εισάγεται Ο Εκδικητής (The Avenger), η σύντομη, αιματοβαμμένη νουβέλα που δημοσίευσε το 1838 ο μεγάλος συγγραφέας και διανοούμενος Thomas De Quincey∙ μια νουβέλα που θεματικά και αισθητικά παλαντζάρει ανάμεσα στο μυστηριώδες αφήγημα, το ζοφερό θρίλερ και την ψυχολογική σπουδή. Η νέα της έκδοση στα ελληνικά, μας δίνει την ευκαιρία να ξεφυλλίσουμε ξανά τις σελίδες ενός μάλλον ξεχασμένου, εστέτ λογοτέχνη.

Εξομολογήσεις ενός Άγγλου οπιομανούς

Ο Τόμας Ντε Κουίνσυ (Μάντσεστερ 1785 – Εδιμβούργο 1859) υπήρξε ένας από τους πιο σπουδαίους και πρωτοποριακούς Άγγλους συγγραφείς του 19ου αι., ένας βικτωριανός Μπόρχες, όπως έχει χαρακτηριστεί. Έγραψε ιδιότυπα φιλολογικά και ιστορικά δοκίμια, με γνωστότερα αυτά για ποιητές όπως ο Γουόρντσγουορθ και ο Κόλεριτζ.

Όμως το πιο διάσημο έργο του Ντε Κουίνσυ, αυτό που σφράγισε την υστεροφημία του, ήταν οι Εξομολογήσεις ενός Άγγλου οπιομανούς (1821-22). Όταν το έγραφε, η κατάσταση ενός οπιομανούς ήταν πολύ διαφορετική από την σημερινή. Δεν παραβίαζε κανένα νόμο, η κοινή γνώμη δεν στρεφόταν εναντίον του, ούτε συγκεντρωνόταν επάνω του το ενδιαφέρον της τα ναρκωτικά ήταν φτηνά, ήταν εύκολο να αγοραστούν και οι κίνδυνοί τους -αν και εξίσου μεγάλοι, τότε όσο και τώρα- δεν ήταν κατανοητοί. Όλοι αυτοί που περιμένουν να βρουν στην αφήγηση των εμπειριών του Ντε Κουίνσυ παραλληλισμούς με τη φύση των στοιχείων που παρέχουν τα αστυνομικά δελτία και τα ιατρικά ιστορικά σήμερα, όχι μόνο θα απογοητευθούν, αλλά το κυριότερο θα χάσουν και το νόημα του βιβλίου. Το θέμα των Εξομολογήσεων είναι μια εμβάθυνση στο μηχανισμό της φαντασίας, μια εξερεύνηση της εσωτερικής ζωής μιας εξαιρετικής προσωπικότητας που έτυχε να είναι επιπλέον οπιομανής, χωρίς ωστόσο από την εμπειρία του να μπορούν να βγουν έγκυρα συμπεράσματα για το τι θα συνέβαινε στον οποιονδήποτε οπιομανή.

Η επιρροή του Ντε Κουίνσυ

Ο Έντγκαρ Άλαν Πόε εμπνεύστηκε από τον Ντε Κουίνσυ για να γράψει την πρώτη του φανταστική ιστορία, στην οποία ο πρωταγωνιστής είναι ένας ανώνυμος περιπατητής της πόλης: ο άνθρωπος του πλήθους. Ο Τσαρλς Ντίκενς διάβασε τον Ντε Κουίνσυ και τον Πόε, μιμούμενος και τους δύο σε αποσπάσματα των λονδρέζικων μυθιστορημάτων του που φλερτάρουν με το crime story, όπως τον Ζοφερό Οίκο και το Μυστήριο του Έντουιν Ντρουντ. Όταν ο ντετέκτιβ του Πόε, Αύγουστος Ντιπέν, πρωταγωνιστής στους Φόνους στην Οδό Μοργκ, ερευνά ένα έγκλημα, το Παρίσι δεν θυμίζει πολύ το Λονδίνο της εποχής του Ντε Κουίνσυ. Επιστρέφοντας στο Παρίσι, ο Σαρλ Μπωντλέρ θα διαβάσει και θα μεταφράσει Ντε Κουίνσυ και Πόε, αναπτύσσοντας με τη βοήθειά τους μια ευαισθησία που του χάρισε μια θέαση/αντίληψη του κόσμου όπως είναι πραγματικά: τον κόσμο που στέκεται μπροστά στα μάτια τους, με όλη του την ωμότητα αφιλτράριστη, και στη συνέχεια τη νέα και ριζοσπαστική μορφή ποίησης που θα προκύψει από αυτόν. Πέρα από τους προαναφερθέντες, ο Στεφάν Μαλλαρμέ, ο Αντρέ Μπρετόν, ο Χ. Λ. Μπόρχες, ο Γουίλλιαμ Μπάροουζ και ο Ανδρέας Εμπειρίκος, μεταξύ άλλων πολλών, αγάπησαν και επηρεάστηκαν από το έργο του Τόμας Ντε Κουίνσυ.

Περί της δολοφονίας ως μιας των καλών τεχνών

Γραμμένο με παιγνιώδες ύφος, το έργο του Περί της δολοφονίας ως μιας των καλών τεχνών (1827) θεωρείται υπόδειγμα αισθητικού δοκιμίου σχετικά με τον «φόνο ως υψηλή τέχνη»∙ πρότεινε ότι ο φόνος θα έπρεπε να εξεταστεί από μια αισθητική, και όχι από ηθική ή κοινωνιολογική προοπτική. Σε αυτή του τη συλλογιστική εγγράφεται και η νουβέλα του Ο Εκδικητής.

Στο προαναφερθέν δοκίμιό του, ο Ντε Κουίνσυ επικροτεί τη δολοφονία ως μια από τις καλύτερες «τέχνες» της ζωής: π.χ. η πράξη του βιβλικού Κάιν ήταν, όπως το όπιο, ένας βασιλικός δρόμος προς το ανθρώπινο ασυνείδητο. Εξετάζει το «ύφος» του δολοφόνου και κρίνει τις δολοφονίες σύμφωνα με τις επιταγές του γούστου, δημιουργώντας έτσι έναν μακάβριο διάλογο για το είδος και τη λογοτεχνική επιρροή στον περιοδικό τύπο του 19ου αιώνα.

Ο Εκδικητής, που δημοσιεύτηκε το 1838, είναι μια γοτθική ιστορία αιματοχυσίας, σκληρότητας και θρησκευτικού αυταρχισμού. Εμπνέεται από τον χαρακτήρα του Τζον Γουίλιαμς, ενός Λονδρέζου κατά συρροή δολοφόνου που σφαγίασε βάναυσα επτά ανθρώπους στις αρχές του 1800 στο East End. Αντί να εστιάζει στη φρίκη του εγκλήματος, η παράξενα ψύχραιμη, τεχνική προσέγγισή του τον οδηγεί να το βλέπει ως έργο τέχνης και έτσι να αναδεικνύει τις «θετικές» πτυχές του.

Ο Εκδικητής

Ο Εκδικητής εκτυλίσσεται σε μια φαινομενικά ήσυχη πόλη, στα βόρεια της Γερμανίας. Η καθημερινότητα δείχνει να κυλάει ήρεμα, οι κάτοικοι ζουν σε μια βεβαιότητα αδιατάρακτης ησυχίας και παντοτινής ασφάλειας. Φευ! Η πόλη θα γίνει σύντομα γίνεται το σκηνικό μιας σειράς διαφορετικών περιπτώσεων μαζικής σφαγής. Οι φιλήσυχοι κάτοικοι τρομοκρατούνται από αυτές τις άγριες και φρικιαστικές δολοφονίες που ξεκινούν χωρίς προφανή λόγο. Ηλικιωμένοι πολίτες πέφτουν θύματα αποτρόπαιων θανατώσεων, χωρίς κανείς να μπορεί να εξηγήσει γιατί ο τρόμος έχει πλήξει την πόλη. Όταν κυριαρχεί η αίσθηση της συμφοράς, τότε τα εμπόδια καταρρέουν και η λογική των ανθρώπων θολώνει.

«Οι γηγενείς και πιο μόνιμοι κάτοικοι της πόλης πολύ γρήγορα θα εξέφραζαν τον δικό τους τρόμο για την κατάσταση, τη φρικτή ανασφάλεια της ζωής και τους ανεξιχνίαστους κινδύνους που είχαν υπονομεύει τις ίδιες τις εστίες τους, θυμιάζοντας, όταν οι συνθήκες τους το επέτρεπαν, τα σπίτια τους και τους όμορφους κήπους τους με αντάλλαγμα μέρες απαλλαγμένες από την κατάρα του πανικού και νύχτες αμόλυντες από το αίμα […] Όσο πιο έντονα τα μέτρα αυτά εντυπωσίαζαν τον κόσμο ως αντίδοτα στο κακό, τόσο πιο αποτελεσματικά υποβοηθούσαν τον τρόμο, αλλά και πάνω απ’ όλα, το δέος και την αίσθηση του μυστηρίου όταν είχαν πλέον συμβεί δέκα περιπτώσεις εξόντωσης σε δέκα διαφορετικές οικογένειες και σε καθεμιά από αυτές τα προληπτικά μέτρα δεν είχαν κατορθώσει να προσφέρουν την παραμικρή βοήθεια. Η φρίκη, η ολοκληρωτική φρενίτιδα του φόβου που κυρίεψε την πόλη μετά απ’ αυτή την εμπειρία, ματαιώνει κάθε προσπάθεια περιγραφής»

Στον Εκδικητή, ο Τόμας ντε Κουίνσυ ανοίγει με το νυστέρι του το μαλακό υπογάστριο του «πολιτισμένου» δυτικού κόσμου και αναζητά λαχανιασμένα τα ίχνη των ενόχων, εγκαινιάζοντας θριαμβευτικά (μαζί με τους Φόνους στην οδό Μοργκ του Πόε) το λογοτεχνικό είδος του μαύρου μυστηρίου και του αστυνομικού θρίλερ

Ο Ντε Κουίνσυ συνθέτει μια συναρπαστική αφήγηση που εμβαθύνει στην πολυπλοκότητα της εκδίκησης και της ηθικής ασάφειας. Γραμμένο με το ιδιαίτερα περίπλοκο ύφος του, αυτό το έργο συνδυάζει στοιχεία γοτθικού τρόμου και φιλοσοφικής έρευνας, αποκαλύπτοντας την ψυχολογική διαταραχή των χαρακτήρων του. Η πεζογραφία του διαθέτει μια λυρική ποιότητα και η περίτεχνη χρήση της γλώσσας ζωντανεύει εικόνες που αναπαριστούν στο χαρτί την ατμόσφαιρα και το πνεύμα της εποχής του ρομαντισμού. Η νουβέλα δεν διερευνά μόνο τις πιο σκοτεινές πλευρές της ανθρώπινης φύσης, αλλά και τα όρια της δικαιοσύνης και της τιμωρίας. Ο Ντε Κουίνσυ επηρεάστηκε βαθιά από τις δικές του ταραχώδεις εμπειρίες με τον εθισμό, τη ζωή στη σκιά του οπίου και τα υπαρξιακά διλήμματα που αντιμετώπιζε. Οι φιλοσοφικές του εξερευνήσεις αναφορικά με την ανθρώπινη ψυχή και τις κοινωνικές κατασκευές που περιβάλλουν την ηθική πλαισιώνουν τον Εκδικητή ως φυσική προέκταση των πνευματικών του αναζητήσεων. Πολύ περισσότερο από ένα αιματοβαμμένο θρίλερ, ο Εκδικητής είναι ένας βαθύς συλλογισμός πάνω στα ζητήματα της ετεροδικίας και της εκδίκησης σε συνάρτηση με τη ρευστή και διαρκώς μεταλλασσόμενη έννοια της δικαιοσύνης και συνάμα μια γενναία κατάδυση στα εσώτερα, στις πιο μύχιες πλευρές  της ανθρώπινης κατάστασης.

«Τώρα λοιπόν που όλα έχουν τελειώσει, η ανθρώπινη φύση πήρε την εκδίκησή της. Αν παραπονιέσαι για την αιματοχυσία και τον τρόμο, σκέψου τις αδικίες που δημιούργησαν τα δικαιώματά μου∙ σκέψου τη θυσία που έδωσε δεκαπλάσια δύναμη σ’ αυτά τα δικαιώματα∙ σκέψου την ανάγκη να υποστεί η κοινωνία ένα τρομερό σοκ, ώστε να φτάσει το μάθημά μου μέχρι τα συμβούλια των πριγκίπων».

Δύο τελευταίες παρατηρήσεις χωρίς καμία πρόθεση για spoiler σε μια ιστορία θρίλερ: η πρώτη παρατήρηση αφορά την εβραιοφοβία, που κατά τον 19ο αιώνα και κατά το πρώτο μισό του 20ού ήταν πολύ διαδεδομένη στις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, με αποτέλεσμα δεκάδες αιματηρά πογκρόμ κατά των Εβραίων και χιλιάδες θύματα (πολύ πριν από την άνοδο των ναζί). Ελάχιστοι συγγραφείς ασχολήθηκαν τότε με τα γεγονότα αυτά. Δεύτερη παρατήρηση: στα χρόνια του Ντε Κουίνσυ, δεν είχε ακόμα επινοηθεί ο όρος γυναικοκτονία

Thomas De Quincey, Ο Εκδικητής

Εκδόσεις Οξύ, 2025
μτφρ. Γιώργος Μπαρουξής
σελ: 120

[Αγορά]

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured