Ήσυχος μήνας ο Ιανουάριος όσον αφορά την δισκογραφική κινητικότητα. Και λογικό θα μου πεις. Οι περισσότερες μπάντες είναι είτε σε περιοδείες, είτε στο στούντιο, είτε απλά περιμένουν με έτοιμους δίσκους για να τους κυκλοφορήσουν σε peak season μήνες. Άσε που πάντα υπάρχει ο φόβος του να ξεχαστούν μέχρι το τέλος του χρόνου και μείνουν εκτός από τις end of the year λίστες. Κάποιοι ασυμβίβαστοι όμως δεν ασχολούνται με μαρκετίστικα και άλλες τέτοιες προκαταλήψεις. Για να δούμε λοιπόν 3 δίσκους από τους τολμηρούς καλλιτέχνες που κυκλοφόρησαν και ξεχώρισαν αυτό το μήνα.
Spectral Lore - IV (Part 1)
Ανοίγω το άρθρο με ένα ψέμα. Δικαίωμα μου. Γνωρίζω πως ο δίσκος κυκλοφόρησε προς ακρόαση λίγες ώρες πριν την αλλαγή του χρόνου, οπότε δεκτή κάθε ένσταση πως το IV ανήκει στο 2024. Την απορρίπτω όμως, αρχικά γιατί δεν πρόλαβε κανείς να το ακούσει το 2024 και επιπλέον γιατί πιθανότατα θα κυκλοφορήσει και η "τελική" του μορφή κάποια στιγμή μέσα στο 25, όπως επίσης και το δεύτερο μέρος αυτού του 3ωρου συνόλου. Η προσέγγιση είναι εντελώς DIY, όπως και η πλειοψηφία της δουλειάς του Άυλου, που κυκλοφορεί ανεξάρτητα. Ο Άυλος, ή Ayloss, όπως πάντα, κάνει σχεδόν τα πάντα μόνος του. Γράφει, παίζει, παράγει, και διόλου απίθανο να έχει χτίσει το στούντιο τούβλο τούβλο. Φτύνει το ένα καλλιτεχνικό τέκνο μετά το άλλο, και ακόμα πιο ακραίο είναι το γεγονός πως ό,τι πιάνει γίνεται χρυσός. Ειλικρινά δεν θυμάμαι πότε ήταν η τελευταία χρονιά που δεν είχα κάποιον δίσκο του στις κορυφές του έτους. Πέρυσι το Auriferous Flame, πρόπερσι το... Auriferous Flame και το 11 Days, το 2022 είχαμε το Clarent Blade και ΠΑΛΙ Auriferous Flame, και όσο πίσω πάμε τόσους δίσκους θα βρίσκουμε. Ήταν ένα μεγάλο στοίχημα η συνέχιση των αριθμημένων άλμπουμ. Ίσως για αυτό να πήρε 10 χρόνια η επιστροφή. Το I ήταν πάρα πολύ ωμό, και σε μεγάλο βαθμό black ambient, σχεδόν drone. Κυριαρχούσε η ατμόσφαιρα και... το Echoes of a Long Dead and Forgotten Place, το απόλυτο έπος. Το II, που κυκλοφόρησε λίγους μήνες μετά πήρε όλα τα στοιχεία του προκατόχου του και τους έκανε ένα μίνι ρεκτιφιέ. Είναι αρκετά πιο κιθαριστικό, και σχετικά καθαρότερο, αν και ακόμα υπάρχει η φιλοσοφία του μπουντρουμιού. Το III στα μάτια μου είναι το καλύτερο άλμπουμ του εγχώριου ακραίου ήχου, και η σύγκριση είναι αναπόφευκτη. Δεν υπάρχει στοιχείο του δίσκου που να είναι κάτι λιγότερο από τέλειο. Από τα φωνητικά, την παραγωγή, την ατμόσφαιρα και το pacing, τα riffs και τις μελωδίες. Είναι ένα ατμοσφαιρικό black metal αριστούργημα, με όλα τα επιμέρους στοιχεία του να είναι σε απόλυτη αρμονία. Δύσκολο task το follow up. Το IV λοιπόν δείχνει να πατάει κυρίως στα θεμέλια του III, και να χτίζει από εκεί. Ο ήχος του είναι πολυεπίπεδος, άλλοτε ωμός και σκληρός, άλλοτε μελωδικός, επικός και λυρικός. Συχνά προσθέτει ακουστικές κιθάρες, synth και ethnic επιρροές, και ο ηχητικός καμβάς ξεφεύγει από τα στερεότυπα του black metal. Το Our Castles Have Fallen ξεκινάει τον δίσκο με έναν τρόπο που με παραπέμπει περισσότερο στις δουλειές του ως Mystras και Auriferous Flame. Οι κιθάρες ηχούν ωμές και τραχιές αλλά η χαρακτηριστική ατμόσφαιρα αυτού του project δίνει το παρόν. Μου αρέσει που ο δίσκος ξεκινά με το ταχύτερο και επικότερο κομμάτι. Από τις ακουστικές στιγμές στο Moiroloi μέχρι την πιο πειραματική φύση του In the Domain of the Dark Sun, ο Ayloss δείχνει ότι δεν ήρθε για να παίξει και δεν φοβάται να πάρει ορισμένα μετρημένα ρίσκα. Κάθε κομμάτι έχει τη δική του ταυτότητα, αλλά όλα μαζί υφαίνουν έναν δίσκο εκπληκτικά αρμονικό και με φοβερό pacing παρά το τεράστιο της διάρκειας του. Ακόμα και αν το In The Domain Of The Dark Sun κυκλοφορούσε αυτούσιο ως ένα 25λεπτο EP, τότε και πάλι θα έβρισκε μια θέση σε αυτή τη λίστα. Τα Solitary Mirrors και The Waning/The Great White Forest είναι τα πιο ιδιαίτερα κομμάτια του δίσκου. Το πρώτο ανοίγει με αφήγηση που για μουσικό χαλί έχει σχεδόν elevator music, μέχρι που το γυρνάει σε μελωδικό black metal. Το lead στο 5ο λεπτό που κλιμακώνεται ποικιλοτρόπως μέχρι και την τελική εκτόνωση είναι απλά κατακλυσμικό. Το δεύτερο από την άλλη ανοίγει αργά και τελετουργικά, στη μέση γυρνάει παντελώς σε dark neofolk και κλιμακώνεται στα τελευταία λεπτά με κραυγές, tremolo riffs, και ουρλιαχτά. H επιστροφή του βασικού riff στο κλείσιμο με την συνοδία όλων των υπολοίπων οργάνων (βιολί και βιολοντσέλο) είναι η αγαπημένη μου στιγμή στο δίσκο και πιθανότατα και στην δισκογραφία του ολάκερη. Το Collapsing που θεωρητικά κλείνει το πρώτο μέρος του συνολικού δίσκου, είναι 6 λεπτά ηρεμίας και και ambience. Το πραγματικό κλείσιμο όμως στο μυαλό μου το δίνει το A New Road Ahead, το οποίο σύμφωνα με το bandcamp είναι bonus από το δεύτερο μέρος. Τόσες παραδοχές έχω πάρει, ας μου επιτραπεί άλλη μία, θα το θεωρήσω μέρος του πρώτου. Μου αρέσει και νοηματικά το πρώτο μέρος να κλείνει με τη χάραξη ενός νέου δρόμου. Πέρα από την επίθεση στην αρχή και τις εκπληκτικές μελωδίες μετέπειτα, θέλω να σταθώ και να δώσω τα απαραίτητα εύσημα για τους ανατριχιαστικούς στίχους. Δεν χρειάζεται να πω πολλά, αφήνω απλά μερικές γραμμές που μου έμειναν χαραγμένες στη μνήμη.
"And all we have is each other.
To love, to trust and to be inspired by.
To fight together against the dying of the light.
To become what we dreamed when we were young."
Συνολικά το πρώτο μέρος του IV είναι ένας άξιος συνεχιστής της κληρονομιάς αυτής της σειράς δίσκων. Με το IV (Part 2) να έρχεται σύντομα, το πρώτο μέρος λειτουργεί ως η τέλεια εισαγωγή σε αυτό που φαίνεται να είναι ένα από τα πιο φιλόδοξα έργα του Άυλου. Έχοντας δώσει λοιπόν χώρο, χρόνο, πολλές ακροάσεις και αφού άφησα τον αρχικό ενθουσιασμό να ξεθυμάνει, είμαι στην πολύ ευχάριστη θέση να πω πως τα 10+ χρόνια αναμονής άξιζαν και με το παραπάνω. Θα αποφύγω τα μεγάλα λόγια, αλλά νομίζω πως έχουμε να κάνουμε με μια από τις κορυφαίες συνθετικά δουλειές του. Ο ίδιος δηλώνει πως ακόμα είναι σε demo μορφή ο δίσκος, όμως ειλικρινά με ενδιαφέρει ελάχιστα. Ακούγεται πολύ καλύτερα από την πλειοψηφία αυτών που άκουσα πέρυσι, και πιθανολογώ πως θα ακούγεται καλύτερα και από την πλειοψηφία των αντίστοιχων φετινών. Δεν κρίνω όμως, δικαίωμα του καλλιτέχνη η βουτιά στην αέναη αναζήτηση του τελειότητας.
The Great Old Ones - Kadath
Από το ντεμπούτο τους, Al Azif , μέχρι το πολυσυζητημένο Cosmicism, οι The Great Old Ones έχουν καθιερωθεί ως οι κορυφαίοι εκπρόσωποι του ατμοσφαιρικού black metal με αποκλειστική θεματική γύρω από τον κοσμικό τρόμο και το λογοτεχνικό σύμπαν του H.P. Lovecraft. Oddly specific τίτλος να έχει κανείς, αλλά πιστέψτε με οι διαγωνιζόμενοι είναι πολλοί. Δεύτερη αναφορά που κάνω στο The Dream-Quest of Unknown Kadath μέσα σε περίπου δύο εβδομάδες, από όταν αναφέρθηκα στο EP των Smoulder. Δύο τελείως αντιδιαμετρικά διαφορετικά είδη μέταλ έρχονται πιο κοντά με κοινό παρονομαστή τον Lovecraft. Η καλή τέχνη όλα τα ενώνει και όλους τους σμίγει. Το artwork κάπως με μπερδεύει, δεν θα το κρύψω. Ο δημιουργός, Jakub Rebelka, μοιάζει να χρησιμοποιεί μια σχεδόν ασιατική τεχνική, λίγο από William Stout και άνετα θα μπορούσε να βρίσκεται μέσα στο Disco Elysium. Μου αρέσει αυτή η οπτική απόδοση του πύργου Kadath ακόμα και αν δεν είναι κάτι που θα προϊδεάσει τον κόσμο για τον ήχο. Ο δίσκος ανοίγει με το Me, The Dreamer. Σταδιακά, το τραγούδι αναπτύσσεται και έχει εναλλαγές ανάμεσα σε ήσυχες μελωδίες και καταιγιστικά black metal ξεσπάσματα δημιουργεί ένα πολυδιάστατο ηχητικό τοπίο, που αντικατοπτρίζει την ανυπομονησία και τον φόβο του Randolph Carter καθώς ξεκινά την αναζήτησή του για τo Kadath. Το Those From Ulthar που ακολουθεί είναι αρκετά πιο ατμοσφαιρικό και βαθύτερα συναισθηματικό. Τα καθαρά φωνητικα είναι μια προσθήκη που δεν περιμενα να με ελκύει τόσο, ειδικά στη μουσική των TGOO. Δίνει ένα vibe από λατρευτικά chants το οποίο είναι πολύ ευπρόσδεκτο, ειδικά στο setting του Lovecraftιανιού underworld. Οι στίχοι αναφέρονται στους κατοίκους του χωριού Uthar και στις σκοτεινές δυνάμεις που το περιβάλλουν. Ένα χωριό που φαντάζει ο ιδανικός τόπος κατοικίας μου. Όχι, δεν έχω κάποια ιδιαίτερη πρεμούρα με το να περιβάλλομαι από πνεύματα και αρχέγονες θεότητες. Κυρίως επειδή ήταν μια αρκετά εξελιγμένη κοινωνία ώστε να έχει αντιληφθεί πως οι γάτες είναι η ανώτατη μορφή ζωής και αξίζουν ευλαβική λατρεία. Το In The Mouth of Madness είναι λογικά μια straight αναφορά στο...wait for it... In The Mouth of Madness του Carpenter. Βέβαια γνωρίζοντας τους The Great Old Ones είναι πιθανότατα άλλο τόσο αναφορά και στο At The Mountains of Madness του Lovecraft. Βέβαια και η ίδια η ταινία του Carpenter ξεχυλίζει από Λαβκραφτίλα. Άρα έχουμε ένα κομμάτι που κάνει αναφορά σε μια ταινία που κάνει αναφορά στην βάση αναφοράς της μπάντας. Simulation theory all over again. Σίγουρα το πιο catchy τραγούδι του δίσκου, σε όλο του το μήκος αποπνέει μια πολύ αλλόκοτη οικειότητα, και σίγουρα είναι αυτό που μου μένει περισσότερο μετά από κάθε ακρόαση του δίσκου. Μεγαλειώδες και μελωδικό βασικό riff, το οποίο όταν επιστρέφει στο τέλος είναι απλά αποθέωση. Χρειαζόμουν σίγουρα ένα κομμάτι σαν το Under The Sign Of Koth. Είναι γρήγορο, καθαρόαιμο black metal με πρωταγωνιστές τις κιθάρες. Τα The Gathering και Leng, με τα 16 λεπτά instrumental ατμόσφαιρας είναι το πιο φιλόδοξο σημείο του δίσκου, πιο φιλόδοξος και από την προσθήκη καθόταν φωνητικών. Ένα εγχείρημα που για να πετύχει πρέπει η μπάντα να είναι απόλυτα σίγουρη για την ποιότητα των συνθέσεων της, και εδώ τους βγαίνει στον μέγιστο βαθμό. Στο Astral Void (End Of The Dream), έχουμε μια πλήρη θεματική ολοκλήρωση, περνώντας από όλα τα μουσικά στάδια του δίσκου. Από τα φλεγομενα riffs, σε mid tempo κάλεσμα για headbang και αργή δραματική ατμοσφαιρικότητα. Και τέλος με ένα άλμα το όνειρο κόβεται απότομα με μια αίσθηση λύτρωσης αλλά και μελαγχολίας, ολοκληρώνοντας το ταξίδι του Randolph Carter, αφήνοντας τον με μια νέα γνώση, μια γλυκόπικρη γεύση από το άγνωστο. Το Kadath είναι ένας δίσκος παράλληλα μεγαλοπρεπής μα και μεγαλεπήβολος. Όλες οι κυκλοφορίες αυτής της μπάντας είναι διαμάντια, και το μοτίβο συνεχίζεται και εδώ, ακόμα και αν είναι για τελείως διαφορετικούς λόγους.
Hierarchies - Hierarchies
Οι Hierarchies στον πρώτο τους και ομότιτλο δίσκο παίζουν ένα κράμα από dissonant, τεχνικό , πειραματικό και jazz-fusion death metal. Μπορεί να ακούγεται μπουκωμένο, αλλά στην πραγματικότητα ειναι...ακόμα περισσότερο. Η μπάντα αποτελείται από τους Jared Moran και Nicholas Turner μαζί με τον Anthony Wheeler, του οποίου δουλειά δεν είχα ακούσει ξανά. Οι πρώτοι δύο όμως έχουν στο βιογραφικό τους περίπου 50 μπάντες, και σχεδόν καμία φυσιολογική. Η πρώτη μου επαφή με αυτό το παρεάκι ήταν το Nulitas, μέσα από το moniker Acausal Intrusion. Mε το εξωφρενικά φρικιαστικό εξώφυλλο και την εφιαλτική του ατμόσφαιρα ήταν από τις μεγαλύτερες εκπλήξεις του 2021 με τους δύο δίσκους που ακολούθησαν να αγγίζουν παρόμοια επίπεδα ποιότητας. Η πρώτη μου σκέψη όταν έβαλα αυτόν τον δίσκο να παιζει και ξεκίνησε intro του Entity ήταν πως ακούω την Death Metal εκδοχή των Ved Buens Ende. Οσο προχωράει βέβαια το κομμάτι και κατ επέκταση ο δίσκος, έρχεται η συνειδητοποίηση του πόσο πιο χαοτικό και μαξιμαλιστικό είναι το Hierarchies. Συνεχίζει με έναν παντελώς παρανοϊκό τρόπο, σε στιγμές μοιάζει σαν να είναι improv σε σημείο να μην μπορώ να καταλάβω την διάρκεια του. Θεωρητικά είναι 7 λεπτά, όμως περνάει από τόσα στάδια που ειλικρινά αισθάνομαι να μπαίνω σε μια ατελείωτη σκουληκοτρυπα. Από συμβατικές δομές σε εντελώς άναρχες νότες, όμως σε καμία περίπτωση δεν είναι μια αρνητική εμπειρία. Αν θα μπορουσα να το βάλω σε συγκρίσεις, θα έλεγα πως είναι κοντά στο περσινό άλμπουμ των Pyrrhon, στους Ad Nauseam και ίσως στους Ar'lyxkq'wr (ενημερώθηκα από το control, aka από το ετεροχρονισμένο google search μου, πως είναι επίσης μπάντα αυτών των μελών, οπότε λογικό θα έλεγε κανείς) και τους Zvylpwkua (αλήθεια έτσι λέγονται δεν έπεσα με το κεφάλι στο πληκτρολόγιο, avant garde ακόμα και στη ληξιαρχική πράξη). Tο Censecrate Phenomenon είναι κάπως πιο συμπυκνωμένο συνθετικά, και δεν αφήνεται τόσο πολύ όσο το Entity. Αυτό δεν σημαίνει όμως πως δεν είναι εξίσου χαοτικό και μπουκωμένο με κιθάρες. Από κοφτερά riffs, σε ανοιχτές νότες και φωτεινά leads. To Dimension ξεκινάει με ένα τελείως unhinged lead και solo, εντελώς βγαλμένο από κάποιο σχιζοφρενικό επεισόδιο των Sabbat των Γιαπωνέζων. Ακολουθεί η αναμενόμενη δυσαρμονία με τα riffs και τις κραυγές να πηγαίνουν σε τελείως διαφορετικές κατευθύνσεις μα με κάποιο γοητευτικό τρόπο πάντα να βρίσκονται και να δένουν κάπου στη μέση και στο κλείσιμο αφήνονται εντελώς στις φρενήρεις tech-death καταβολές τους. Υπάρχει ένα μοτίβο που έχω παρατηρήσει και χρειάζομαι μερικά ακόμα παραδείγματα για να το στείλω για peer review. Είναι το αργό τραγούδι σε death metal δίσκο συνήθως το καλύτερο; God of Emptiness στο Covenant, The IVth Crusade στο The IVth Crusade, Scourge Of Iron στο Torture, Apocalypse στο The 4th Dimension, Clouded στο Obscura και...drum roll... Twilight Tradition στο Hierarchies. Τα παραδείγματα είναι μπροστά στα μάτια μας, μένει μόνο να τα κοιτάξουμε. Τα δύο κομμάτια που κλείνουν το δίσκο έχουν και τη μεγαλύτερη αρμονία μεταξύ τους. Μου φάνηκε πολύ θετικό, σχεδόν απαραίτητο που στα Subtraction και Vultures υπήρξαν ξανά parts με συμβατικές δομές και κάπως "γλυκότερες" μελωδίες. Αυτές οι εναλλαγές ήταν που έκαναν και την συνολική ακρόαση τόσο διασκεδαστική. Δεν θα μπορούσα να φανταστώ 47 λεπτά ασταμάτητου σφυροκοπήματος σαν σε κάποιο ψυχωσικό επεισόδιο. Γενικότερα η ποικιλία στα leads θα έλεγα πως είναι και αυτό που με κράτησε τόσο πολύ και με έκανε να ξεχωρίσω αυτόν το δίσκο. Είναι τόσες πολλές οι μπάντες που έχουν ανέβει στο backwagon της δυσαρμονίας και της υπέρμετρης τεχνικότητας που είναι αρκετά δύσκολο να σταθείς πάνω από τον όχλο και να έχεις χαρακτηριστικό ήχο. Οι Hierarchies με το πρώτο τους πόνημα δείχνουν να έχουν κάνει ακριβώς αυτό, και αυτό είναι επίτευγμα in my books. Χαίρομαι που ακόμα και τώρα, με τόση "παράξενη" μουσική στο ιστορικό μου, μπορώ και βρίσκω πτυχές του ακραίου ήχου που να με εκπλήσσουν.