Το ημερολόγιο στον τοίχ…ε ποιον τοίχο; Υπάρχουν άραγε ακόμα ημερολόγια τοίχου; Τελοσπάντων το ημερολόγιο στα κινητά μας, τους υπολογιστές μας και τα έξυπνα ρολόγια μας δείχνει 17 Μαΐου 2024, είναι Παρασκευή και για τους απανταχού μουσικόφιλους η Παρασκευή σημαίνει νέα μουσική μιας και είναι μια παγκοσμίως αγαπημένη ημέρα για την κυκλοφορία των πλέον πολυαναμενόμενων albums. Ιδίως αυτή εδώ η Παρασκευή δεν τσιγκουνεύεται τα δώρα της φέρνοντας μας δύο από τους δίσκους για τους οποίους μπορούμε να στοιχηματίσουμε από τώρα ότι θα βρεθούν -το καθένα για τους δικούς του λόγους- στις λίστες με τους πιο σημαντικούς δίσκους της χρονιάς: το κυριολεκτικά χρόνια-περιμέναμε-για-αυτή-τη-στιγμή πρώτο solo album της μαγικής πρωθιέρειας των Portishead, Beth Gibbons και το Hit Me Hard and Soft, το τρίτο album της Billie Eilish με το οποίο δικαιώνει τις προσδοκίες που γέννησε πριν μερικά χρόνια όταν «έσκασε» στη μουσική βιομηχανία με τον τρόπο που έσκασε, αλλάζοντας πολλά. Για εμάς όμως εδώ στο μικρό γαλατικό χωριό αυτής της γωνιάς των Βαλκανίων ήταν απλώς μια ακόμα Παρασκευή μετά από την Τετάρτη που κυκλοφόρησε το νέο EP της νέας αγαπημένης πρωταγωνίστριας στις συζητήσεις του μιντιακού καφενείου «Η Ωραία Ελλάς» - δηλαδή της Μαρίνας Σάττι.
Τρία μόλις εικοσιτετράωρα λοιπόν μετά την πολυσυζητημένη εμφάνισή της στον πλέον «επεισοδιακό» 68ο Διαγωνισμό Τραγουδιού της Eurovision, τα μεσάνυχτα της Τρίτης – ξημερώματα Τετάρτης 15 Μαΐου, το P.O.P. είχε ανέβει σε όλες τις μεγάλες ψηφιακές μουσικές πλατφόρμες ξεκινώντας το ταξίδι του στον κόσμο του streaming υπό τον ούριο άνεμο του momentum της Μαρίνας Σάττι και μιας marketing στρατηγικής κομμένης και ραμμένης στα ήδη κλασσικά αλλά πάντοτε αποτελεσματικά πρότυπα του σύγχρονου marketing. Κανένα πρόβλημα με αυτό φυσικά, έτσι παίζεται κατά κανόνα το επικοινωνιακό pop παιχνίδι παγκοσμίως, από τις mainstream λεωφόρους μέχρι τα «εναλλακτικά» στενά, και ένα EP. με P.O.P.. ονομασία προέλευσης από το νέο νο.1 talk-of-the-town του εγχώριου music industry δεν θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση.
Τα προβλήματα, είτε είσαι η Μαρίνα Σάττι είτε η Taylor Swift (με την οποία έχουν «παίξει» ήδη οι πρώτες delulu συγκρίσεις με τίτλους όπως «η Marina Satti σπάει τα ρεκόρ της Taylor Swift» ή «Taylor Swift φάε τη σκόνη της Μαρίνας Σάττι» λες και το Spotify Greece και το Spotify USA είναι οι ίδιες πίστες) είτε η Beyoncé ξεκινάνε από το πού αρχίζει και πού τελειώνει η επικοινωνία και το marketing σε συνάρτηση με το που αρχίζει και που τελειώνει ο ήχος και η πρόταση. Κοινώς όταν τα γύρω-γύρω ενός δίσκου έχουν περισσότερα να πουν από αυτό που βρίσκεται μέσα, όταν μια κυκλοφορία εξαντλείται στο επικοινωνιακό της όχημα.
Αυτό δεν μπορούμε (ακόμα) να το πούμε για τη Μαρίνα Σάττι – ούτε όμως μπορούμε να πούμε και το αντίθετο. Είναι αλήθεια ότι με την κυκλοφορία του YENNA το 2022 (ένα project διαρκείας με πολλή σκέψη και αναμονή από πίσω, που συμπύκνωσε πολύ όμορφα και ιδιαίτερα τις επί χρόνια καλλιτεχνικές της κυοφορίες) η Μαρίνα Σάττι βρέθηκε σε ένα (ακόμα) καλλιτεχνικό σταυροδρόμι, σε ό,τι αφορά τουλάχιστον τη solo πορεία της: είτε θα συνέχιζε να χτίζει μεθοδικά πάνω στην πολύ ενδιαφέρουσα πρόταση και δυναμική του album, βαθαίνοντας και εξελίσσοντας τη φόρμα της είτε θα έκοβε δρόμο προς κάτι άλλο - κι ας της έφερνε ό, τι θέλει μετά τα τα τα. Επέλεξε μάλλον το δεύτερο, χωρίς βέβαια να απομακρυνθεί από το ενδιαφέρον της για τον παραδοσιακό βαλκανικό ήχο, τον οποίο επί χρόνια εξερευνά και ψάχνει. Τα άλλαξε για μια ακόμη φορά όλα, άλλαξε και δισκογραφική και πήγε στο αγαπημένο της Παρίσι για εμφανίσεις και έμπνευση. Εκεί -όπως διηγείται και στην ομολογουμένως απολαυστική casual συνέντευξη-συζήτησή της με τον Δημήτρη Λιλή για τα Avopolis Podcasts, ένα βράδυ με τον συνεργάτη της, παραγωγό Loubenski πορώθηκαν με ένα sample από ζουρνά και αποφάσισαν να χτίσουν πάνω σε αυτό κάτι αρκετά διαφορετικό -κι ας πατούσε και πάλι πάνω στο προσωπικό της αλφάβητο- από αυτό που θα ανέμενε κανείς από τη Μαρίνα Σάττι ως επόμενο βήμα. Όπως άλλωστε επίσης λέει στον Δημήτρη Λιλή σε αυτό το podcast ποτέ δεν μπορούσε τα κουτάκια, με το που προσπαθεί να την κατατάξει κάποιος κάπου, εκείνη σηκώνεται και φεύγει, θέλει να νιώθει ελεύθερη, και μετά από ένα project όπως το ΥΕΝΝΑ ήθελε να κάνει κάτι άλλο, κάτι ελεύθερο, κάτι πιο fun.
Κάτι όπως το digital single “Tucutum” -που περιλαμβάνεται στο P.O.P. EP- που «έσκασε» στα ξαφνικά τον Ιούνιο του 2023, με μια -με την καλή έννοια- πιο επιθετική, ίσως και αφυπνιστική διαφορετική εκδοχή της Σάττι πρότασης, καταλαμβάνοντας εξ απίνης το «παραδοσιακό» κοινό της (μερίδα του οποίου το αντιμετώπισε με mixed feelings) αλλά και όσους αναγκάστηκαν να (ξανα)ρίξουν το βλέμμα τους πάνω της και να ακούσουν αυτό που είχε να πει. Παράλληλα η διαμόρφωση μιας πιο συγκεκριμένης αισθητικής πρότασης, όπως αυτή αποτυπώθηκε από το video του κομματιού μέχρι το merch, δημιούργησε το έδαφος για τις πρώτες φωνές που έκαναν λόγο για «καθαρό» copy-paste από τα aesthetics της super star Rosalía και όπως μοιραία συμβαίνει συνήθως σε αυτές τις περιπτώσεις τις «απέναντι» φωνές που «έπρεπε» να ριχτούν σε έναν αγώνα «υπεράσπισης» της καλλιτεχνικής αξίας της Μαρίνας Σάττι – μάλλον αχρείαστα όλα αυτά για όποιον έχει έστω και στοιχειωδώς παρακολουθήσει τη δουλειά της όλα αυτά τα χρόνια.
Τα δύο αυτά «αντίπαλα» στρατόπεδα τα ξανασυναντάμε στις ζωές και στα timelines μας πολυπληθήστερα και πιο συσπειρωμένα από ποτέ με την ανακοίνωση της εκπροσώπησης της Ελλάδας στη Eurovision 2024 και οι εχθροπαξίες κορυφώνονται με το release του τραγουδιού και του video της συμμετοχής, του δεν-χρειάζονται-πια-άλλες-συστάσεις "ZARI". Ένα παζλ ήχων και αναφορών με λιγότερη μουσικότητα από εκείνην που πολλοί θα θέλανε/με, χωρίς ευδιάκριτο, παραδοσιακό hook που παρόλα αυτά, με την copyright συνταγή που φαίνεται να τελειοποιεί η Μαρίνα Σάττι με τους συνεργάτες της κατάφερνε να σου κολλήσει στο τέλος και να το αντιμετωπίζεις πάλι με μια X συμπάθεια – καθόλου ανεξάρτητη από τα πλούσια διαπιστευτήρια που έχει αφήσει στην εγχώρια σκηνή μέχρι τώρα. Η μουσική, καλλιτεχνική αποτίμηση βέβαια του κομματιού λίγη σημασία φάνηκε να είχε τελικά καθώς ο πόλεμος στα media περιστράφηκε, με τον ένα ή τον άλλον τρόπο, γύρω από την εκπροσώπηση και την απεικόνιση της «Ελλάδας μας», είτε για τον είμαστε το σουβλάκι, ο κάγκουρας ταξιτζής, ο φραπές και η πλαστική καρέκλα είτε για τον βαθύ, «ψαγμένο» καθρέφτη που υποτίθεται ότι σηκώθηκε με το "ZARI" μπροστά στην ελληνική κοινωνία. Α ναι... και με το αν το «Τα Τα Τα» μπορεί να γίνει αντικείμενο προστασίας πνευματικής ιδιοκτησίας (just kidding).
Και τα πράγματα μόνο χειρότερα έγιναν στην ίδια τη Eurovision όταν το “ZARI” ένα μέτριο κομμάτι βασισμένο στο production και τα vibes -που όσοι έχουν δει κανά δυο live στη ζωή τους γνωρίζουν πολύ καλά πόσο δύσκολο θα ήταν να αποδοθεί σκηνικά, ειδικά με τους γιουροβιζιονικούς περιορισμούς-, τα πήγε μέτρια (τουλάχιστον με βάση τις υψηλές προσδοκίες που ήταν αρχικά φορτωμένο) σε μια χρονιά με ομολογουμένως καλά τραγούδια και ιδιαίτερες πέριξ δυσκολίες - με κερασάκι στην τούρτα τα διάφορα ατυχή παρατράγουδα στα οποία ενεπλάκη η ελληνική συμμετοχή και φόντο και το τεταμένο πολιτικό κλίμα που «καπέλωσε», δικαίως ή αδίκως, τη διοργάνωση.
Τα πάντα πρόθυμα για καβγά (μετ)εμφυλιακά συμπλέγματα και ένστικτά μας ακονίστηκαν και βγήκαν από τα συρτάρια έτοιμα για μια ακόμη μάχη με νέα ρεκόρ εκατέρωθεν ασυναρτησίας. Ο αχταρμάς των όσων ακούστηκαν και γράφτηκαν αυτά τα εικοσιτετράωρα από την ολοκλήρωση του δεύτερου ημιτελικού της Eurovision (στον οποίο μέσα σε όλα η Μαρίνα Σάττι εμφανίστηκε και εμφανώς αγχωμένη και μάλλον ταλαιπωρημένη από την φαρυγγίτιδα που την βρήκε) μέχρι τον τελικό (όπου τα πήγε πολύ καλύτερα, διορθώνοντας ό, τι μπορούσε και κάνοντας μια τίμα εμφάνιση) και μετά τα επόμενα εικοσιτετράωρα, κάνει τον όποιο «αχταρμά» υφών και ήχων καταμαρτυρούν στο "ZARI" και τώρα και στο P.O.P οι πολέμιοι τους να φαντάζει τέρας συνοχής και πιουρισμού. Από απλώς αστεία μέχρι και επικίνδυνα τα σχόλια και οι αντιδράσεις δεν είχαν τέλος και χωρίζονταν σε δύο βασικές κατηγορίες: σε εκείνα που πρόθυμα θα κατηγορούσαν τη Σάττι για την κλιματική κρίση, το φαινόμενο του θερμοκηπίου και τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και σε εκείνα που μέσα από ατελείωτες και καθόλου πρωτότυπες slang αλληλουχίες αποτελούμενες κυρίως από διαφορετικούς συνδυασμούς των “Queen”, “Mother” και “Slay” αποθέωναν το νέο τους είδωλο χωρίς την παραμικρή κριτική διάθεσή, σαν να μην είχαν ακούσει ποτέ ξανά μουσική στη ζωή τους – για να μην αναφέρουμε καν όλη την παραφιλολογία του περίφημου «χασμουρητού» και τη θεώρησή του είτε ως casus belli είτε ως υπέρτατης πολιτικής πράξης βαθιάς σημειολογίας.
Μέσα σε όλο αυτό το κλίμα λοιπόν έρχεται το P.O.P. και το σίριαλ με τη «φάση Σάττι» συνεχίζεται ακάθεκτο, μεταξύ των δύο γνωστών άκρων, και με τους ενδιάμεσους παραζαλισμένους να μετράνε τα ανάμεικτα συναισθήματά τους και τη σύνδεσή τους με την πραγματικότητα. Μόνο που αυτή τη φορά -κι αν υπήρχε οποιαδήποτε αμφιβολία για όλες τις προηγούμενες- αυτό το EP φτιάχτηκε και κυκλοφόρησε κατά κύριο λόγο για να κάνει ντόρο και να συζητηθεί, προσανατολισμένο περισσότερο από κάθε άλλη φορά σε άλλου είδους viral ατζέντες, στοχεύοντας -κατά τη σημεία των καιρών σε όλες τις δημιουργικές βιομηχανίες- περισσότερο στο content παρά στη μουσική. Ενώ παράλληλα πλην μιάμισης εξαίρεσης φαίνεται να απομακρύνεται σημαντικά και από κάποιους βασικούς πυλώνες εξέλιξης πάνω στους οποίους έχει χτίσει η Μαρίνα Σάττι μέχρι τώρα ανεξαρτήτως του μονοπατιού που ακολουθεί κάθε φορά.
Έτσι εδώ εκτός από το “Tucutum” και το “Zari” έχουμε το hit και μάλλον lead single “Lalala” που ποντάρει αποκλειστικά στις ευκολίες του εθιστικού μοτίβου της κρητικής σούστας και των χαρακτηριστικών πλην αταξινόμητων κυκλαδίτικων χορών με ένα κάπως «παιδικό» αποτέλεσμα που μάλλον πήγαινε για την ανεμελιά και τη φρεσκάδα αλλά καταλήγει σε έναν περισσότερο αστείο προορισμό από ό, τι είναι πρόθυμοι οι συντελεστές να παραδεχτούν ότι του χρειάζεται. Δεν είναι σίγουρο τι νέο κομίζει αυτή η Tik Tok εκδοχή του «Χορέψετε, Χορέψετε» όπως δεν είναι σίγουρο τι νέο φέρνει το παιγμένο στο casio νησιώτικο βαρύ καψουροτσιφτετέλι «Στην Υγειά Μας» στις playlists των γάμων που περιμένουν να φάει ο κόσμος για να μπουν τα «ελληνικά». Έχουν και τα δύο την πλάκα τους αλλά μέχρι εκεί.
Το «Είμαι Καλά» με το feature της πολυσυζητημένης στις τύπου lifestyle εκπομπές life coach Κατερίνας Σαλακά είναι ένα εμβόλιμο sample που μάλλον δεν έχει άλλη χρησιμότητα από το να παίξει τον ρόλο του διαδρόμου για το δεκάλεπτο “Mixtape” που μπαίνει αμέσως μετά καπάκι με 0 second διαφορά και αποτελεί ίσως την πιο ενδιαφέρουσα προσπάθεια εγχώριας απόδοσης τάσεων που «συμβαίνουν τώρα» ιδίως στα λημέρια του hip hop, της ραπ και της trap. Το δεκάλεπτο αυτό μονόπρακτο που το μεγαλύτερο ενδιαφέρον του βρίσκεται ακριβώς στην πειραματική διαστρωμάτωση και την αλληλουχία των samples και των διαφορετικών features (όχι πάντα με απόλυτη επιτυχία και με όλες τις δυσκολίες που έχει μια πιστή αλλά και αυθεντική μετάφραση του συγκεκριμένου culture στο ελληνικό πολιτιστικό και πολιτισμικό αλφάβητο που το κάνουν να φλερτάρει με το fake), με καμιά δεκαριά διαφορετικά κομμάτια λιγότερο ή περισσότερο κρυμμένα σε ένα, είναι και η αφετηρία του νέου γύρου επιθέσεων αλλά και υπερασπίσεων της Μαρίνας Σάττι σε διαδίκτυο και τηλεόραση, αφού το diss και κόντρα diss στίχων όπως «Τι να πούνε τώρα/κοιτάει όλη η χώρα/ τους ρώτησα αν στο χωριό τους είχαν reggaeton», ή «Στο ‘πα πήρα φόρα, τα ΄βγαλα στη φόρα / Τέλειωσαν τα πάντα / Η Μαρίνα σας πήγε τάπα» ανάβουν τα πάθη και στις δύο πλευρές: αυτοί τους οποίους φέρεται να ταπώνει η Μαρίνα βγαίνουν να πουν γιατί και πώς δεν ταπώθηκαν και ότι αντίθετα εκείνοι την έχουν ταπώσει, οι άλλοι που δακρύζουν από συγκίνηση για τις τάπες της Μαρίνας στους σεσημασμένους ανόητους ή επαγγελματίες-κοράκια των απανταχού πρωινάδικων ζητωκραυγάζουν για αυτό το τρομερό επίτευγμα και πάει λέγοντας. Σιγά μωρέ τι είπε; Ώπα ρε.
Αν κάποιος τώρα παρ’ ελπίδα ενδιαφέρεται ακόμα για τη μουσική μπορεί να καταφύγει στη μαγική κατακλείδα του EP το «Αχ Θάλασσα». Ένα υπέροχο track που, σύμφωνα με το δελτίο τύπου, έγραψε η Μαρίνα Σάττι για τον πατέρα της που έχασε πρόσφατα, ένα αληθινό όνειρο στο κύμα που είναι ίσως και η αληθινή τάπα στη φαρέτρα της. Αυτή που τουλάχιστον επιβεβαιώνει το επιχείρημά της (ανεξάρτητα αν συμφωνούμε ή διαφωνούμε ακριβώς): «Το ότι τρολάρουμε δεν σημαίνει ότι δεν μπορούμε να κάνουμε και τέχνη αν θέλουμε». Ορίστε λοιπόν (συμπληρώνουμε).
Πόσο τάπα μας έχει πάει λοιπόν η Μαρίνα Σάττι; Σε μουσικό επίπεδο όχι ιδιαίτερα τη δεδομένη στιγμή καθώς το P.O.P. φαίνεται να συνεχίζει κατά κύριο λόγο να επενδύει σε διάφορες ευκολίες -αν όχι προχειρότητες- που δεν είναι και για έπαινο ακριβώς. Χωρίς να σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι η εμπορική δυναμική που δείχνει να έχει, εντός αλλά και εκτός συνόρων, είναι κάτι αμελητέο ή αθέμιτο -κι ας το αντιμετώπιζαν κάπως έτσι στο παρελθόν πολλοί από αυτούς που τώρα υπερθεματίζουν για το φαινόμενο Σάττι αν κάτι παρόμοιο ερχόταν από παραλιακή μεριά. Σε επικοινωνιακό επίπεδο πάλι μάλλον το πάει τρένο αφού όλοι ασχολούνται και ασχολούμαστε μαζί της -ακόμη και όσοι δεν καταλαβαίνουμε γιατί είτε πρέπει να την αποθεώσουμε ντε και καλά είτε να την κράξουμε χωρίς αύριο. Ενώ παράλληλα κατακτώνται και διάφοροι αριθμητικοί δείκτες επιτυχίας όπως το πλασάρισμα του "ZARI" στο Global Top 50 του Spotify και μάλιστα σε υψηλές θέσεις ως το πρώτο track με ελληνικό στίχο που το καταφέρνει- που έχουν φυσικά μεγάλη σημασία για κάθε καλλιτέχνη, ιδίως σε μια εποχή που το ταμείο γίνεται με το νόμισμα του streaming. Μια χαρά μέχρι εδώ.
Αυτό που δεν είναι και τόσο μια χαρά είναι ακριβώς ότι κάπως σαν να χρειάζεται είτε να αποθεώσουμε είτε να κράξουμε, ότι κάπως σαν να χάνεται οποιοδήποτε έδαφος για την όποια καλλιτεχνική κριτική με υγιείς όρους καλής προαίρεσης, κάπως σαν να υπάρχουν μόνο το άσπρο και το μαύρο ως επιλογές για μια καλλιτεχνική περίπτωση που αν μη τι άλλο υπήρξε πάντα πολύχρωμη. Άλλη μια περίπτωση με αφορμή την οποία πρέπει να υποστούμε τους boomers τους αυθεντικους, τους ορθόδοξους με τα εθνικολυρικά τους κρεσέντα από τη μία και από την άλλη τους new age θείους που θέλουν ντε και καλά να κάτσουν με τη νεολαία και να μιλάνε σαν παιδιά απ' το Μπρούκλιν, γιατί το relevancy είναι το νέο νόμισμα στο χρηματιστήριο του νέου coolness - αγνοώντας ότι ο πρώτος και ίσως μοναδικός κανόνας για να είσαι relevant και cool είναι ο εξής: "You don't talk cool and relevant. You live it". Ένα όχι και τόσο ελπιδοφόρο τελικά case study του πώς δουλεύουν τα πράγματα σε αυτή τη χώρα και από τις δυο πλευρές και το πώς τα απόνερα αυτού του τρόπου σκέψης και λειτουργίας όχι απλώς φτάνουν αλλά παρασέρνουν και το άλλο γαλατικό χωριό μέσα στο ελληνικό χωριό, αυτό όλων όσων ασχολούνται -από το όποιο πόστο ο καθένας, είτε με τα ακουστικά στα αυτιά, είτε με μια κιθάρα στο χέρι, είτε με τα δάχτυλα στο πληκτρολόγιο, είτε κουβαλώντας ενισχυτές σε live, είτε βλέποντας live- με τη μουσική.
Εννοείται ότι κανείς δεν μπορεί να προσδοκά από τη Μαρίνα Σάττι και την οποιαδήποτε Μαρίνα Σάττι να αναπαράγει τις «Κούπες» και τη «Μάντισσα» σε μια ανέμπνευστη λούπα εις το διηνεκές και να μην προχωρήσει σε κάτι άλλο. Και φυσικά δεν μπορείς να υποχρεώσεις κανέναν να χρησιμοποιήσει τις αρετές και τα ταλέντα του με τον τρόπο που εσύ θεωρείς σωστότερο, ορθότερο, «καλύτερο». Κι αν σε κάποιους από εμάς αρέσει περισσότερο η Μαρίνα Σάττι του «Πάλι», του «Κρητικό», του «Άσε με να Φύγω», αν κάποιοι θέλουν/με περισσότερο «Αχ Θάλασσα» και λιγότερες τάπες και τρενάκια του λούνα παρκ είναι πάντα θέμα αυτού του περίφημου υποκειμενικού γούστου. Αντίστοιχα και το αν η Μαρίνα Σάττι θα μας πάει όντως τάπα ή θα εισπράξει εκείνη την τάπα του τρόπου που δουλεύει το «εμπορικό» μουσικό industry και του τρόπου που το ίδιο το κοινό που τώρα την αποθεώνει απαιτεί να μαλάζεται και να ακκίζεται προκειμένου να συνεχίσει να το κάνει, είναι δικό της θέμα -θέμα του τρόπου που θα επιλέξει στο εξής να ασκεί την καλλιτεχνική της ελευθερία. Δεν ξέρουμε άλλωστε αν όλο αυτό το σίριαλ και ο «σπαραγμός» που εκτυλίσσεται γύρω από το όνομά της και την περσόνα της είναι κάτι το οποίο η ίδια απολαμβάνει ή όχι. Αυτό που ξέρουμε είναι πως ο μεγαλύτερος κίνδυνος για οικοδομήματα που στηρίζονται σε πόλωση και love-or-hate λογικές, σε «αυλές» και «εχθρούς» είναι να πέσουν κάποια στιγμή στο κενό μεταξύ συρμού και αποβάθρας, εκεί που το στοιχείο του «μπαμ» και της έκπληξης ξεθωριάζει και σιγά-σιγά χάνεται, και δεν θα υπάρχει ίσως λόγος και θέση για κανένα από τα δύο άκρα. Εκεί που μόνο η ουσία και η αντοχή αυτού που έχεις χτίσει στον χρόνο μπορεί να σε κρατήσει όρθιο και να σε προχωρήσει ακόμα πιο μπροστά.
Διαβάστε επίσης:
Ο Επίτροπος αναλύει τις 6 πλευρές του Ζάρι
Θάλαμος Επικοινωνίας με τον Επίτροπο: Αυτό με τη Μαρίνα Σάττι
Μαρίνα Σάττι - YENNA (album review)
H Μαρίνα Σάττι δεν το ‘χει ανάγκη το playback (live review)
Συνέντευξη - Podcast: Μαρίνα Σάττι Uncut