Ο φετινός συναυλιακός Νοέμβριος πιθανότατα θα καταγραφεί ως ο μήνας των μεγάλων -όχι σε απόλυτους αριθμούς αλλά σε βάθη διαχρονικής ποιότητας- επιστροφών συγκροτημάτων – case studies με κοινό παρονομαστή την αντοχή του πυρήνα τους στον χρόνο. Από την εμφάνιση των Tindersticks στις 2 Νοεμβρίου στο City Theater που ήρθε, άφησε μια ακόμη απόδειξη του ειδικού βάρους της σε οποιαδήποτε περίσταση κι αν τους πετυχαίνουμε και απήλθε μέχρι το sold out - «έκπληξη» της παλαίμαχης περίπτωσης των Current 93 για το προσεχές Σάββατο 9 Νοεμβρίου στο Ωδείο Αθηνών η μουσική που τροφοδότησε του περισσότερους «μουσικάνθρωπους» αυτής της πόλης με μπόλικη τροφή για σκέψη όχι μόνο παραμένει ενεργή αλλά εξακολουθεί να μας δίνει και συναυλιακά ραντεβού σε αυτήν την περίεργα εξελισσόμενη πόλη. Και δύσκολα θα μπορούσε να σκεφτεί κανείς ιδανικότερο άνοιγμα για έναν τέτοιο συναυλιακό μήνα από την επιστροφή στην Αθήνα μιας σπουδαίας last band standing, της σταθερής live δύναμης που ακούει στο ανάλογα στιβαρό όνομα dEUS.
Δεν υπάρχουν πολλά συγκροτήματα που να βγήκαν όχι μόνο ζωντανά αλλά και άθικτα από την καλή και κακή παράνοια των ‘90s και τις αποικιοκρατικές διαθέσεις με τις οποίες η βιομηχανία πάτησε το πόδι της στα εύφορα indie εδάφη. Οι dEUS είναι μία από αυτές τις σπάνιες και πολύτιμες τουλάχιστον για τους αμετανόητους οπαδούς των «παλιών, καλών, σωστών» συγκροτημάτων» περιπτώσεις. Οποιοσδήποτε έξω από τον χορό τους θα μπορούσε να πιστέψει ότι το δισκογραφικό τρίπτυχο Worst Case Scenario, In A Bar Under the Sea και The Ideal Crash είναι υπεραρκετό για τη διαχρονική τους παρουσία στον μουσικό χάρτη, η πραγματικότητα ωστόσο είναι ότι δυο-τρεις καλοί δίσκοι δεν φέρνουν από μόνοι τους την άνοιξη της συναυλιακής αντοχής. Οι dEUS του Tom Barman και του Klaas Janzoons δεν έχουν φτάσει τυχαία να μετράνε 35 χρόνια ζωής και σε καμία περίπτωση δεν παρέμειναν επαναπαυμένοι στα μικρά έπη της πρώτης περιόδου τους. Με αξιοσέβαστη προσήλωση στον στόχο τους να παίζουν και να δημιουργούν μουσική ως dEUS κατάφεραν να περάσουν όλους τους σκοπέλους και τις παγίδες του χρόνου, να ξαναστήνουν την μπάντα στα πόδια της και συνέχισαν πάντοτε να ιδρώνουν την φανέλα, δισκογραφώντας σχεδόν πάντα με γνώμονα τη live συνθήκη.
Αυτή η κάτι παραπάνω από σταθερή live δύναμή τους ήταν ο μεγάλος πρωταγωνιστής της επιστροφής τους στην Αθήνα, την πρώτη ημέρα και Παρασκευή αυτού του Νοέμβρη, σε έναν σχεδόν φυσικό χώρο για αυτούς, στην πάντα φιλόξενη για κιθάρες σκηνή του Fuzz. Μετά από έναν opening act-δωράκι για τις μουσικές παλιοσειρές αυτής της πόλης, με τους «δικούς μας» ιστορικούς Yeah! να αποδεικνύουν, σε μια από τις καλύτερες και πιο ορεξάτες εμφανίσεις τους ever, ότι είναι έτοιμοι για μια δεύτερη «νεότητα» η παρέα από το Βέλγιο πήρε τη θέση της στη σκηνή πανέτοιμη να κερδίσει έναν προς έναν όποιον είχε κατηφορίσει προς το στενό του Ταύρου, ποντάροντας τον οβολό του βραδιού τους πάνω τους αντί σε μία από τις επίσης αξιόλογες συναυλιακές επιλογές που έπαιζαν την ίδια ημέρα κάπου στην πόλη.
Ο Tom Barman, με ριγέ παντελόνι που θα έκλεβε την παράσταση αν αυτή δινόταν από οποιοδήποτε άλλο συγκρότημα, βρέθηκε για μια ακόμη φορά σε εξαιρετική φόρμα και ξεκινώντας να πυροβολεί με το “How to Replace It”, από το τελευταίο τους περσινό, ομώνυμο album, ξεκίνησε να ξετυλίγει το κουβάρι, στην άκρη του οποίου μας περίμενε η διαπίστωση ότι ίσως οι dEUS να κρατάνε ρόλο αναντικατάστατο στις μικρές μας indie ιστορίες.
H πεποίθηση ότι τα πολύ καλά τραγούδια των dEUS ανήκουν κυρίως στο δισκογραφικό τους παρελθόν διαλύθηκε καθώς η live απόδοση των νέων τους κομματιών επιβεβαίωσε απόλυτα τη θέση τους για την επιλογή τους να γράφουν τραγούδια με γνώμονα ένα καλό live, χωρίς πολλές και βαριές εξαρτήσεις από τα «θαύματα» της σύγχρονης παραγωγής. Kόβοντας βόλτες κατά μήκος και πλάτος της δισκογραφίας τους, από το “The Architects” στο “Quatre Mains” κι από το “Fell of the Floor Man” στο “Sun Ra”, σε ένα setlist αντιπροσωπευτικό της ιστορίας αλλά και της τρέχουσας φάσης τους, οι dEUS έκαναν αυτό που φαίνεται να ξέρουν καλύτερα: να παίζουν live τη μουσική τους. Φυσικά η ένταση, η συγκίνηση και ο σύνδεσμός τους με το κοινό κορυφωνόταν στους σεσημασμένους ύμνους τους, στην φωτογραφία των early days του “W.C.S (First Draft)”, στο κορυφαίο “Instant Street” και στη διαχρονική πόρωση του “Suds and Soda” το οποίο μας φύλαγαν για κέρασμα στο τέλος του encore. Αλλά το live των dEUS δεν είναι μόνο τα hits είναι μια συνολική εμπειρία που μας θυμίζει πώς παίζεται το live παιχνίδι από εκείνες τις παλιές, «ορθόδοξες» μπάντες που μάλλον, κατά τα λεγόμενα και του ίδιου του Tom Barman, τείνουν να γίνουν είδος προς εξαφάνιση.
Οι dEUS όμως, ευτυχώς, δεν έχουν ακόμα τελειώσει με τη μουσική. Ούτε και η μουσική μαζί τους. Nothing Really Ends. Indeed.