Οι πόρτες στο θέατρο του Λυκαβηττού θα άνοιγαν στις 19.30, άνοιξαν στις 20.30, ο Bombino θα ήταν 20.15 στη σκηνή, μπήκα 20.45 και νομίζω είχε ξεκινήσει μόλις, ο Bombino για την ακρίβεια έπαιζε, ενώ έμπαινε ο κόσμος και ταχτοποιούνταν στις θέσεις του. Με λίγα λόγια μια φθινοπωρινή βροχούλα στην Αθήνα μπορεί να απορυθμίσει κάπως ακόμα και μια μεγάλη διοργάνωση.

Ευτυχώς η συνέχεια της βραδιάς μας αποζημίωσε και όλα αυτά πέρασαν γρήγορα στο μέρος του εγκεφάλου που θάβονται καλά ή σβήνουν για πάντα. Σαρωτικός Bombino με τον οικείο ethnic rock ήχο που αγαπάμε να ακούμε, με ένα φαν κλαμπ ζωηρό που συγκεντρώθηκε στο ημικύκλιο μπροστά στη σκηνή και ακολούθησε κάθε του νότα με χορευτικές φιγούρες. Ντραμς, δυνατές -καθόλου κραυγαλέες- κιθάρες και όμορφες χρωματιστές κελεμπίες άναψαν τα φώτα εκκίνησης και γέμισαν το θέατρο χρώμα και μουσική.

Μικρή διακοπή για αλλαγή στο στήσιμο και Tinariwen σύντομα στη σκηνή. Απλοί, καθηλωτικοί, πιο αυθεντικοί από καθετί άλλο αντίστοιχο που έχουμε παρακολουθήσει σε αυτή την πόλη, σε μια σκηνή μικρή, λιτή που σχεδόν αφαιρούσε κάτι από την ενέργειά τους, αλλά «έδενε» με τη φιλοσοφία τους που δεν αναζητεί σε κανένα σημείο την παραγωγή θεάματος.

Τραγούδια βασισμένα στην κιθάρα από την πιο νότια πόλη της Αλγερίας, το Tamanrasset, τραγουδισμένα στη γλώσσα των Τουαρέγκ, στα Tamasheq, ο Abdallah ag Alhousseini -ιδρυτής του σχήματος- με την άσπρη κελεμπία σε πιο κεντρικό ρόλο να οδηγεί το οκταμελές σχήμα που απαρτίζεται από τα σταθερά μέλη των Tinariwen και από μουσικούς που τους ακολουθούν στις διεθνείς τουρνέ τους- ορίζει με τους καρπούς των χεριών του και το κεφάλι του τον ρυθμό συγκρατώντας πού και πού το τουρμπάνι του και εκτελώντας μια σειρά από τελετουργικές κινήσεις.

Assalamu alaikum ακούγεται από τα μικρόφωνα συχνά και θέλουμε όλοι να φωνάξουμε alekum selam («και σε εσάς ειρήνη»), αλλά, επειδή δεν το έχουμε και πολύ, μένουμε σε ένα δυνατό χειροκρότημα.

Φώτα ζεστά – άλλοτε μωβ κι άλλοτε πορτοκαλί- στους τόνους της ερήμου, παραδοσιακές μπλε και πράσινες κελεμπίες, μαντήλες και η ζεστασιά στη φωνή των μουσικών φέρνουν άμεσο αντίκτυπο στο κοινό, μεγάλο μέρος του οποίου αφήνει τα υγρά καθίσματα και από νωρίς ακολουθεί τον συνδυασμό κιθάρες-τζέμπε είτε στα διαζώματα, είτε μπροστά από τη σκηνή.

Στα highlights της βραδιάς ο χορός της ασπροφορεμένης γυναίκας μπροστά από τη σκηνή που δανείζεται από κάποιον θεατή τη σημαία της Παλαιστίνης, την οποία και ανεμίζει στη σκηνή ξεσηκώνοντας το κοινό, το σύνθημα «Free Palestine» που ενώνει σε μία φωνή τον κατάμεστο Λυκαβηττό , η χειρονομία του Alhousseini που προσκαλεί τον κόσμο στη σκηνή, o τρόπος που οι 3-4 μουσικοί που στέκονται μπροστά τραγουδούν όχι μόνο με το στόμα, αλλά και με το σώμα και τα χέρια τους τις ιστορίες, ο Bombino με την κιθάρα του στη σκηνή δίπλα στους Tinariwen, ένα γαλλόφωνο σχεδόν ραπ τραγούδι, και βέβαια η ξεχωριστή επαφή των μουσικών με το κοινό.

Funky κινήσεις, επαναλαμβανόμενοι στίχοι που κάπου κάπου θυμίζουν ψαλμό, ο πρωτοποριακός ήχος τους assouf (νοσταλγία στα tamashek), ένας συνδυασμό παραδοσιακής δυτικοαφρικανικής και αραβικής μουσικής με μπλουζ, φολκ και ροκ επιρροές από τον Jimi Hendrix, Bob Dylan, Santana και την κάντρι, απαλό μπάσο που στηρίζει σημαντικά την μουσική των Tinariwen και ρυθμικό djembe που ανεβάζει την ενέργεια και φέρνει έναν αέρα party στο θέατρο του Λυκαβηττού.

“Welcome to the Sahara” θα ακουστεί κάπου στην μέση και στο σημείο αυτό ήδη το κοινό φαίνεται παρασυρμένο από τα υπνωτιστικά desert grooves. Desert blues το λένε κάποιοι, εγώ θα πω ότι γίναμε μάρτυρες ενός συνδυασμού της παραδοσιακής αφρικανικής μουσικής των Τουαρέγκ με επιρροές από blues και Americana. Σχεδόν ακούσαμε Bob Marley, Jimi Hendrix, James Brown, John Lee Hooker, Dire Straits με κιθάρες, μια δόση Maghrib από το Μαρόκο και την Αλγερία και γερμανική psych-rock, όπως αυτή των CAN.

Χορταστικό set list με γνωστά και αγαπημένα, όπως τα "Nànnuflày" και "Tiwayyen", νέα όπως το "Azawad", δείγματα από τον τελευταίο δίσκο τους, Ammatsouk, όπως το "Kek Aghalm", "Toumast Tincha" από το Emmaar, κλασικά κι αξέχαστα, όπως το "Cler Achel". Επιστροφή στη σκηνή μετά από ένα απολαυστικό σετ με το καθηλωτικό "Ittus" (Tarantino, αχ να υπήρχε στο Kill Bill)  και το συναρπαστικό "Sastanàqqàm" με μια κιθαριστική κλιμάκωση που έφτασε σε ένα ψυχεδελικό αυτοσχεδιασμό όπως ταιριάζει σε ένα καυτό φινάλε.

Η ροκ κολλεκτίβα που δυο τρεις φορές τον χρόνο αφήνει το Μάλι και την Αλγερία και ξεκινά τις rocknroll εμφανίσεις της στον κόσμο τραγουδά σε στίχους για μας εξωτικούς. Ενότητα, ελευθερία και επιστροφή στην πατρίδα σαν να τραγουδούν. Στίχους λαχτάρας για μια καλύτερη ζωήαπώλειαςχωρισμού και πίστης μπροστά στην απελπισία -κλασικά θέματα blues τραγουδιών – πλέκοντας ανάμεσα στις γραμμές της κιθάρας τον αφρικανικό ήχο.

Ένας Λυκαβηττός όρθιοι άνθρωποι λικνίστηκαν τουλάχιστον για μιάμιση ώρα με νωπά ρούχα στους ρυθμούς της ερήμου και ξέχασαν την ώρα, την μέρα, την εποχή.

Οι Tinariwen («Άνθρωποι της ερήμου» στη γλώσσα των Τουαρέγκ), αυτοί οι περιπλανώμενοι μπλουζίστες της Σαχάρας, όπως τους αποκαλούν, έχουν ένα χάρισμα μοναδικό. Να σε καθηλώνουν και να σε παρασύρουν με έναν μυσταγωγικό τρόπο στον κόσμο τους στον οποίο δεν καταλαβαίνεις τις λέξεις, αλλά αισθάνεσαι την προσευχή, την καταγγελία, την πίστη, τη νοσταλγία.

Μουσική που σε περικυκλώνει, σε περιβάλλει, σχεδόν σε κλείνει σε φάκελο και σε αγκαλιάζει ζεστά. Ψιθυρίζει τον αγώνα και υμνεί τη συλλογικότητα. Σε βάζει μέσα της, γίνεσαι μέρος της, σε κάνει ευτυχισμένο.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured