Τους Guns N’ Roses τους είδα πρώτη φορά το 1993 στο ΟΑΚΑ και πήρα στην εφηβεία μου ταχύρρυθμα μαθήματα κιθαριστικής μαεστρίας, φωνητικών ικανοτήτων και performance. Προφανώς και δεν περίμενα κάτι αντίστοιχο σήμερα, 30 χρόνια μετά, αλλά οι Guns N’ Roses δεν παύουν να αποτελούν ένα από τα μεγαλύτερα αμερικανικά συγκροτήματα που θα εμφανίζονταν σε ένα από τα μεγαλύτερα ελληνικά στάδια σε μία από τις μεγαλύτερες τουρνέ της καριέρας τους, λόγοι ικανοί για να με γυρίσουν από νησιά και να με φέρουν μεσοκαλόκαιρο στο ΟΑΚΑ κάτω από τον πιο αμείλικτο ήλιο των τελευταίων χρόνων.
Χωρίς καθυστερήσεις, νεανικές ιδιοτροπίες και πολλά ναρκωτικά οι Guns N’ Roses αποτελούν πλέον μια οικογένεια και μια μπάντα «σφιχτή», έμπειρη, οργανωμένη που δεν έχει στον νου της -μετά από την μεγάλη επανένωση το 2016- καμία αρπαχτή. Τρεις ώρες σκληρή δουλειά, χωρίς παύσεις και περιττά σχόλια ανάμεσα -μόνο 2-3 καλά λόγια για να μας δώσουν κουράγιο μέσα στον καύσωνα («you are some loud motherfuckers», «you look and sound great», «we thank you for being so patient») με χαμόγελο και καλή διάθεση, κάτω από τις πιο αντίξοες συνθήκες επιβεβαιώνουν του λόγου το αληθές.
Πριν βέβαια τους Guns N’ Roses, με μισή ώρα καθυστέρηση- λόγω ζέστης προφανώς- οι Νεοϋορκέζοι The Last Internationale κέρδισαν τις εντυπώσεις και γοήτευσαν το κοινό με την ενέργεια, το πάθος του και την πανκ ήχο τους. Η τραγουδίστριά τους, Delila, θύμιζε ηρωίδα της Marvel μέσα στην μαυροκόκκινη ολόσωμη φόρμα της και ξεσήκωσε το κοινό πιάνοντας κιθάρες, πλήκτρα και στίχους πολιτικούς . Μια ανεξάρτητη μπάντα χωρίς manager και δισκογραφική που κατάφερε ένα καλό ζέσταμα πριν τους Guns Ν’ Roses και χτύπησε κόκκινο με τον Edgey Pires να σκίζει τις χορδές της κιθάρας του και την σούπερ επικοινωνιακή Delila στο φινάλε του σετ να περνά τα διαχωριστικά κάγκελα και να τραγουδά ανάμεσα στο κοινό λίγο πριν επιδοθεί σε ένα εντυπωσιακό crowd surfing. Αν δεν τους γνωρίζετε, αναζητήστε τους.
Μετά το opening act των The Last Internationale είχε έρθει η ώρα που όλοι περίμεναν. Όλα ξεκίνησαν με το "It’s So Easy" και συνέχισαν με επιτυχίες κυρίως από το ντεμπούτο τους "Appetite for Destruction" - αυτό που θέλαμε άλλωστε όλοι- και το δίδυμο "Use Your Illusion", ενώ δεν έλειψαν και κομμάτια από τα "GN’R Lies", "The Spaghetti Incident?" και "Chinese Democracy», καθώς επίσης κάποιες διασκευές-φόρος τιμής στις επιρροές τους, τα singles "Hard Skool" και "Absurd" του 2022 και βέβαια τα απογειωτικά σόλο του Slash.
Στα ξεχωριστά της βραδιάς η ανταπόκριση του κοινού στο "Obsession", το πρώτο μεγάλο ξέσπασμα στο "Welcome to The Jungle", οι φανταστικές κιθάρες του Slash στο "Double Talkin’ Jive", το "Estranged" με τον Dizzy Reed στο πιάνο, το "Live and Let Die" των Wings που πάντα ξεσηκώνει - κι ας έμεινε λίγο από ανάσες εκεί ο Axl-, το «Down on the Farm» των punk βρετανών UK Subs, το φανταστικό "You Could Be Mine", το "TV Eye" των Stooges με τον απολαυστικό Duff McKagan στο μικρόφωνο (και τον Axl να τον επευφημεί σχολιάζοντας “You thought it was Tornando Turner, right?”), ο Slash με διπλή κιθάρα στο "Civil War", η αφιέρωση στην Ουκρανία και οι δεύτερες του Duff όπου λύγιζε η φωνή του Axl, η παρουσίαση των μελών και το χιουμοράκι του Axl ('What? That’s the Band") μέχρι τη στιγμή παρουσίασης του Slash και βέβαια η αποθέωση του τελευταίου, η κατάσταση στην αρένα τα πρώτα δευτερόλεπτα του "Sweet Child O’ Mine", o Axl όπως πάντα στο πιάνο για το "November Rain", το "Slither" από την post-Guns N’Roses μπάντα του Slash, τους Velvet Revolver, η διασκευή στο "Wichita Lineman" του Jimmy Webb, ο Slash στο "Knockin’ on Heaven’s Door" , η εισαγωγή στο "Nightrain" και η επισήμανση ότι αυτό αποτέλεσε μια από τις πρώτες τους προσπάθειες να γράψουν love songs, το "Patience", το κάλεσμα του Axl να ευχηθούμε έστω και 8 λεπτά πριν τα μεσάνυχτα χρόνια πολλά στον Slash, λίγο πριν ξεκινήσει το τέλος της βραδιάς με το "Paradise City" να ξεσηκώνει χιλιάδες κόσμου μετά από τρεις ώρες ορθοστασία και ιστορικά υψηλά επίπεδα θερμοκρασίας.
Setlist που ποιον να αφήσει παραπονεμένο, αφού περιελάμβανε κομμάτια που έχουν να ακουστούν ζωντανά δεκαετίες ολόκληρες (όπως τα «Bad Obsession» από το 1993, το "Pretty Tied Up" από το 1992, το "Anything Goes" από το 1988) και βέβαια όλα τα γνωστά και αγαπημένα. Στις παραλείψεις της βραδιάς, -μάλλον ξέχασαν, θα πω εγώ, δεν μπορεί να ήταν προσχεδιασμένο να μην το παίξουν- το "Don’t Cry", και ανάμεσα σε τόσα «σπάνια», γιατί όχι και τα δυο μου αγαπημένα "14 Years" και "Used to Love Her". Προσωπικά καθόμουν πολύ κοντά στη σκηνή με ένα μάτσο groupies που ήξεραν κάθε στίχο, κάθε κόμμα και τελεία, οπότε ελάχιστα αισθάνθηκα αυτή την αμηχανία και τη βαρεμάρα που περιγράφουν κάποιοι στα όχι και τόσο γνωστά. Γκρίνιες για τον ήχο ακούστηκαν κάμποσες, με κάποιους να τον συγκρίνουν με εκείνο των προηγούμενων ημερών και να επισημαίνουν ότι υστερούσε. Σίγουρα όσο πιο κοντά στη σκηνή, τόσο λιγότερα το αισθανόσουν.
Η φωνή του Axl δεν μπορεί να είναι η ίδια. Μια χορδή που την χρησιμοποιείς 50 χρόνια, είσαι τρελός, αν νομίζεις ότι μπορεί να έχει την ίδια απόδοση και από όσο γνωρίζω λίφτινγκ φωνητικών χορδών δεν υπάρχει. Σαφώς σε ένα live τριών ωρών και μάλιστα τόσο υψηλών ντεσιμπέλ και hard rock μουσικής, στο οποίο κάποιος χρησιμοποιεί όλο το εύρος των φωνητικών του χορδών, η κόπωση αρχίζει να ακούγεται μετά από δύο ώρες, σαφώς σε κάποια σημεία η φωνή κοβόταν ή φάλτσαρε και σε αυτό το σημείο πολύτιμες αρωγοί οι κιθάρες που έσωζαν την κατάσταση, αλλά προσωπικά καθόλου δεν ενοχλήθηκα και σε κανένα σημείο, πάρα μόνο με κάποιες άχαρες αυξομειώσεις στον ήχο σε φωνή και κιθάρες που ήταν καθαρά θέμα ηχοληψίας.
Φωνή σίγουρα πιο μουτζουρωμένη και μπορεί το falsetto του Axl να ακούγεται λίγο πιο τραχύ από ό,τι ακουγόταν πριν 35 χρόνια, αλλά ακόμα «χτυπάει» τις υψηλές νότες και τις συνοδεύει με τις ίδιες γοητευτικές κινήσεις που είχε περιγράψει καλύτερα από οποιονδήποτε άλλο ο John Jeremiah Sullivan το 2006 στο «The Final Comeback of Axl Rose»: «stalking, cartoonish pugnaciousness; snaky slide-foot dance; dammit just dropped a bowling ball on my foot spin-with-mic-stand dance; prance sideways with mic stand like an attacking staff-wielding ritual warrior between-verses dance».
Ίσως θα ήθελα μια καλύτερη κατανομή στο setlist σε ό,τι αφορά τα λιγότερα δημοφιλή και τα hits της μπάντας, καθώς επίσης και σε ό,τι αφορά το ύφος των κομματιών. Έπαιξαν στην αρχή τα πιο σκληρά ροκ και -σε κάποια σημεία- πιο μονότονα και άφησαν για την τελευταία ώρα τα πιο τρυφερά και τα δημοφιλή, όταν πραγματικά ο κόσμος είχε αρχίσει να εξαντλείται. Ίσως ένα καλύτερα μοίρασμα των πιο μελωδικών και hard rock κομματιών κι ένα καλύτερο «σκόρπισμα» των αγαπημένων του κοινού, θα γέμιζε το στάδιο με ακόμη μεγαλύτερη ενέργεια.
Ο Axl Rose είναι αναμφισβήτητα ένας από τους μεγαλύτερους performer και ακόμα και στα 61 του το αποδεικνύει. Δεν είναι πια ο γοητευτικός Axl με την κόκκινη μπαντάνα στο μέτωπο και το αλήτικο ύφος κωλόπαιδου που μπορεί να πηδήξει στο κοινό και να πλακώσει κάποιον στο ξύλο, επειδή βγάζει φωτογραφίες και μετά να συνεχίσει με τις ψηλές και χαμηλές του, τις μελωδίες και τις στριγκλιές σου κι εσύ να παραληρείς. Είναι ένας εξηντάρης έμπειρος μουσικός γεμάτος αυτοπεποίθηση και ευγένεια – μας γέμισε ευχαριστώ και υποκλίσεις στο τέλος κάθε κομματιού- και προσωπικά μιλώντας πάντα-καθόλου δεν με νοιάζουν τα κιλά, τα botox και τα ρεκτιφιέ-, τον βρίσκω γοητευτικό και μου αρκούν το λοξό βλέμμα του, τα εκφραστικά χέρια του που ακολουθούν τις λέξεις στους στίχους, τα διαπεραστικά μπλε μάτια του , οι γκριμάτσες του, το ωραίο στόμα του, οι χορευτικές κινήσεις που θυμίζουν τα νιάτα του. Αλώνιζε στη σκηνή σαν σε έκσταση κάνοντας γκριμάτσες που αποκάλυπταν τα ολόλευκα δόντια του, άλλοτε με τη βραχνή φωνή κι άλλοτε με το γνωστό γρύλισμα αφήνοντας χώρο και χρόνο σε όλους τους ιδιοφυείς μουσικούς-συνοδοιπόρους-συνιδρυτές της μπάντας του, απομακρυσμένος από εγωπάθειες και βεντετισμούς.
Μιλώντας για τον τεράστιο Slash, υποκλίνομαι. Είναι σίγουρα ένας κιθαρίστας -ιδιοφυία που τίποτα δεν τον σταματά, είναι ο άνθρωπος της καρδιάς μας, αυτός που επιβεβαιώνει καλύτερα από όλους το «God Is A Sound» που κάπου έπιασε το μάτι μας στη ζώνη της κιθάρας του, η απάντηση στο «κιθαρίστας ή ντράμερ», με μισή αφάνα πια λόγω ηλικίας, αλλά καλύτερα θα πω εγώ, γιατί έτσι ξεκλέψαμε ματιές και χαμόγελα, δεν ίδρωσε απλώς τη φανέλα του, την έλιωσε, καθηλωτικός σε κάθε στιγμή και ιδιαίτερα όταν ο cameraman ζούμαρε στα χέρια του δεν μπορούσε κανείς να μην αναγνωρίσει το τεράστιο ταλέντο αυτής της χαρακτηριστικής φιγούρας με το ψηλό καπέλο, το μαύρο γιλέκο και τα γυαλιά.
Στο μπάσο ο Duff McKagan, ίσως η πιο punk φιγούρα στην μπάντα και πολύτιμη βοήθεια στις δεύτερες φωνές μαζί με την 33χρονη Melissa Reese-το κορίτσι στην μπάντα με τα κρυσταλλάκια στα ρούχα και τις ξανθιές κοτσίδες- με τις πολύ ξεχωριστές επίσης δεύτερες και συνδρομή στα πλήκτρα, στην οποία ο σκηνοθέτης εσφαλμένα αφιέρωσε μόνο δυο τρία πλάνα, ο κιθαρίστας Richard Fortus που έπαιζε ακομπλεξάριστα απέναντι στις Les Paul κιθάρες του Slash και καθόλου δεν τα έχανε, ο ήρεμη δύναμη- κιμπορντίστας Dizzy Reed κι ο ντράμερ Frank Ferrer που πρόσθετε στα κομμάτια μια απρόσμενη funk και swing χροιά.
Τα visuals τα βρήκα περιττά -είμαι σίγουρη ότι κάποιοι δεν θα θυμούνται σήμερα ότι υπήρξαν- κι αν κάτι ίσως έφτιαξε ατμόσφαιρα ήταν η σημαία της Ουκρανίας, οι φωτιές και οι σκηνές πολέμου στο «Civil War», πολύ basic η ιδέα της καταιγίδας στο «November Rain», η εικόνα του Axl στο μαύρο Yamaha piano και τα κοντινά πλάνα ήταν αρκετή, ενώ στο «Paradise City» οι εικόνες γαλήνης και ενός πορτοκαλί ηλιοβασιλέματος, επίσης θα μπορούσαν να απουσιάζουν. Στόχοι, αεροπλάνα, cooper που συγκρούονταν, στρατιές ανθρώπων-ρομπότ (θα ταίριαζαν ίσως στους Kraftwerk), πουλιά πάνω από κεραίες και σύννεφα, νεκροκεφαλές, τρένα σε τροχιά και ψυχεδελικoύς σχηματισμούς δεν πρόσθεσαν κάτι που θα έλειπε, αν απουσίαζαν.
Ο Slash άλλαζε κιθάρες, ο Axl μπλούζες, εμείς διαθέσεις και θέσεις στο κοινό, τρεις ώρες που τα πόδια μας πονούσαν κι όμως θέλαμε κι άλλο, μια συναυλία «value for money», τίμια με τεράστιους μουσικούς που αν δεν είδες, ναι, έχασες, γιατί είναι από αυτά που θα θυμάσαι και πάντα θα διηγείσαι. Καμία ανησυχία, ωστόσο, γιατί από ό,τι φαίνεται οι Guns N’ Roses επέστρεψαν για να μείνουν και δεν μας αποχαιρέτησαν με «αντίο» αλλά με "see you soon".
Στα αξέχαστα της βραδιάς το sing along «Happy Birthday» στον μάγο-Slash , το πλήθος των εφήβων και μικρών παιδιών (κάποια με Barbie στα χέρια) που έσυραν γενναίοι γονείς μέσα στον καύσωνα ως εκεί αψηφώντας τον, για να τα μυήσουν στα Rock ‘n’ Roll γλέντια στα στάδια, οι λοξές ματιές του Axl, τα κοντινά πλάνα στα χέρια του Slash και το κατακόρυφο του - με το καπέλο του, ως διά μαγείας να παραμένει στη θέση του- στο τέλος της βραδιάς και βέβαια η αίσθηση ότι είδαμε τους Guns N’ Roses σαν μια οικογένεια στη σκηνή. Δεμένη κι αληθινή.
Θα κλείσω με μια αγγλική λέξη και να μου συγχωρεθεί, αλλά έτσι είναι σαν να ακούγεται καλύτερα το βάρος της:
Respect.
Guns N’ Roses setlist:
It’s So Easy
Bad Obsession
Chinese Democracy
Slither
Pretty Tied Up
Mr. Brownstone
Welcome to the Jungle
Double Talkin’ Jive
Hard Skool
Absurd
Estranged
Live and Let Die
Rocket Queen
Down on the Farm
You Could Be Mine
T.V. Eye
Anything Goes
Civil War
Slash Solo
Sweet Child o’ Mine
November Rain
Reckless Life
Wichita Lineman
Locomotive
Knockin’ on Heaven’s Door
Nightrain
Patience
Paradise City