«Δεν θα φτάσω ποτέ. Είναι Αθήνα ο Obama.»
«Έχω εγκλωβιστεί Θησείο, έχει Ανδρουλάκη στο Θησείο.»
«Δεξιά από τον ηχολήπτη, πέρνα πάρε με να πάμε κέντρο, μπροστά.»
«Αριστερή οθόνη.»
«Έχω πιάσει κάγκελο για M83.»
«Πάω για μπύρες, θέλει κανείς;»
«Βρήκα γνωστούς, πάμε λίγο από Νιάρχο, τα λέμε μετά.»
Δεδομένης της διαολεμένης κίνησης που είχε την Τετάρτη στο κέντρο της Αθήνας και της επιπρόσθετης «μανούρας» που έχει δημιουργήσει αυτές τις μέρες η ύπαρξη δεύτερης σκηνής στο φεστιβάλ, το ότι κάποια στιγμή μετά τα μεσάνυχτα καταφέραμε να βρισκόμαστε όλοι στο ίδιο σημείο και να χορεύουμε το Trentemøller remix του “What Else Is There?”, σαν να μην υπάρχει αύριο (όπου αύριο ξημέρωνε μια καθημερινή εργάσιμη), μου φαίνεται σαν ψέμα.
Το τριήμερο 20, 21 και 23 Ιουνίου, δοκιμάζουμε, μαζί με το Release Athens x SNF Nostos, ένα πείραμα: η Πλατεία Νερού και το ΚΠΙΣΝ γίνονται ένα, χάρη σε μια πεζογέφυρα που ξεκινά από τη θάλασσα, περνά από το κανάλι, ανεβαίνει στο πάρκο και καταλήγει στο Ξέφωτο. Αυτό δίνει μεν τη δυνατότητα στην αφίσα του φεστιβάλ να έχει περισσότερα ονόματα, αλλά αναγκαστικά δημιουργεί και δύο ξεχωριστές και απομακρυσμένες μεταξύ τους εστίες συνάντησης. Αυτό δεν είναι βέβαια προβληματικό για όποιον έχει αποφασίσει εκ των προτέρων να αράξει είτε στη μια σκηνή είτε στην άλλη για όλη τη βραδιά, αλλά για εκείνους που δεν τα πάνε καλά με την αντιμετώπιση διλημμάτων και πάσχουν από χρόνιο FOMO, προκύπτουν εκ των πραγμάτων κάποια θέματα διαχείρισης χρόνου και αντοχών. Σε κάθε περίπτωση (καθώς ήδη έχει ξεσπάσει γκρίνια ως προς αυτό στα social του Release) όταν έχεις πάνω από μία σκηνές είναι λογικό και επόμενο κάποιες συναυλίες να πραγματοποιούνται την ίδια στιγμή κι αυτό συμβαίνει σε όλα τα φεστιβάλ παγκοσμίως, στο Primavera θυμάμαι, όταν πρωταρχίσαμε να πηγαίνουμε, πριν από μια δεκαετία -και πριν λανσαριστεί το σχετικό smartphone app- στήναμε ολόκληρο αρχείο Excel (δεν κάνω πλάκα) έχοντας προαποφασίσει ποια σκηνή θα διαλέγαμε κάθε ώρα της ημέρας και τι θα θυσιάζαμε προκειμένου να βγει το πρόγραμμα.
Έτσι και το απόγευμα της Τετάρτης 21 Ιουνίου, τη ίδια στιγμή που στο Ξέφωτο του ΚΠΙΣΝ οι θεατές έστρωναν πανιά στα γρασίδια, όσο οι Αμερικανοί Groundation και οι Γάλλοι Dub Inc. έστηναν το reggae party τους, στην Πλατεία Νερού οι Mikro καλούσαν το κοινό να συγκεντρωθεί μπροστά από τη σκηνή και να χαθεί μαζί τους σε ένα νοσταλγικό, ηλεκτρονικό ταξίδι σε μία εποχή «που χορεύανε όλοι, δεν κοιμότανε ποτέ αυτή η πόλη», πρόσταγμα το οποίο ακολούθησαν όσοι λίγοι είχαν καταφέρει να φτάσουν στο φεστιβάλ πριν η εν λόγω πόλη και οι δρόμοι τους πνιγούν στην κίνηση.
Όταν η ώρα είχε πια προχωρήσει και στην Πλατεία Νερού κατέφτανε ολοένα και περισσότερος κόσμος, η σκυτάλη περνούσε στους «γερόλυκους» Orchestral Maneuvers In The Dark, για κάποιους «μακράν το highlight του line-up», για άλλους «έλα τώρα με τους βαρετούς Pet Shop Boys», φράσεις που ακούστηκαν από άτομα της ίδιας multi-culti και μεγάλου ηλικιακού εύρους παρέας δίπλα μου, ίδιον που είχε ως αποτέλεσμα την ώρα που ο Andy McCluskey έλεγε «This song came out in 1981!”, να προκύψει η συνομιλία «Α, τότε γεννήθηκα!» «Α, τότε εγώ ήμουν μείον 14!». Καθώς αυτό το αστειάκι τα λέει όλα, νομίζω, αυτό είναι κι εκείνο που θα συγκρατήσω από την (πάρα πολύ ορεξάτη και πάρα πολύ τίμια κατά τα άλλα) εμφάνιση των OMD στο Release, μαζί με την εικόνα των γύρω μου να χορεύουν το “Electricity” και το “Enola Gay”, ενώ ο ήλιος έδυε στα αριστερά μας και ο Anthony Gonzalez στα παρασκήνια ετοιμαζόταν να αναλάβει δράση.
Όσο λοιπόν στο Ξέφωτο η Tash Sultana, αυτό το πολυεργαλείο από την Αυστραλία επαναπροσδιόριζε τη λέξη multitasking στήνοντας ένα one-woman show και περνώντας αβίαστα από το ένα όργανο και από το ένα genre στο άλλο, τσαλακώνοντας την εικόνα της με κάθε έκφραση και γκριμάτσα καλλιτεχνικού πάθους και δημιουργικού μόχθου που μπορεί να δει κανείς σε ένα ανθρώπινο πρόσωπο, στην Πλατεία Νερού, την synth-pop nostalgia διαδέχθηκε ο γεμάτος ήχος των Μ83: η dream pop έμπλεξε με τον θόρυβο, η ονειρική ατμόσφαιρα αποκτούσε μυστηριώδεις διαστάσεις, τα κομμάτια του φετινού τους δίσκου (τα οποία όπως ήταν αναμενόμενο αποτελούσαν και το μεγαλύτερο μέρος του πρώτου μέρους του set) αποκτούσαν όγκο στις live εκτελέσεις τους, τα “Wait”, “Solitude”, “Sunny Boy”, “Teen Angst” ακούστηκαν back-to-back και φυσικά το ανεπανάληπτο “Midnight City”, ένα από τα πιο ευφορικά κομμάτια που έχουν γραφτεί ποτέ, γέννησε ένα στιγμιότυπο χαμογελαστού κοινού που χορεύει με τα χέρια ψηλά -“the city is my church”- που θα μείνει χαραγμένο στη μνήμη.
Μέρος του χαμογελαστού αυτού κοινού στη συνέχεια μάλλον βρέθηκε σε κάποια σύγχυση -αν κρίνω από τα σχόλια που διαβάζω σήμερα στα social- καθώς είχε σχηματίσει την λανθασμένη εντύπωση πως οι Röyksopp θα παρουσίαζαν όχι ένα DJ set, αλλά μια live συναυλία, με την Robyn ζωντανά στα φωνητικά (!), και περίτεχνα visuals στο background. Οι Röyksopp για όλη τους την περιοδεία το ίδιο show έχουν σχεδιάσει, κι είναι ένα show ταυτόχρονα «καγκούρικο», αν είστε φίλοι των στερεοτύπων, αλλά και “weird”, με έναν τρόπο ψευτοκουλτουριάρικο και σχεδόν ειρωνικό (αρχικά εμφανίζονται με περίεργα καπέλα, σκουφιά, κάπες, μάσκες, σαν καλτ αίρεση) γιατί αυτό που στήνουν στη συνέχεια δεν είναι παρά ένα απολύτως χορταστικό και άκρως χορευτικό club night, με όλα τους τα hits σε heavy-on-bass remixes, με diverse και πάναπλα ντυμένους χορευτές που ξεβιδώνονταν και ξεχαρβάλωναν τα κορμιά τους επί σκηνής (σαν αυτοσχέδια, σαν απροβάριστα), και μια tribal ενέργεια μεταδοτική: αν ξεκλείδωνες ήταν αδύνατον να μην περάσεις καλά. “The Girl and The Robot”, “Here She Comes Again”, “Monument”, “You Don’t Have a Clue”, “Running to the Sea”, “What Else Is There”, “Sordid Affair”, “Do it Again” ήταν όλα εκεί, κι ήταν όλοι δίπλα μου και χόρευαν πασαλειμένοι glitter κάτω από laser lights, προστατευμένοι μέσα σ’αυτή τη φούσκα όπου χωράνε όλοι, χωρίς διακρίσεις, κι όπου η μουσική τρυπώνει μέσα σου κι αναμοχλεύει τα σωθικά σου, όσο όλα σου τα προβλήματα μπαίνουν στο mute.
Η τρίτη και τελευταία μέρα του Release Athens x SNF Nostos έρχεται την Παρασκευή 23 Ιουνίου και είμαι εδώ για όλα τα «πάτε εσείς φλώροι στους Ladytron και χάστε την μπαντάρα τους Viagra Boys και τα «Interpol, αδιανόητο live, ποιοι Echo & the Bunnymen, χάσατε» που θα προκύψουν.
Κάτι τελευταίο:
«Ρε φίλε, τέλεια πέρασα αλλά ένα πράγμα δεν αντέχω με τους Σκανδιναβούς.»
«Τι;»
«Ότι στα κείμενα, κάθε φορά που θέλω να γράψω Röyksopp, πρέπει να τους γκουγκλάρω για να παίρνω σωστά το umlaut πάνω από το ο.»