Είναι μεγάλη χαρά να γράφεις για συναυλίες σαν αυτή των Ride (αλλά και των Sugar For The Pill) που έλαβαν χώρα την Παρασκευή 16 Δεκεμβρίου στο Gagarin 205. Κι αυτό γιατί ήταν όλα τόσο ωραία, που είναι αναλόγως ευχάριστο το να πρέπει να γράψεις μερικές αράδες για το event. Από την άλλη βέβαια, παράλληλα υπάρχει ο «φόβος» ότι οι λέξεις δεν θα μπορέσουν να αποδώσουν την ομορφιά αυτού που ζήσαμε όσοι τυχεροί (τελικά) βρεθήκαμε εκεί. Ας πιάσουμε, λοιπόν, το κουβάρι από την αρχή.
Οι σπουδαίοι Ride βρέθηκαν στα μέρη μας για να ερμηνεύσουν ολόκληρο το εμβληματικό ντεμπούτο άλμπουμ τους Nowhere. Το ιστορικό, μέσα σε όλα τα άλλα, συγκρότημα ήταν από μόνος του λόγος να θες να βρεθείς στο Gagarin 205, αλλά το concept της εκτέλεσης του Nowhere στην ολότητα του έδινε ένα επιπλέον κίνητρο. Το γεγονός ότι την βραδιά θα άνοιγαν οι «δικοί» μας Sugar for the Pill δε, ήταν λόγος να θες οπωσδήποτε να καταφτάσεις στον συναυλιακό χώρο από νωρίς.
Οι Αθηναίοι «shoegaze-άδες», λοιπόν, ανέβηκαν στην σκηνή γύρω στις 21:30 για να ερμηνεύσουν τραγούδια από το πανέμορφο ντεμπούτο δίσκο τους, το Wanderlust (Avopolis review). Οι Sugar for the Pill είναι ένα συγκρότημα που έχει δουλέψει πολύ και αυτό είναι προφανές πάνω στην σκηνή. Είναι μια σφιχτοδεμένη μπάντα, με μια frontwoman (Vana Rose) η οποία σφύζει από ενέργεια, ένα ρυθμικό μέρος (μπάσο-τύμπανα) στιβαρό αλλά και «παιχνδιάρικο» ταυτόχρονα και δυο κιθάρες που δίνουν τον indie τόνο με ιδανικό τρόπο. Η εμφάνιση των Sugar for the Pill, δίκαια, έγινε δέκτης θερμής υποδοχής από όσους βρίσκονταν ήδη στον χώρο και αποτέλεσε το τέλειο άνοιγμα για αυτό που θα επακολουθούσε. Δεδομένα ανανεώνουμε το ραντεβού μαζί τους σε κάποια μελλοντική τους ζωντανή εμφάνιση όπου θα έχουν και τον πρωταγωνιστικό ρόλο.
Μιλώντας για «πρωταγωνιστικούς ρόλους», λίγο μετά τις 22:30 στην σκηνή ανέβηκαν οι πράοι αλλά και τόσο επιβλητικοί Andy Bell, Mark Gardener, Loz Colbert και Steve Queralt, το κουαρτέτο των Ride δηλαδή, για να ακολουθήσει μια καταιγιστική εκτέλεση του "Seagull". Ειλικρινά ήταν τόσο εντυπωσιακό το «εναρκτήριο λάκτισμα» που στο πρώτο τραγούδι να έκλεινε το live θα σκεφτόμουν ότι άξιζε τον κόπο μόνο και μόνο για αυτή την στιγμή που βιώσαμε. Έλα όμως που η συνέχεια ήταν εξίσου εντυπωσιακή, γεμάτη τύμπανα και μπάσα που άλλοτε σε έκαναν να θες να πάλλεσαι στον ρυθμό κι άλλοτε να παραδίνεσαι στην ηρεμία, τίγκα στις κιθάρες τόσο «καθαρά βρώμικες», που ηχητικά ήταν εντυπωσιακό να ακούς όλες αυτές τις υπέροχες μελωδίες που κρύβονται πίσω από το shoegaze «ηχητικό τείχος».
Αλήθεια δεν έχει μεγάλη σημασία να αναφερθούμε σε τεχνικά μέρη, αν και ο ήχος ήταν άψογος και οι κιθαρισμοί του Andy Bell ήταν παραπάνω από εντυπωσιακοί, αφού συναισθηματικά ήταν τόσο γεμάτη η βραδιά που, τελικά, οι όποιες τεχνικές αναλύσεις πάνε περίπατο. Τι να πρωτοπείς για αυτό το συγκρότημα; Να γράψεις για τις εκτελέσεις που ήταν σκέτο κομψοτέχνημα; Να αναφερθείς στην ταπεινότητα και την ευγένεια που εξέπεμπαν πάνω στην σκηνή ενώ παράλληλα κατάφερναν να είναι τόσο επιβλητικοί; Να μιλήσεις για το πόσο ωραίοι άνθρωποι έδειχναν και το πόσο ανάλογα φέρονταν κάθε φορά που απευθύνονταν στο κοινό ενώ, ταυτόχρονα, ήταν οι απόλυτοι επαγγελματίες;
Εν κατακλείδι έπιασα τον εαυτό μου να σκέφτεται το live ολόκληρο το Σαββατοκύριακο που επακολούθησε, όχι τόσο στις επιμέρους στιγμές του κύριου σετ (Nowhere συν τρία ακόμα κομμάτια της ίδιας περιόδου) αλλά και του εντυπωσιακού encore (όπου τα "OX4", "Twisterella" και το αποχαιρετιστήριο "Leave Them All Behind" έλιωσαν καρδιές), όσο στην γενικότερη αίσθηση γλυκύτητας που μου άφησε. Και το σπουδαιότερο από όλα είναι ότι όλο αυτό το βίωσα χωρίς να νιώθω τον «εκβιασμό» της επίκλησης στο συναίσθημα της νοσταλγίας, ήταν κάτι που ζούσα στο εδώ και το τώρα σε όλο του το μεγαλείο.
Πραγματικά δεν ξέρω τι άλλο μπορείς να ζητήσεις από μια συναυλία. Α, μάλλον ξέρω: να επαναληφθεί σύντομα η επιστροφή των Ride προς Αθήνα μεριά!