Στις αρχές προς τα μέσα των '90s, κυριαρχούσε - σε πολλούς έφηβους που είχαμε ξεκινήσει να ασχολούμαστε με τον κιθαριστικό ήχο - η grunge «εποποιΐα». Όταν αυτό άρχισε να φθείρεται, εκεί στα μέσα της δεκαετίας και ειδικά μετά τον θάνατο του Cobain, αρχίσαμε να «ψαχνόμαστε» περισσότερο και με τον βρετανικό ήχο, ανακαλύπτοντας «διαμαντάκια».
Ανταλλάζαμε κασέτες που αντιγράφαμε από το ραδιόφωνο, βινύλια, CD... Κάπως έτσι περί το 1996–1997, μαζί με μπάντες που μεσουρανούσαν σε μαζικό επίπεδο τότε, όπως οι Pulp, οι Blur, οι OASIS , οι Suede κλπ, ξαφνικά εμφανίστηκε σε μία κασέτα το shoegaze. Μάλιστα. Και τι είναι το shoegaze ρε παιδιά; Κάτι τύποι, λέει, που όταν παίζουν live δεν επικοινωνούν με το κοινό τους και προτιμάνε να κοιτάνε το πάτωμα. Τώρα για καλό είναι αυτό;
Και ποιοι είναι οι βασικοί εκφραστές του είδους; Κάποιοι Ride, My Bloody Valentine... Για Slowdive ούτε λόγος στις εφηβικές συζητήσεις του τότε. Ούτε που τους είχαμε ξανακούσει.
Για να ακούσουμε λοιπόν αυτό το Nowhere. Πρώτη ακρόαση μάλλον αμήχανη -δεν πήγε καλά αυτό. Εγκατάλειψη. Υπάρχουν και οι Primal Scream και οι Massive Attack με τους Portishead για κάτι πιο σύγχρονο. Ας το αφήσουμε καλύτερα προς το παρόν.
1999. Αυτό το Nowhere πού το έχουμε θαμμένο; Μήπως να το ξανακούσουμε;
Ίσως από τις σημαντικότερες εμπειρίες μουσικής ακρόασης είναι όταν δίνεις δεύτερη και τρίτη ευκαιρία σε συγκεκριμένες μπάντες, σε συγκεκριμένα άλμπουμ.
Το Nowhere έγινε και παρέμεινε για πάνω από μία εικοσαετία, αισίως, ένα από τα πιο αγαπημένα κιθαριστικά άλμπουμ όλων των εποχών. Θέλεις γιατί πήραμε τα μαθήματα μας πριν ακούγοντας Stone Roses από την μία και Sonic Youth από την άλλη; Η καλύτερα Smiths και Cure και Joy Division; Μπορεί.
Το Nowhere κυκλοφόρησε στις 15 Οκτωβρίου 1990 στην περίφημη Creation. Μας πήρε 9 -10 χρόνια, σε μία περίοδο που οι Ride δεν υπήρχαν καν για να εθιστούμε στην μελωδικότητα, την ένταση, την ρυθμολογία και την έντονη συναισθηματικότητα τους. Και ποιός θα φανταζόταν ότι μετά από πολλά χρόνια, θα μαζευόμασταν μία παρέα 5 ανθρώπων, με αυτόν τον δίσκο ως ένα από τα βασικά της ερείσματα, για να γράψει μουσική. Είναι «μυστήρια» η ζωή.
Μαζί με το εξίσου υπέροχο Going Blank Again που κυκλοφόρησε το 1992, οι Ride έγραψαν μουσική ιστορία: τραγουδοποιϊα υψηλού επιπέδου, που δεν θυσιάζει τη μελωδία στο βωμό του feedback και του distortion.
Πέρα από το συγκλονιστικό “Seagull” που ανοίγει το album και ήδη καταλαβαίνεις με τι έχεις να κάνεις, τα υπόλοιπα κομμάτια που συμπληρώνουν το παζλ ηχούν καθηλωτικά. Το “Vapour Trail” δε, απογειώνει το όλο άλμπουμ στην κορυφή.
Ένας δίσκος που δεν είναι απλά shoegaze, είναι ένας μελωδικός, έντονα συναισθηματικός κιθαριστικός δίσκος που σημάδεψε την ενασχόληση μας με την μουσική γενικά. Έχει διαφορά. Δεν υπάρχει εδώ το «κάνω θόρυβο για να κάνω θόρυβο». Δεν το κάνω για «άποψη». Υπάρχει μουσικότητα...
Και σίγουρα οι Sugar For The Pill δεν θα υπήρχαν με αυτή την μορφή αν δεν υπήρχαν δίσκοι σαν και αυτόν. Πηγή έμπνευσης για να βελτιώνεσαι συνεχώς και να προσπαθείς να αποτυπώσεις σε μουσική και τα δικά σου συναισθήματα. Τι πιο όμορφο και αληθινό από αυτό.
Το κείμενο υπογράφει ο Στέφανος Μανούσης, μπασίστας των Sugar for the Pill. Θυμηθείτε εδώ την podcast συνέντευξη που έδωσαν τον Μάιο στην Τάνια Σκραπαλιώρη, με αφορμή την κυκλοφορία του εξαιρετικού ντεμπούτου άλμπουμ τους, Wanderlust.
Οι Ride, στο πλαίσιο της περιοδείας τους “Nowhere 30th Anniversary Tour”, ερμηνεύουν ζωντανά το ιστορικό ντεμπούτο τους, Nowhere, την Παρασκευή 16 Δεκεμβρίου στο Gagarin 205. Opening act οι Sugar For The Pill. Περισσότερες πληροφορίες στην ατζέντα του Avopolis.