“What are days for? To wake us up?
To put between the endless nights.
What are nights for?
To fall through time into another world.”
Laurie Anderson
Την Laurie Anderson δεν αρκεί να τη δεις μία φορά. Κάθε φορά που ολοκληρώνει μια performance αποφασίζεις ότι θες να την ξαναδείς. Το έχεις αποφασίσει ήδη, δηλαδή, κατά τη διάρκεια της παράστασης, αλλά, όταν αυτή κλείνει, το συνειδητοποιείς. Αυτή τη φορά υπήρχε ένας ακόμα ισχυρός λόγος για να βρίσκεσαι στο Ηρώδειο. Η συναυλία αυτή είναι η μοναδική της για το καλοκαίρι του 2022 και, αν και απέρριψε πλήθος προτάσεων, στο Ηρώδειο είπε ένα μεγάλο «ναι», γιατί, όπως επισήμανε η ίδια, «εκεί οι λέξεις ακούγονται διαφορετικά».
Την Κυριακή το βράδυ στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού δεν υπήρχε συνωστισμός. Στις 20.30 που συγκεντρωνόταν ο κόσμος μια ανακοίνωση των διοργανωτών για καθυστέρηση της παράστασης κατά ένα μισάωρο, καθώς η προβολή δεν μπορούσε να πραγματοποιηθεί πριν νυχτώσει, έκανε τον κόσμο να περιπλανηθεί για ακόμα λίγο στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου, να αποκτήσει μια ακόμα πιο ανάλαφρη διάθεση και να προετοιμαστεί για αυτή την ξεχωριστή συνάντηση.
Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ανακοινώθηκε από τους διοργανωτές ότι η μουσικός χρειαζόταν μισή ώρα για sound check, αφού η προγραμματισμένη δοκιμή την προηγούμενη μέρα δεν είχε πραγματοποιηθεί λόγω βροχής. Όποιος και να ήταν ο λόγος το μισάωρο που μεσολάβησε ήταν ό,τι χρειαζόταν για να πέσει το φως και να εμφανιστεί στη σκηνή η μοναδική Laurie Anderson.
Η Laurie Anderson εμφανίστηκε στη σκηνή με τον συνηθισμένο τρόπο της, συνοδευόμενη αυτή τη φορά από τον ξεχωριστό τσελίστα Rubin Kodheli. Με το αέρινο περπάτημα, το λευκό σακάκι, ένα τεράστιο χαμόγελο και μια μικρή κομψή κορμοστασιά που κατά περίεργο τρόπο γεμίζει τη σκηνή. Δίπλα στα στημένα stands και την κονσόλα που προοριζόταν για αυτούς υπήρχε μια εντυπωσιακή πολυθρόνα από την οποία λίγο αργότερα μας αφηγήθηκε με τρόπο γοητευτικό μια αρχαία κωμωδία.
Με τον ζεστό χαιρετισμό της δήλωσε ότι αισθάνεται πολύ όμορφα που βρίσκεται έξω από την Αμερική και ξεκίνησε με ένα μαγευτικό μουσικό παραλήρημα και την προβολή σκίτσων και φράσεων στις αρχαίες πέτρες του ωδείου. Τα πρώτα λεπτά της performance ξεκίνησαν χωρίς λόγια με την ένταση που προέκυπτε από το υπερ-όργανο που η σύζευξη του τσέλου και του ηλεκτρονικού βιολιού δημιουργούσε και μια μελωδία καθηλωτική που έφερνε μέσα της μια τεράστια θλίψη και ένα σχεδόν μοιρολόι για τα όσα συμβαίνουν στον κόσμο, τα οποία σύντομα θα μας παρουσίαζε με τις ποιητικές τις λέξεις και την προσωπική της διήγηση.
Ανακοίνωσε το όνομα του νέου της project της -The Art of Falling- και ξεκίνησε ο γνωστός ζωηρός βομβαρδισμός των λέξεων της Laurie Anderson. Το “The Art of Falling” αποτελεί το τελευταία σόλο project της καλλιτέχνιδας που απευθύνει ερωτήματα για έναν κόσμο που συνέχεια αλλάζει. Ηλεκτρονική μουσική, οπτικοακουστικό υλικό και ιστορίες για κάθε είδους πτώση, όπως χαρακτηριστικά ανέφερε και η ίδια: "Falling in love, falling asleep and falling in line".Και εδώ βρίσκεται για μένα προσωπικά το πρώτο μεγαλείο της στη σχέση της με τις λέξεις. Λέξεις χρωματισμένες με αρνητική χροιά σου υπενθυμίζει ότι μπορούν και να αποκτούν θετικό νόημα στην καθημερινότητα μας.
Η Laurie Anderson ξεκίνησε την αφήγηση των ιστοριών της αναφερόμενη στην υποβάθμιση του περιβάλλοντος με τα δάση να καίγονται τους πάγους να λιώνουν, για να περάσει στην πολιτική κατάσταση στην Αμερική και την19 δευτερολέπτων κραυγή της Yoko Ono στο Twitter το βράδυ που εξελέγη ο Donald Trump πρόεδρος της Αμερικής και την ησυχία στους δρόμους της Ν. Υόρκης την επόμενη μέρα. «Σκεφτείτε όλα αυτά που πηγαίνουν στραβά στον κόσμο ή στη δική σας ζωή και ουρλιάξτε για δέκα δευτερόλεπτα». Μια ομαδική κραυγή- ανακούφιση για όλους εμάς που επιτέλους εκφράσαμε τη θλίψη και την αγανάκτησή μας δημόσια, συνοδεία επιθετικών και σύνθετων ορχηστρικών πειραματισμών, ήταν μάλλον το καλύτερο ζέσταμα για την εκπληκτική σχεδόν δίωρη εμπειρία που θα ακολουθούσε.
Λίγο πριν από αυτό μας είχε εξηγήσει τι σημαίνει το «bardo» -σύμφωνα με τη θιβετιανή Βίβλο των Νεκρών πρόκειται για τις πρώτες 49 ημέρες των νεκρών που περιπλανώνται σε αυτό χωρίς να γνωρίζουν τι έχει συμβεί- για να περάσει στο κλάμα των γυναικών που πάντοτε είναι μια επιλογή που δεν έχουν οι άντρες, όταν τα πράγματα πάνε στραβά, να αναζητήσει απαντήσεις για τη φυσική καταστροφή στους ήρωες της – ανάμεσα στους οποίους ο Philip Glass και ο Γκάντι- και να δηλώσει τον θαυμασμό της για τα αστέρια, επειδή δεν μπορούμε να τα βλάψουμε, να τα λιώσουμε να τα πλημμυρίσουμε , να τα σβήσουμε παρά μόνο να προσπαθούμε να τα φτάσουμε.
Κάπου ανάμεσα σε αυτά και λίγο πριν το laptop της καταρρεύσει και καλέσει με απόλυτη γλυκύτητα και ηρεμία τον Jason -τεχνικό- στη σκηνή ακούστηκε η φωνή του νεκρού συζύγου της -και ήταν μια η υπέροχη στιγμή που ο Lou Reed ακούστηκε στο Ηρώδειο- να τραγουδά "Would you come to me if I was half drowning? An arm above the last wave. Would you come to me? Would you pull me up?", ενώ ο Kodheli και η Anderson έπλεκαν μια ονειρική ενορχήστρωση σαν χαλί γύρω από τη φωνή του.
Και οι ιστορίες συνεχίστηκαν ακριβώς όπως το είχε περιγράψει ο Iggy Pop: «πολυμεσική επίθεση από λούπες, κείμενα, φωνές και εικόνες». Μας περιέγραψε τη στιγμή δημιουργίας ενός πίνακα στο πανέμορφο νησί της Χαβάης, όπου χαβανέζες ανατείνουν τα χέρια τους να προσφέρουν καρύδες στους Ευρωπαίους που μόλις έφτασαν κι εκείνοι υψώνουν τα όπλα, μίλησε για την μουσική που υπάρχει χάρη σε αυτά που μετανιώνουμε, τα ολογράμματα, τις συναυλίες και τις περιοδείες νεκρών, τους ανθρώπους που θα παρακολουθήσουν την εξαφάνισή τους, όσα χάνουμε και συχνά μειώνουμε για να μην υποφέρουμε, για όσα έχασε η ίδια από το υπόγειο της -αρχεία, δίσκους, πολύτιμα αντικείμενα-κατά τη διάρκεια του κυκλώνα Sandy, ενώ με χιούμορ πρόσθεσε ότι τη θλίψη ακολούθησε η σκέψη ότι έτσι δεν είχε να καθαρίσει το υπόγειο.
Αναφέρθηκε σε πολλά πράγματα που μπορούμε να χάσουμε: φήμη, ευγένεια, φίλους στο Facebook, τη δημοκρατία. Δεν άργησε όμως να αντιστρέψει έντεχνα και αυτής της λέξης το νόημα αναφερόμενη σε πράγματα που είναι καλό να χάνεις, όπως την παιδική κοιλίτσα. Δεν θα μπορούσε σε αυτό το σημείο να μην αναφερθεί στη δική της μεγάλη απώλεια. Τον άντρα της τον Lou Reed, το πρόσωπο που καταλάβαινε την ενέργεια περισσότερο από κάθε άλλον που γνωρίζει, όπως επισήμανε.
Ο Lou Reed τα τελευταία χρόνια της ζωής του υπήρξε δάσκαλος tai chi, πρόσθεσε η Anderson κι εδώ ακριβώς η μουσική άλλαξε σε κάτι που θύμιζε απολαυστική ορχήστρα εγχόρδων που θα μπορούσε να είναι σαμπλαρισμένοι ήχοι από κινέζικο σαντούρι και ιαπωνικό κότο. Η Anderson στάθηκε στο κέντρο της σκηνής για να μας παρουσιάσει μερικές από τις αιθέριες κινήσεις tai chi με τα παραμυθένια ονόματα. Τόνισε βέβαια δύο φορές ότι πρόκειται για πολεμική τέχνη και μια κίνηση που μπορεί να ονομάζεται «White crane opens his wigs» δεν πρέπει να μας ξεγελά, γιατί μπορεί στην πραγματικότητα να συνδέεται με αποκεφαλισμό. Για μένα αυτή η στιγμή ήταν η κορύφωση του έρωτα. Μια γυναίκα εννιά χρόνια χήρα που εκτελεί με αφοσίωση και εντυπωσιακή ακρίβεια αυτό που ο άντρας της αγαπούσε να κάνει τα τελευταία χρόνια της ζωής του. Όλη η εμπειρία, η σοφία και ο έρωτας που δεν φεύγει, όταν φεύγουν οι άνθρωποι, γέμισε τη σκηνή του Ωδείου σε αυτή την μοναδική γεμάτη φροντίδα εκτέλεση λαβών tai chi.
Δίπλα στις ιστορίες της το keyboard, ο γνωστός φωνοκωδικοποιητής και το μοναδικό τσέλο του Rubin Kodheli. Σχεδόν δύο ώρες μουσική και ιστορίες, αυτοσχεδιασμός και μοναδικά σόλο, μείξη λόγου και πολυμέσων επί σκηνής, καταγγελία, ποίηση, υποβλητικά drones, λούπες και μινιμαλιστική μουσική δωματίου στα πόδια της Ακρόπολης.
Και βέβαια δεν υπήρχε πιο ιδανικός τόπος για να διηγηθεί με τον δικό της ξεχωριστό τρόπο την υπόθεση των Ορνίθων του Αριστοφάνη -κάτω από το μαγευτικά συγχρονισμένο κρώξιμο των γκιώνηδων και των κουκουβάγιων που πετούσαν πάνω από το Ηρώδειο- αφήνοντας να εννοηθούν όλες οι ομοιότητες με τη σύγχρονη πολιτική πραγματικότητα στη χώρα της. Τη στιγμή που η μουσική θύμιζε avant-garde opera του Robert Ashley προβαλλόταν μια λίστα με τα εξαφανισμένα είδη πουλιών και η αφήγηση της -αλά Joan Didion- εστίαζε στην πιθανή εξαφάνιση των ανθρώπων. Όλα αυτά συνέβησαν, αφού εξέφρασε τον θαυμασμό της και την αγάπη της για την τεχνολογία και αυτή την «πρόδωσε» επί σκηνής – κάποιο πρόβλημα παρουσιάστηκε στο laptop της - αλλά με απόλυτη φυσικότητα η Anderson ψιθύρισε στο μικρόφωνο “Let’s go manual” και κάθισε στην αναπαυτική πολυθρόνα από όπου ξεκίνησε η αφήγηση της γεμάτης αλληγορική δύναμη ιδέας του Πισθέταιρου.
Κατάφερε μέχρι και να παρασύρει το κοινό σε μια ξεχωριστή εμπειρία υπνωτισμού με προορισμό την απόλυτη συνειδητότητα, καλώντας το να ταξιδέψει στο κέντρο του εγκεφάλου του ή να νιώσει την ομοιότητα μέσα στη θερμοκρασία του χώρου και του δέρματος του μέσα από οδηγίες“I say ONE”,“When I count to three, the temperature of your skin will match the temperature of the room”,ενώ η μουσική δυνάμωνε σε ένταση και πυκνότητα για να μας επαναφέρει στην πραγματικότητα χωρίς να καταλάβουμε σχολιάζοντας τα ψεύτικα χαμόγελα της Jackie Kennedy.
Η παράσταση έκλεισε έντεχνα με το εκφραστικό μέσο του κύκλου και την ανάγνωση ενός ακόμα αποσπάσματος από τη θιβετιανή Βίβλο των νεκρών -αναμφίβολα και από το άλμπουμ της «Songs From The Bardo»-, για να μας θυμίσει για ακόμα μια φορά τους νεκρούς της πανδημίας και της Ουκρανίας. Το “bardo” είναι το μέρος μετά τον θάνατο όπου η συνείδησή μας ταξιδεύει εκεί που βιώνουμε την αλλαγή στην κατάσταση της ενέργειας και η μουσική της Anderson και του Kodheli είναι αυτή που μας ταξίδεψε εκεί και μπορέσαμε να αισθανθούμε κάτι από τη δύναμη, το μεγαλείο και την απεραντοσύνη αυτού του «τόπου».
Σε όλη τη διάρκεια της παράστασης ο Kodheli στεκόταν δίπλα της μεγαλειώδης και μετριοπαθής. Η Laurie Anderson ξέρει να λέει ιστορίες, να στήνει παραστάσεις, είναι ποιήτρια, φιλόσοφος, θα μπορούσε να είναι δασκάλα διαλογισμού, δασκάλα σχολείου με αυτή την εκπληκτική μεταδοτικότητα, υπνοθεραπεύτρια, μάγισσα ψυχή και αν ήμασταν αρκετά έξυπνοι και αυτή όχι τόσο, σπουδαία πολιτικός. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο κόσμος μας χρειάζεται περισσότερη Laurie Anderson.
Η Laurie Anderson νιώθεις ότι μιλάει σε εσένα προσωπικά, ότι χτίζει μια παράσταση ακριβώς για το κοινό που έχει μπροστά της. Ότι δίπλα στην άρτια τεχνική της στέκεται αναπόφευκτα ένα εντυπωσιακό συναίσθημα. Το Art of Falling είναι μια old school performance που μόνο η Laurie Anderson θα μπορούσε να οργανώσει πλέον τόσο επιδραστικά. Δεν ξέρω αν είναι η ηλικία, η εμπειρία του να χάνεις τον μεγάλο σου έρωτα-σύντροφο και συνομιλητή επί 21 χρόνια-, τα 50 χρόνια εμπειρία, αλλά η Laurie Anderson είναι πιο άρτια από ποτέ. Μαρτυρά το παρελθόν από όπου ξεκίνησαν όλα κατά τις δεκαετίες του ‘70 και του ‘80 με την Pauline Oliveros, τον Philip Glass, τον Andy Kaufman, την Yoko Ono, τον Andy Warhol, τον Allen Ginsberg. Μιλά για τα αστέρια, την μνήμη, τον James Brown, την τεχνητή νοημοσύνη κι ο λόγος της έχει ρυθμό, σαν ποιήτρια της γενιάς των beat που ταυτόχρονα διδάσκει κι ό,τι και να λέει έχει δαιμονισμένο ενδιαφέρον και σε βάζει σε σκέψεις για την πατριαρχία, τον γάμο σου, την ανθρώπινη ηλιθιότητα, τα πουλιά, την Χαβάη, τους βολβούς των ματιών σου, την κλιματική αλλαγή.
Όση ώρα παρακολουθούσα την παράσταση σκεφτόμουν πώς θα ήταν να έχεις μια τέτοια γιαγιά που σου διηγείται ιστορίες με αυτόν τον τρόπο, το κεφάλι μου αισθανόμουν να κινείται αριστερά δεξιά ακόμα κι όταν πρόφερε λέξεις χωρίς μουσική. Μετά από μια παράσταση της Laurie Anderson φεύγεις σίγουρα πλούσιος. Όχι γιατί έχεις μάθει το bardo, το εβραϊκό άλεφ ή την υπόθεση από ένα έργο του Αριστοφάνη , αλλά γιατί έχεις μάθει να σκέφτεσαι, να ηρεμείς, να στρέφεις το βλέμμα προ τα μέσα, προς τα έξω και συνειδητοποιείς ότι οι λέξεις είναι μαγικές και η σοφία βρίσκεται σε μια κομψή απλότητα.
Ευχαριστούμε κυρία Laurie Anderson.