Το Σάββατο που μας πέρασε αποδείχθηκε από τα πιο δυναμικά του τελευταίου χρονικού διαστήματος. Καθοριστικής σημασίας, ήταν για μια ακόμη χρονιά το Athens Pride, που εκτυλίχτηκε μέσα σε ένα γιορτινό κλίμα χρωμάτων, εκδηλώσεων και dance anthems, εξυμνώντας την #ΑνευΌρων συμπερίληψη, σεξουαλική έκφραση κι αγάπη, υπενθυμίζοντάς μας το αυτονόητο δικαίωμα στην προσωπική επιλογή κι ελευθερία. Όσοι βρέθηκαν εκεί, αλλά κι όσοι πήγαν κι έπειτα επέλεξαν να περάσουν μια βόλτα από την Πλατεία Νερού, έγιναν μέρος ενός συνεχόμενου, ξέφρενου πάρτι.
Aπό νωρίς το απόγευμα, ο κόσμος συγκεντρωνόταν δειλά δειλά κάτω από το stage, και παρόλο που ακόμα ο ήλιος έκαιγε, υποδεχθήκαμε τον El Siciliano, λίγο μετά τις έξι, που αν ενώπιον σχετικά μικρού κοινού, παραχώρησε ένα απολαυστικό DJ set, που απαρτίστηκε από remix γνωστών κομματιών και χορευτικών επιτυχιών, όπως τα “I Will Survive”, “The Wall” και “Billy Jean”, ενώ σιγά σιγά οι πρωτοστάτες του χορού άρχισαν να συναθροίζονται, αγνοώντας τη ζέστη. Μας έλειψε, λιγάκι η πρωτοτυπία του περιεχομένου σε αυτήν την πρώτη εμφάνιση, ωστόσο ως opening act, ταίριαξε απόλυτα με το ύφος και τη θεματική της βραδιάς.
Η ώρα περνούσε, κι ο Kevin de Vries, εμφανίστηκε στη σκηνή πιο ζωντανός από ποτέ. Αν και στην αρχή υπήρξε κάπως διστακτικός, αμέσως μετά την ένθερμη υποδοχή των θεατών, οι οποίοι ακούγοντας τις πρώτες δυναμικές και μπόσικες hybrid techno μελωδίες του, άρχισαν να συγκεντρώνονται μπροστά του χορεύοντας, αναθάρρησε και διαμόρφωσε τον δικό του συναυλιακό παλμό, προβάλλοντας την electronica ταυτότητά του, μέσα από μια διαδραστική εμπειρία με sci-fi visuals να παρεισφρέουν στο background. O Bερολινέζος, αρκετά ευδιάθετος και παράλληλα συντονισμένος και συγκεντρωμένος πίσω απ’ την κονσόλα και τον εξοπλισμό του, μας μύησε στο δικό του σύμπαν, με μαεστρία, αφού η παραγωγή των ηχητικών πολυρυθμιών του, συvέβαινε σαν μια μηχανική και γνώριμη διαδικασία, ενώ ο κόσμος όσο ο χρόνος κυλούσε, επιδιδόταν σε ένα συνεχή χορό, σε διάσπαρτες ομάδες, με κλειστά τα μάτια.
Η ατμόσφαιρα είχε θερμανθεί για τα καλά κι ο Kevin De Vries, παρέδωσε τα ακουστικά, στο φοβερό duo των Artbat, οι οποίοι με το που πάτησαν το πόδι τους επί σκηνής, δέχθηκαν ένα μαζικό χειροκρότημα. Ακούσαμε ένα πολυεπίπεδο remix του “Keep Control” του Sono, που σηματοδότησε το καλωσόρισμα στην δική τους πραγματικότητα. Παραμένοντας απτόητοι, παρέδωσαν «μαθήματα» προσηλυτισμού στην έκσταση και στην πολυπλοκότητα της ηλεκτρονικής μουσικής, ενώ εμείς γεμίζαμε τα πνευμόνια μας με αέρα, για να συνεχίσουμε να κουνιόμαστε και να τραγουδάμε. Με άρτιες και άκρως ταξιδιάρικες μίξεις, από Charlotte De Witte, Röyksopp και Faithless, είχαν ήδη καταφέρει να ξεσηκώσουν τους θεατές απ’ το πρώτο κιόλας μισάωρο, καλλιεργώντας ένα κλίμα, αντάξιο ενός διεθνούς ηλεκτρονικού φεστιβάλ. Highlights της εμφάνισής τους το hit τους “Return To Oz” που συνοδεύτηκε από ατέλειωτο λίκνισμα, καθώς και η στιγμή που ακούσαμε τον Yanni Philippaki των Foals, να τραγούδα, σε μια αινιγματική σύνθεση του “Hypercolor” μαζί με CamelPhat. Το καλύτερο, το άφησαν για το τέλος, παραδίδοντάς μας μια άρτια κι εξαιρετική εκδοχή του “Best Of Me”, επιβεβαιώνοντας την φήμη τους και τιμώντας την ηχητική τους ταυτότητα.
Η δεξιοτεχνία κι η τεχνική κατάρτιση του ντουέτου από την Ουκρανία, λειτούργησε ως προθάλαμος, της αντίστοιχης επιδεξιότητας του Parov Stelar και της μπάντας του, που μετέτρεψαν «χλιαρές» κι ευχάριστες swing pop YouTube μελωδίες, σε εντυπωσιακές live παραστάσεις, με τη συνοδεία μιας πανδαισίας μουσικών οργάνων, από σαξόφωνο μέχρι τρομπόνι, ο συγκερασμός των οποίων συγκρότησε μια μοναδική ατμόσφαιρα. Η Elena Karafizi και ο Lee Anduze τράβηξαν όλα τα βλέμματα πάνω τους, παραχωρώντας ένα ξεχωριστό performance με άπλετο επαγγελματισμό κι αστείρευτη ενέργεια, ενώ ο Parov Stelar, σε ρόλο συνθέτη της μπάντας, έδινε στην αρχή κάθε κομματιού, το σύνθημα για να ξεκινήσει ένα πρωτόγνωρο χορευτικό musical, με τον κόσμο να λαμβάνει πρωταγωνιστική θέση. Η ικανότητα τους να στήσουν τόσο απροσδόκητα κι αυθόρμητα ένα ευφορικό κλίμα, ξέφρενου χορού και κουνήματος, αιτιολόγησε απόλυτα όλα τα αναπάντητα "γιατί θα άξιζε" να τους απολαύσεις σε μια ζωντανή εμφάνιση.
Ο Parov Stelar, έχει δηλώσει άλλωστε, σε πρόσφατη συνέντευξή του, πως η διεθνής καριέρα του ξεκίνησε από την Ελλάδα. Παρατηρώντας τη σχέση που ο ίδιος έχει αναπτύξει με το ελληνικό κοινό, κατανοήσαμε πλήρως τι εννοούσε με αυτή του τη δήλωση. Ο δεσμός του καλλιτέχνη με τον κόσμο, αποτελεί απ’ τα πιο βασικά συστατικά μιας επιτυχημένης συναυλίας. Κι εκείνος επέδειξε ουσιαστικά πόσο πολύ έχει επενδύσει σε αυτό, κι ο κόσμος φυσικά τον αντάμειψε με χαμόγελα, διηνεκή χορευτικό ρυθμό κι ευφημισμούς. Δε νιώσαμε να μας λείπει τίποτα απολύτως από αυτή την εμφάνιση. Η αρχή έγινε με το “Venom”, από τη νέα δισκογραφική δουλειά του “Moonlight Love Affair”, ενώ ιδιαίτερη θέση είχαν αγαπημένα κομμάτια όπως τα “Βοοty Swing” και “All Night” σε φοβερές live εκτελέσεις. Το encore, λειτούργησε σαν ένα λυτρωτικό φάρμακο ψυχικής εκτόνωσης, αφού ακούσαμε μια αποκλειστική ακουστική version του “The Sun”, την οποία οι ίδιοι μας αποκάλυψαν πως ετοίμασαν ειδικά για εμάς. Κορυφαία "παραλειπόμενη" στιγμή της βραδιάς, όταν ο τρομπετίστας Marc Osterer μας αποκάλυψε πόσο πολύ αγχώθηκε μη χάσει την πτήση για Ελλάδα, αφού λίγες ημέρες πριν είχε ένα ατύχημα στο πόδι του με το αλεξίπτωτο, γεγονός που δεν του επέτρεψε να οργώσει τη σκηνή όπως οι συμπαίχτες του κι έτσι τον βρήκαμε καθήμενο σε ένα σκαμπό, παρόλα αυτά όμως γλυκύτατο κι ενεργητικότατο.
Στον απόηχο της τρίτης ημέρας διεξαγωγής του Release Athens, κρατήσαμε το γεγονός πως ο Parov Stelar είναι μια κατηγορία μόνος του και δικαιολογημένα έχει κατακτήσει τον τίτλο του “πατέρα της electro swing”. Aλλά, αναγνωρίσαμε ακόμη την τρομερή και πολυδιάστατη γοητεία της ηλεκτρονικής μουσικής, η οποία όταν παρουσιάζεται από καταρτισμένους καλλιτέχνες του είδους, με τις τόσο μελετημένες παραλλαγές της, αγγίζει το ζενίθ της.