«Ήταν κάποτε ένας Βρετανός στο Ηρώδειο…». Τρία χρόνια μετά το τελευταίο του πέρασμα στο ίδιο μέρος, κάτω από τις ίδιες αψίδες και το ίδιο θαύμα του αρχαίου κόσμου, ο Sting επέστρεψε  για να εξαργυρώσει για μία ακόμα ή για να ακριβολογήσουμε για δύο ακόμα βραδιές, τη διαχρονική αγάπη του ελληνικού κοινού στα τραγούδια του.

Τραγούδια αρκετά από τα οποία, βέβαια, είναι τραγούδια των Police, αλλά οι Police είναι ο Sting, ή μήπως όχι; Όποια και αν είναι η απάντηση στο αιώνιο δίλημμα “τι απομένει από μια μπάντα αν αποκολλήσεις από αυτήν τον εμβληματικό ιθύνοντα νου της”, το ταλέντο του Sting είναι τόσο άρρηκτα συνδεδεμένο με τον εξέχοντα ρόλο που διαδραμάτισε το συγκρότημα στο μεταίχμιο της πρώτης θατσερικής περιόδου και στο σταυροδρόμι της punk και new wave κουλτούρας με τα νέα ήθη με τα οποία ξημέρωνε η δεκαετία του ’80 που σίγουρα τον κατατάσσουν χωρίς πολλά – πολλά  στην κατηγορία του frontman που εσωκλείει την ιστορία μιας ιστορικής αλλά -καλώς ή κακώς- προσωποπαγούς μπάντας.

sting_002

Η βραδιά είχε όλα όσα χρειάζεται να φέρει μια “μεγάλη συναυλία” που σέβεται τον εαυτό της: εξαιρετικό ήχο, υπέροχους μουσικούς, χορταστικό setlist, και ένα πραγματικά μεγάλο όνομα να δικαιολογεί -έστω και μοιραία κάπως διεκπεραιωτικά σε στιγμές- την αίγλη της δημοφιλίας του. Πολλά μπορεί να καταλογίσει ο μέσος μουσικός σκεπτικιστής στον Sting: ακκισμό στη μαζική αποδοχή, κακώς εννοούμενη εμπορικότητα, ασταθείς και αμφιλεγόμενους πειραματισμούς κατά τη διάρκεια της καριέρας του, γλυκαναλατισμούς, κ.ο.κ. Αυτό για το οποίο ωστόσο κανείς δεν μπορεί να τον κατηγορήσει, είναι εφησυχασμός, σε ό, τι αφορά την ποιότητα του παραγόμενου αποτελέσματος, αφού όσο και να αρέσει ή να μην αρέσει σε κάποιον ο Sting, η τεχνική αρτιότητα και το καλλιτεχνικό αποτύπωμα των περισσότερων solo albums του -ιδίως την «δύσκολη» για τους καλλιτέχνες της γενιάς του δεκαετία του 2000- αν μη τι άλλο κλείνουν τα στόματα και των μεγαλύτερων επικριτών του.

Με την άνεση, λοιπόν, που του προσφέρει το οπλοστάσιο μιας τέτοιας καριέρας ο Sting έκανε έναν απολαυστικό  περίπατο μεταξύ της πλούσιας δισκογραφίας του, δρέποντας τις αλλεπάλληλες ενθουσιώδεις αντιδράσεις του κοινού, που είχε έρθει αποφασισμένο για ένα άδολο ταξίδι στην ξενοιασιά της νιότης του. Οι μεγάλες επιτυχίες των Police (“Message in a Bottle”, “Wrapped Around Your Finger”, “Walking on the Moon”) μπλέκονταν με τα ορόσημα της πρώιμης solo εποχής του Sting (“Englishman in New York”, “If You Love Somebody Set Them Free”) και τα καινούρια τραγούδια από το επερχόμενο album του Bridge έδιναν με χάρη τη σκυτάλη σε μερικές από τις πιο συναισθηματικές και προσωπικές στιγμές της δισκογραφίας του (“Fields of Gold”, “Shape of My Heart”), που ήταν και από τις πιο δυνατές στιγμές της βραδιάς.

sting_005

Από το "άνοιγμα" της συναυλίας από τον γιο του Sting, Joe Sumner, που με ολόγιομη φωνή έδωσε με τον δικό του τρόπο ένα αξιοσημείωτο "παρών" στην οικογενειακή καλλιτεχνική παράδοση, μέχρι το συγκινητικά νοσταλγικό sing a long του ακροτελεύτιου “Every Breath You Take”, η επιστροφή του Sting στο Ηρώδειο, ήταν αυτό που έπρεπε να είναι: αρχοντική, επαγγελματική και αντάξια ενός από τους μεγαλύτερους εν ζωή pop-rock σταρ.

 Όπως έχει και ο ίδιος δηλώσει στο παρελθόν, «Μια από τις μεγαλύτερες ανταμοιβές της επιτυχίας είναι η ελευθερία» και ο Sting είναι πια ελεύθερος να απολαμβάνει εύρος των αποδεκτών εκείνου του μηνύματος στο μπουκάλι που έριξε το 1979 στα βρετανικά νερά για να ταξιδέψει σε ολόκληρο τον κόσμο. Αυτό είναι που βγήκε προς τα έξω (και) στις φετινές συναυλίες του στο Ηρώδειο και αυτό είναι που τις έκανε εν πολλοίς άχαστες για οποιονδήποτε σέβεται στοιχειωδώς τη σύγχρονη μουσική ιστορία.

 

 

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured