Για πολύ λίγους η εμφάνιση του Of Τhe Wand Αnd Τhe Moon το βράδυ της Πέμπτης στο Temple, σε μια βραδιά με καλά σημεία, αλλά και μερικές αστοχίες, από εκείνες που παίρνεις μαζί σου φεύγοντας από ένα live.

Οι αστοχίες δυστυχώς ξεκίνησαν από τα «αποδυτήρια», αφού μέχρι τις 21:30 η πόρτα του Temple έμεινε ερμητικά κλειστή, με τον κόσμο να περιμένει κάτω από το υπόστεγο από τις 20:30, επίσημη ώρα του καθιερωμένου «doors open». Δυστυχώς φαινόμενα σαν αυτό δεν είναι καινούρια· μιλάμε για ακόμη μία περίπτωση όπου ούτε τηρείται το χρονοδιάγραμμα, ούτε και υπάρχει κάποια πρόβλεψη για τους περιορισμούς τους οποίους μπορεί να φέρει η καθημερινή σε κάποιον/α που θέλει να απολαύσει ένα live. Αλλά με το soundcheck να γίνεται μέχρι και τις 21:15, φαντάζεται κανείς πως πολλά μπορεί πράγματι να πήγαν στραβά στην πορεία.

32WndMn_2.jpg

Στις 22:00 εμφανίστηκαν οι Manos Six & The Muddy Devil, οι οποίοι ισοφάρισαν με ένα 40λεπτο set κομματιών από τον πρώτο δίσκο που ετοιμάζουν –αναμένεται να κυκλοφορήσει το καλοκαίρι. Με τα πρόσωπά τους φανερά αυτήν τη φορά, ο Manos Six και ο Muddy Devil (Στάμος Αμπάτης), το ακουστικό ντουέτο με τις «suicidal American horror ballads», μύησε τους λίγους μεν, θερμούς δε παρευρισκόμενους σε ένα σκοτεινό σκηνικό, με το μπάντζο του Μάνου να βγαίνει στην πρώτη γραμμή και το μπάσο του Στάμου να επενδύει την ατμόσφαιρα: το κακό, ο Εωσφόρος, η φωτιά και η πάλη πρωταγωνίστησαν με φόντο τα ζοφερά τοπία του αμερικανικού νότου. Με τη βοήθεια του φίλου τους Περικλή στα samples, ανάμεσα στα κομμάτια που παρουσίασαν ήταν και το "Devil Will Take Me By Τhe Hand", το "Οld Time Religion" και μια ηλεκτρισμένη διασκευή στο "War" των Burzum.

32WndMn_3.jpg

Αμέσως μετά το διάλειμμα των 25 λεπτών, η σκηνή ανήκε πλέον στους Dark Red Seed από το Πόρτλαντ –το μουσικό σχήμα του Tosten Larson, κιθαρίστα στο πλάι του King Dude. Ο Larson ξεκίνησε μόνος του, ακουστικά, με το κομμάτι "Possession", για να μπουν αμέσως μετά στο παιχνίδι τα ντραμς, το μπάσο και μία ακόμη ηλεκτρική κιθάρα· αποδεικνύοντας ότι δεν επρόκειτο για ένα ακόμη dark folk σχήμα, αλλά ότι τα πράγματα μπορούν πραγματικά να βαρύνουν, όπως και έγινε. Ανάμεσα στα όσα παρουσίασαν ήταν και το "Diana And Ouroboros Dance" από τον πρώτο τους ολοκληρωμένο δίσκο Becomes Awake, που θα κυκλοφορούσε την αμέσως επόμενη ημέρα του live. Μετά από 50 λεπτά με heavy folk στη σκηνή της Ιάκχου, έκαναν την έξοδό τους με το "Under The Skin", κατάλληλο να δώσει πάσα στον Δανό Kim Larsen, ο οποίος έμελλε να βγει λιτός και απέριττος, με την ακουστική του κιθάρα.

32WndMn_4.jpg

Έπειτα από 20 λεπτά εμφανίστηκε λοιπόν η φωνή και ο μουσικός «εγκέφαλος» του σχήματος Of The Wand And The Moon, το οποίο –πρακτικά– δεν είδαμε. Αχώριστος από τη μπύρα του και με μια ίσως μικρή νευρικότητα στη διαχείριση της ροής και του «νεκρού χρόνου» ανάμεσα στα κομμάτια, ο Larsen τραγούδησε τα «χαρούμενα τραγούδια» του, όπως έλεγε συχνά, σε αυτοσαρκαστική διάθεση. Ξεκινώντας με το "Wonderful Wonderful Sun" και το "Hail Hail Hail" από το Sonnenheim (2005), πέρασε στο "Shine Black Algiz" (2011) και έφτασε έως τις πιο πρόσφατες κυκλοφορίες με το "I Called Your Name" (2016).

32WndMn_5.jpg

Μέσα στο κλίμα χαλαρότητας με το οποίο αντιμετώπιζε ο Larsen το set του, από την αρχή ήταν ανοιχτός ακόμα και σε «requests» των παρευρισκόμενων, οι οποίοι ζητούσαν διάσπαρτα κομμάτια, με τα "Sunspot" και "Lucifer" να ξεχωρίζουν.

32WndMn_6.jpg

Παρά την πραγματικά μαγευτική φωνή του Larsen, η οποία ήταν παραπάνω από άξια να σταθεί μόνη της πάνω στη σκηνή, η βραδιά άφησε δυστυχώς ένα αίσθημα ανολοκλήρωτου. Μπορεί ο Δανός τραγουδιστής να είναι η αρχή και το κέντρο γύρω από το οποίο γυρίζει η δημιουργικότητα των Of The Wand And The Moon, ωστόσο μόνος δεν μπόρεσε ούτε στο ελάχιστο να αποδώσει τα μουσικά πρόσωπα του σχήματος, ειδικά όπως αυτά ξεδιπλώθηκαν μέσα από τη δισκογραφία τους από τα μέσα των 2000s και έπειτα –οπότε εξέφρασαν και την πιο πειραματική πλευρά τους. Ίσως το μελαγχολικό συναίσθημα των neofolk απαρχών του project να εκπροσωπήθηκε δεόντως, ωστόσο καταδικάστηκε από τη μονοτονία μιας ακουστικής κιθάρας.

32WndMn_7.jpg

Θα ήταν ιδιαίτερα ευχάριστο λοιπόν εάν το βράδυ της Πέμπτης είχαμε απολαύσει τους Of The Wand And The Moon του Sonnenheim (2005) και του The Lone Descent (2011) –προτιμότερο ίσως από ένα κάπως πρόχειρα στημένο και εκτελεσμένο ακουστικό set. Άλλωστε η εξέλιξη του προγράμματος έως εκείνη την ώρα, αλλά και ο χώρος του Temple, ευνοούσαν σίγουρα μια τέτοια προοπτική. 

Βάζοντας στην άκρη αυτό το αίσθημα απογοήτευσης για όσα θα θέλαμε να ακούσουμε, ελπίζουμε μια επόμενη φορά να έχουμε την ευκαιρία να δούμε πράγματι επί τω έργω την πλήρη δυναμική του project που περιμέναμε.

{youtube}VJl7J4Sa7Zk{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured